Το μέλλον είναι αβέβαιο και ο βίος βραχύς, όμως για ένα πράγμα βεβαιώθηκα πια, ότι κάποια στιγμή θα σκοτωθώ με γελοίο τρόπο. Είχα ακούσει έναν μύθο, ότι τάχα ο Αισχύλος σκοτώθηκε σε μεγάλη ηλικία, όταν εκεί που καθόταν και χάιδευε τα γένια του, έπεσε στο καραφλό του κεφάλι μια χελώνα από πολύ ψηλά, την οποία κουβαλούσε ένας αετός, και ο μέγας τραγωδός έμεινε στον τόπο. Τελικά δεν είναι απίθανο. Γιατί εγώ ίσως σήμερα να σκοτωνόμουν καθιστή, στα καλά καθούμενα που λένε. Κι ούτε καν με χελώνα και αετό, που όσο να΄ναι δίνει μια αίγλη μυστηρίου στην υπόθεση.
Το πρωί ήμουν σε καλά κέφια, χαλαρή και άνετη. Από το μεσημέρι και έπειτα νιώθω χτυπημένη σαν μαγιονέζα. Πώς έγινε αυτό;
Πράξη πρώτη: πουρνό πουρνό στην ήσυχη σχεδόν έρημη πλατεία της Νέας Σμύρνης, έχω φτάσει χωρίς κόπο και άγχος, και κόβω σιγά σιγά μέσα από την πλατεία. Φτάνω στα έβερεστ, σκεπτόμενη να σταματήσω για καφέ ή σκέτο νερό, τελοσπάντων σταματάω μπροστά στο μαγαζί, όπως μερικές άλλες φορές. Δηλαδή δεν σταμάτησα. Με την ελάχιστη δυνατή ταχύτητα, πατάω λίγο τα φρένα και ωπ, κάνω διπλό λουπ, πέφτω, χτυπάω αριστερό ώμο, γόνατο, αστράγαλο και δίνω και το κεφάλι μου πάνω στη μηχανή του παγωτού γκλοόν!, αλλά δεν είχε γάλα μέσα, αλλιώς θα ΄βγαινε το παγωτό αμέσως. Φορούσα βέβαια το κράνος και σηκώθηκα αμέσως, με πιάσανε και νευρικά γέλια. Εντωμεταξύ πετάχτηκε ο κόσμος, οι κοπέλες, κι ένας όρθιος που διάβαζε εφημερίδα δίπλα μου στο σκαλί με κοίταζε με τα γυαλάκια της πρεσβυωπίας επιτιμητικός και αμίλητος. Του λέω, εξτριμ σπορ, πρωί πρωί, ε; Τίποτα εκείνος, μούγγα. Πάω μέσα, τελικά χρειαζόταν ένας καφές. Τώρα, γιατί έπεσα; Το είδα μετά, αφήστε τα ρούχα μου. Διότι είχαν ρίξει νερά πάνω σε λάδια, μάλλον από τα φορτηγά της τροφοδοσίας, και τα πλακάκια είχαν γίνει παγοδρόμιο. Εδώ ταιριάζει το ρητό ενός παλαίμαχου ποδηλάτη αθλητή, κανείς ποδηλάτης δεν βγήκε ποτέ κερδισμένος πατώντας το φρένο!
(Τώρα διαβάζω το παραπάνω κι έχω ξεραθεί στα γέλια)
Πράξη δεύτερη και δραματικότερη: Μετά από μια εξουθενωτική ημέρα και τον ήλιο που με χτύπησε κατά διαστήματα κατακούτελα, βγήκα να λύσω το ποδήλατο και να φύγω σιγά σιγά. Λύνω το ποδήλατο κι επειδή ζεσταινόμουν κάθησα στη σκιά, πάνω στο σιδερένιο πι, που το είχα δέσει, αυτό ήταν χαμηλό, κάπου μισό μέτρο και κάτι. Πιάνω και το τηλέφωνο, με πήρε η Sulpice να ρυθμίσουμε υποθέσεις... Μες την καλή χαρά εγώ, ανάβω και τσιγάρο...τι έγινε μετά δεν ξέρω...είχα και τα δύο πόδια κάτω, ήταν πολύ χαμηλά, το είπαμε, πώς κάνω έτσι και σηκώνω το ένα πόδι απ΄το έδαφος, κάπως πως, χάνω την ισορροπία, πάω προς τα πίσω, κρατιέμαι ένα δευτερόλεπτο από τη μπάρα, λικνίζομαι με χάρη και σκάω κάτω πίσω, πλάτη και κεφάλι πάνω στο τσιμέντο...
Απόλυτη ησυχία...
Πιάνω με το ένα χέρι το τηλέφωνο, με το άλλο το κεφάλι μου, της λέω, κλείσε, χτύπησα. Κάθομαι λίγο κάτω, σηκώνομαι, έρχονται δυο κοπέλες από κει δίπλα που κάθονταν, δεν μπορούσαν να καταλάβουν, πώς έπεσα. Ευτυχώς δεν ζαλίστηκα, αλλά ήταν καλό τράνταγμα. Η αριστερή ωμοπλάτη πονούσε περισσότερο και γδάρθηκε κιόλας και κόλλησε η μπλούζα πάνω. Το κακό ήταν, ότι δεν είχα φορέσει ακόμη το κράνος...
