ΣΚΑΤΑ!

ΠΑΕΙ ΚΑΙ Η ΚΟΥΡΣΑ.  ΔΥΟ ΠΟΔΗΛΑΤΑ ΜΕΣΑ ΣΕ ΟΧΤΩ ΜΕΡΕΣ!
ΒΟΥΝΤΟΥ ΜΟΥ ΕΧΟΥΝΕ ΚΑΝΕΙ;

ΤΟ ΠΡΩΙ ΤΑ ΜΑΖΕΨΕ ΕΝΑ ΣΚΟΥΠΙΔΙΑΡΙΚΟ

 Έτσι είναι η ζωή, κύριε Πετροχείλο μου! Την μια σ΄ ανεβάζει ψηλά και την άλλη σε ρίχνει στα τάρταρα!  Την μια μέρα τερματίζω όλο δόξα  εντός χρόνου στα 100 χλμ. της  ετήσιας πρόβας του μπρεβέ, όπου μπόρεσα να συμμετάσχω για πρώτη φορά  επίσημα μετά από 100 αναποδιές και επιπλέον μισοάρρωστη και σχεδόν άυπνη, και την επομένη σέρνομαι κουβαλώντας μια σιδερένια παλιατζούρα και την περικεφαλαία του βλάκα. Οι καταιγίδες που διέσχισα στην κουρσάδικη διαδρομή μάλλον καλό μού έκαναν, γλίτωσα την ηλίαση, αν και κάηκα λίγο.  Η τσαγκαροδευτέρα περίμενε την σειρά της για να με αποκάψει.

Εφόσον είχα κοιμηθεί νωρίς, σπάνιο πράγμα στην περίπτωσή μου, ξύπνησα νωρίς, μες την μαύρη νύχτα δηλαδή, κι όταν βγήκε ο ήλιος είχα λυσσάξει της πείνας, γιατί το μόνο φαγώσιμο  εδωμέσα ήταν δυο σιαμαίες μπανάνες.  Δεν κατάφεραν πολλά δυο μπανανούλες, έστω δίδυμες, σκέφτηκα λοιπόν ότι μάλλον θα΄χε βγάλει κάτι ο φούρνος και πήγα εκεί, που είναι κοντά, αναβάλλοντας άλλα ψώνια.

Πληρώνοντας στο ταμείο διαπιστώνω ότι στο ποδήλατό μου είναι ήδη καθισμένος άλλος κώλος και το τρέχει στη φαβέλα.  Το ποδήλατο μες την είσοδο του φούρνου, δίπλα μου και  κυριολεκτικά κάτω από την μύτη του φούρναρη στο ταμείο και των παραφουρνάρηδων μέσα κι έξω, που δεν τους ξεφεύγει μύγα. Ο φούρνος αυτός έχει και τραπεζάκια κι είναι φούρνος γειτονιάς, που με ξέρουν εμένα και την γιαγιά μου, και ψωνίζει η ελληνική κοινότητα το μισό μαγαζί κάθε βδομάδα, σαν να  βουτάνε το ποδήλατο μες απ΄την είσοδο του καφενείου του χωριού σου.  Γενικά όλοι αφήνουν τα ποδήλατά τους  εκεί  και λίγο πιο πέρα, είτε φτηνά είτε ακριβά,  και δεν τρέχει τίποτα, αλλά ειδικά το δικό μου ποδήλατο το τρέξανε.

Δεν είχε νόημα να τον κυνηγήσω αφού δεν τον πρόλαβα αμέσως, εξαιτίας μιας ανυπόμονης χοντρής νευρικιάς, που δεν της έφευγε το στρες και μού δημιούργησε στιγμιαία αλλά αρκετή για τον άρπαγα φραγή.  Όμως ενώ όλοι είδαν το σκηνικό δεν ανοιγόκλεισε βλέφαρο.  Σαν να μην έγινε τίποτα.   Ούτε εγώ είπα αμέσως τίποτα.  Βγήκα έξω και λέω στις δυο ρακοσυλλέκτριες με τα σακιά τα ντενεκεδάκια αναψυκτικών, ότι ο φίλος τους πήρε το ποδήλατό μου και να το φέρουν πίσω, αλλιώς θα κρατήσω το δικό τους, που το είχε αφήσει εκεί.



Λέγανε διάφορα και όχι, και δεν ξέρω τι λέω, εγώ στάθηκα πάνω από το ποδήλατο, ποδήλατο κατ΄ευφημισμό, ένα ρημάδι, και έφαγα ένα τοστ με αβγό.  Την φασαρία την έκανα όχι διότι με κλέψανε αλλά διότι συνέβη μέσ΄ το φούρνο, κι αυτό είναι ανεπίτρεπτο εδώ, από ηθικής άποψης, αλλά και τυπικά μπορείς να μηνύσεις τον καταστηματάρχη, που έκανε την πάπια, όπως και όλοι  εξάλλου, και προβλέπεται αποζημίωση.

Αλλά στην πράξη, ζήτω που καήκαμε.  Βέβαια για να μην κάνω μισές δουλειές και να συμπληρωθεί το θέατρο, είπα στον φούρναρη να καλέσει την αστυνομία, εντωμεταξύ η μία είχε βγάλει έναν σουγιά και κουνιόταν, τον οποίο της είπα να μην τον μοστράρει μες τον κόσμο και τον μάζεψε.  Έπειτα κάθησαν να πιουν τον καφέ τους.  Ο φούρναρης ήταν σαν την βρεγμένη γάτα και είχε αποφασίσει ήδη να καλέσει το περιπολικό από τον κοντινό σταθμό, διότι πάνω απ΄όλα η θεωρία μετράει σ΄αυτήν την χώρα.

Κάποτε ήρθαν οι μπάτσοι, κι εδώ να θυμηθώ τον Φώσκολο, σαπούνι χωρίς αστυνομία ίσον εγώ χωρίς ποδήλατο.  Ο ένας ανώτερου βαθμού ρώτησε εμένα και τον φούρναρη τί είχε συμβεί και ο φούρναρης έδωσε μια περιγραφή πλούσια σε λεπτομέρειες, που εμένα μου είχαν διαφύγει μαζί με το ποδήλατο.  Με τις άλλες δεν ασχολήθηκε, πήρε τ΄όνομά μου και το τηλέφωνο του φούρνου, διότι δεν θυμόμουν το δικό μου, το οποίο τηλεφώνησα μετά και το έδωσα στο μαγαζί, τάχα αν το έβρισκαν, θα το πήγαιναν εκεί και να με ειδοποιούσαν.

Υποψιάζομαι ότι τα μπατσόνια έκαναν στροφή και γύρισαν στο σταθμό.  Το πολύ πολύ να πήγαν μέχρι την φαβέλα και να τους έτριξαν λίγο τα δόντια, αν και αμφιβάλλω.  Τώρα οι άλλες είχαν αλλάξει τροπάρι.  Μόλις έφυγε το περιπολικό τους είπα ότι το ποδήλατο που πήρε ο δικός τους, θα το σκοτώσει να πάρει κρακ κι εκείνες θα μείνουν ρέστες να κουβαλάνε, τότε εκείνη που είχε βγάλει τον σουγιά και ήδη είχα πιάσει μια γκρίνια μεταξύ τους, μού είπε ναι, και τού είπαμε να μην το πάρει, και κατάλαβα ότι σ΄αυτό το σημείο έλεγε αλήθεια.

Φυσικά δεν βρέθηκε το μπιζού μου κι έμεινα με το ρημάδι.  Μια σιχαμένη πύρρειος νίκη.  Το απόγευμα, που πήγα στην κοινότητα, δεν πρόφτασα να μπω, μου φώναξε από μακριά, ο δάσκαλος, έε,  τι έγινε, σού κλέψανε το ποδήλατο; Όχι απλά τα είχαν προφτάσει οι θεατές του πρωινού σώου, είχε γίνει βούκινο το θέμα.  Εξάλλου η φαβέλα είναι δίπλα αλλά δεν φαίνονται, κρύβονται στη βλάστηση.  Ο φύλακας, η επιστάτρια, κάτι άλλοι εκεί είχαν ένα ζεματισμένο ύφος.  Ιδίως ο φύλακας, που έρχεται οπλισμένος, πρώτη φορά ούτε μούτρα να με χαιρετήσει δεν είχε. 


ΥΓ.  Το λάφυρο-όμηρο, ένα σίδερο της κακής ώρας χωρίς φρένα, το ονόμασα "Σκουπιδιάρα". 

Η ΤΡΙΤΗ, ΟΙ ΔΕΚΑΤΡΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΤΡΕΙΣ

Τώρα τί να κάνω, δηλαδή; Να κυκλοφορώ με καραμπίνα και φυσεκλίκια σαν την Καλάμιτι Τζέην; Πενταλέιρα είμαι, όχι πιστολέιρα!  Η Άγρια Δύση είναι εδώ, με την απαραίτητη κοκκινόσκονη, μιζέρια και το δάχτυλο στην σκανδάλη.
 