Περνάει και μια συνάδελφος απ΄τη δουλειά που φεύγει αργά, με βλέπει, την κοιτάω σαν χαζή, μου λέει τι έχεις, της εξηγώ, να πάω σπίτι της, να κάτσω εκεί, να της αφήσω το ποδήλατο, να πάρω ταξί, να πάω στο νοσοκομείο...τίποτα, καλά ήμουν, έμεινα κανένα δεκάλεπτο συνήλθα και έφυγα, ενώ το καρούμπαλο μεγάλωνε... η συννεφιά και λίγος δροσερός αέρας μου έκαναν καλό.
Πράξη τρίτη: Το βράδυ βγήκα και πέρασα πολύ ωραία. Γυρίζοντας από την Χαριλάου Τρικούπη, ξαφνικά λίγο μετά το Χημείο, αντιλαμβάνομαι μια οξεία επίθεση στα ρουθούνια μου και κατόπιν λαιμό και μάτια, που άρχισαν να κλαίνε για τα χάλια της Αθήνας. Γνωστή μυρωδιά, υπερβολικά έντονη...δακρυγόνο...πιο πάνω ομάδες ματ με πράσινες φόρμες, σταματάω, ρωτάω έναν που φαινόταν επικεφαλής, τι συνέβη, τιν΄αυτά, ρίξατε χημικά; Μου κάνει μια κίνηση δείχνοντας προς τα κάτω, φασαρίες λέει, κι άλλη μια κίνηση με κεφάλι και χέρια, λυπάμαι... Και γω, λυπάμαι, δεν βλέπετε που κλαίω... Στρίβει αμήχανα τα χείλια του... Κάπου προς την Αλεξάνδρας πια καθάρισε κάπως, ήπια κι ένα γάλα μετά να πάει κάτω.
Πονάει η ωμοπλάτη μου. Πονάει η σπονδυλική μου στήλη. Πονάει το γόνατό μου. Πονάει ο ώμος μου. Πονάει το μηρόκωλο, αλλά κυρίως όλο το κρανίο μου... είμαι χαρούμενη ωστόσο. Πιο ξερό δεν υπάρχει!
Καλημέρες, καλό σαββατοκύριακο, καλό μήνα!
6 σχόλια:
καλό μήνα όντως... ελπίζω τα ατυχήματά σου (που με τύψεις ομολογώ ότι με έκαναν και γέλασα πολύ) να ήταν απλώς ο τελικός, αποχαιρετιστήριος θυμός του Οκτώβρη
@meniek: κι εγώ γελάω γράφοντάς τα γιατί είναι όντως γελοία. Ξέρεις, αν ήταν λίγο πιο ψηλό το καγκελάκι θα γράφανε στον τάφο μου, Τάδε κείται η ιδανική αυτόχειρ, μια μέρα με ήλιο και λίγα σύννεφα μιλώντας στο κινητό και καπνίζοντας έπεσε πίσω στο πεζοδρόμιο κι αποχαιρέτησε μ΄ένα μικρό γδούπο τον μάταιο τούτο κόσμο!
ωχ, πονοκέφαλος
πάντως εμείς όλοι κοκό σε παρακαλούμε με ενοχικό εγωισμό να κάτσεις στα αυγά σου ή στο ποδήλατό σου, δεν έχει σημασία για μας αυτό, να κάτσεις ΕΝ ΠΑΣΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙ ΖΩΝΤΑΝΗ
διότι, πρώτον
σε αγαπάμε!
και διότι, δεύτερον
πώς θα ήταν η ζωή χωρίς τον χρονογράφο των μπλόγκερ;
υγ. όπως καταλαβαίνεις, κανείς δεν πάει να κοιμηθεί αν δε διαβάσει το δικό σου χαμόγελο:)
γράφεις όντως υπέροχα, σε παρακαλώ να στηθείς στην ουρά και να πεθάνεις μετά από μένα!
ορίστε μας!
όχι θα μας πάρουν τα πρωτεία τώρα και τα νιάνιαρα!
ήμαρτον θεέ μου!
αλλά θεούλη μου, φύλαγέ την! να της περάσει το κεφαλάκι και να'ναι περδίκι αύριο!
φιλάκια και περαστικά!
@Abtthaki σ΄ευχαριστώ, είμαι πολύ καλύτερα σήμερα, αλλά από ουρές δεν ξέρω, περνάω όλα τ΄αυτοκίνητα και πάω μπροστά μπροστά στο φανάρι, ή δίπλα στον τροχονόμο!
Τώρα τι λες για γραφή, έχασ΄ η Βενετιά βελόνι, όμως χαίρομαι που σε ορισμένους αρέσουν οι φανφάρες μου!
Έλα ρε κοριτσάκι μου!!! Αν εξαιρέσεις τις φοβερές περιγραφές που με έκαναν να τγελάσω, σε λυπήθηκα και συγχύστηκα με εκείνους τους πρώτους με τα λάδια!!! Εντελώς μαλάκες!! Αλλά θα μου πεις, άμα είναι να πάθεις ατύχημα, θα το πάθεις και από μαλακία, όπως είδαμε παρακάτω!! Άντε ρε γαμώτο, πρόσεχε!! Κι ελπίζω να είσαι πολύ καλά πια!!
Που να δεις την εντύπωση που μου δημιούργησες όταν σε άκουσα από το τηλέφωνο να μου λες:" ΄Ελα σε κλείνω, πέφτω" (και το "πέφτω" το είπες αρκετά χαλαρά). Χα χα. Μπορεί τώρα να γελάω αλλά τότε... Αχ. Πρέπει να προσέχεις....
Δημοσίευση σχολίου