Ημέρα αργίας, καρναβαλική Τρίτη και δεκατρείς ποδηλάτες γύριζαν τ΄απόγευμα  στα σπίτια τους από μια κοντινή εκδρομή.  Δυο χιλιόμετρα πριν φτάσουν, δέχτηκαν επίθεση από τρεις νεαρούς, οι οποίοι κρύβονταν πίσω από μια στάση λεωφορείου. Κι αφού οι νεαροί άρπαξαν δύο ποδήλατα, ο επικεφαλής των ποδηλατών αρπάχτηκε με τον μικρότερο, ο οποίος όμως ήταν οπλισμένος, τού΄σκασε δυο κατάστηθα και τον άφησε στον τόπο. Δύο άλλοι ποδηλάτες πιάσανε τον μικρό, κατέφτασαν και μερικοί περίοικοι και τον λύντσαραν κανονικά.


Αυτά τα καουμπόυκα συνέβησαν στον οικισμό Recanto das Emas μεταξύ Samambaia και Gama,   πόλεων - δορυφόρων της Brasília,  κανένα μισάωρο με τ΄αυτοκίνητο από το κέντρο.  Οι ποδηλάτες γύριζαν από μια trilha, βόλτα σε εξοχική περιοχή κοντά στον οικισμό Park Shopping, πιο βόρεια. Η επίθεση συνέβη κατά τις εξήμισι με  φως ακόμα.  Πριν πέντε χρόνια η ίδια ομάδα  ποδηλατών είχε δεχτεί πάλι μια επίθεση αλλά ανεπιτυχή από πλευράς δραστών.
 
Ο Claudomiro de Oliveira, επικεφαλής των ποδηλατών, είχε ποδηλατάδικο και οργάνωνε εδώ και μερικά χρόνια τακτικές εκδρομές με μια παρέα, τους Calangos.  Ήταν 40 ετών, κι έκανε το  αυθόρμητο λάθος να μπλεχτεί μ΄ έναν οπλισμένο.  Άφησε πίσω του γυναίκα και παιδί εφτά ετών.

Ο μικρός είναι 14 ετών. Οι πυροσβέστες, που έφτασαν σύντομα, τον γλίτωσαν από τα χέρια του κόσμου και τον μετέφεραν στο νοσοκομείο με σοβαρά τραύματα στο κεφάλι και τον θώρακα. Οι άλλοι δύο νεαροί εξαφανίστηκαν. Την προηγούμενη μέρα είχαν επιτεθεί σε ένα λεωφορείο.

Αν μια συμμορία έχει όπλα, κατά προτίμηση τα κρατάνε οι ανήλικοι, γιατί αν τους πιάσουν, αναλαμβάνει η υπηρεσία προστασίας ανηλίκων.   Ο νέος αξιωματικός της αστυνομίας στο Recanto das Emas, ζήτησε την συμβολή των κατοίκων για την αντιμετώπιση των κρουσμάτων εγκληματικότητας και βίας που έχουν αυξηθεί, όπως και ο πληθυσμός.

Κοντά στην  Pirinopolis πάλι, την Δευτέρα, δύο  ποδηλάτες είδαν στον δρόμο πέντε τύπους  στημένους με καλυμμένα πρόσωπα με τις μπλούζες, τότε ο ένας ποδηλάτης, που αναγνώρισε  κάποιον, που τού είχε επιτεθεί παλιότερα, τράβηξε πιστόλι και απομακρύνθηκε σημαδεύοντάς τους προειδοποιητικά πάνω από τον ώμο.


Υστερόγαμον:  Στα δικά μας, διέρρηξαν πάλι την ελληνική κοινότητα, χάλασαν την πόρτα κι αν βρήκαν κάτι να πάρουν άλλο, πολύ αμφιβάλλω.

Update: μόλις έλαβα ένα μέιλ, ότι στη Via  Estrutural, ανατολική λεωφόρο που συνδέει την Brasília με  τις προαστειακές πόλεις Taguatinga και Ceilândia ανατολικά, σήμερα στις εφτάμισι το πρωί κάποιοι  επιτέθηκαν σ΄έναν ποδηλάτη, ο οποίος το έσκασε μέσα από τα χωράφια ενώ τον ξύριζε μια σφαίρα.  Κατόπιν δεύτερος ποδηλάτης, που πήγαινε στην δουλειά του δέχτηκε επίθεση και του πήραν το ποδήλατο, το πορτοφόλι και το κράνος, τον έριξαν κάτω και τον κλότσησαν στο πρόσωπο. Ο πρώτος ποδηλάτης ειδοποίησε τον αδελφό του, ο οποίος τους μάζεψε με τ΄αυτοκίνητο και ανέφεραν το συμβάν στην αστυνομία. 

ΠΑΡΑ ΘΙΝΑ ΧΛΟΗΣ

Δεν πρόλαβα να βγω την Κυριακή και άρχισε η βροχή. Σε λίγα λεπτά ήμουν  βρεμμένη ως το βρακί,  οι δρόμοι άδειοι σχεδόν, βλέπω έναν κουρσά πανευτυχή, χαιρετιόμαστε στην ανηφόρα, τί ωραία,  λέει, δεν έχει κίνηση, δεν πα να βρέχει! Λίγο πιο κάτω πήγαινε μια γυναίκα με ποδήλατο πόλης, καλαθάκι και καπέλο. Ας βρέχει! Όταν σταμάτησε η βροχή, παραδόξως σύντομη, σηκώθηκε ένας θερμός αέρας και στεγνώσαμε όλοι οι λουόμενοι εν ριπή.


Ο αέρας ευνόησε το πέταγμα χαρταετού, παραδοσιακά και απαρέγκλιτα πετούν κάθε  σαββατοκύριακο και σχόλη  στο λόφο του κέντρου της πόλης οι χρωματιστοί πίπας ή πιπίνιας και κοντράρονται σαν νευρικά σπερματοζωάρια, ποιο θα κερδίσει την ώρα.




Επικρατεί μια ηρεμία, ένα σουλάτσο, ο κόσμος έχει βγει, ψήνει, τρώει, ξαπλώνει σε αιώρες ή στο γρασίδι, μερικοί αθλούνται ή παίζουν, κάποιοι τα πίνουν από νωρίς.  Η κουφόβραση είναι τρομερή, ένας προσπαθεί να με πείσει ότι οι βραζιλιάνοι είναι φίλιους ντα πουούτααα, κι ότι ορισμένως οι έλληνες δεν είναι, τί μου τα λες αυτά εμένα, δεν είμαι φίλιου, γελάμε.


Τελικά ροδοψήθηκε πάλι η μύτη μου σαν τις πίτες της μπαϊάνας. 



Μόλις  πέσει η μέρα θ΄αρχίσουν τα τύμπανα...

Ταμ-τουμ-ταμ-ταμ!

ΒΙΤΡΙΝΕΣ

Παρακαλώ την απερίσπαστη προσοχή σας, αποδώ και μπρος απαιτείται σεβασμός και να φοράτε τα καλά σας όταν εισέρχεστε στο σπουδαίο τούτο μπλογκ, διότι η γράφουσα δεν είναι πλέον μια τυχαία λασπωμένη ποδηλάτισσα, εντάξει λασπωμένη είναι, αλλά τί μ΄αυτό, εφόσον την Πέμπτη 3 Μαρτίου 2011, ώρα 13.30΄ εισήλθε μαζί με άλλους ποδηλάτες στο Senado Federal, με τα κράνη, τα γάντια, τα ποδήλατα και όλα και δεν φτάνει που εισήλθε από την ράμπα των επισήμων αλλά εντός του φουαγιέ με τα μάρμαρα σήκωσε το τιμημένο κόκκινο και κοκκινολασπωμένο μάουνταιν στον αέρα πάνω από τους κόκκινους μπερέδες των φρουρών και την ακάλυπτη κεφαλή του γερουσιαστή Paulo Paim. 


Ακολούθησε έκτακτη συνεδρίαση και συνεντεύξεις τύπου στην αίθουσα συνεδριάσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα, με τρεις γερουσιαστές, εκπροσώπους των ποδηλατικών οργανώσεων και λοιπούς ποδηλάτες, εμών των ιδίων δηλαδή, με θέμα την ασφάλεια στους δρόμους και αφορμή την απίστευτη πράξη ενός οδηγού στο Porto Alegre, ο οποίος παραλογίστηκε, πάτησε γκάζι και όρμησε πάνω στο Critical Mass Ride, με τον 15χρονο γιο του μέσα στ΄ αυτοκίνητο, έναν ποδηλάτη εκτοξευμένο πάνω στο καπώ του και διασχίζοντας τους υπολοίπους, την Παρασκευή 25 του Φλεβάρη. Πώς δεν σκοτώθηκε κανείς, αν και δύο ποδηλάτες είχαν σοβαρότερα τραύματα, που ελπίζω ότι δεν θα έχουν περαιτέρω συνέπειες στην υγεία τους, είναι εξίσου απίστευτο.

Ένας άνθρωπος έχασε το μυαλό του και τον έλεγχο, θεώρησε μια ειρηνική πορεία που γίνεται μια φορά τον μήνα κι ένα οικολογικό σύνθημα "ποδήλατο: ένα αυτοκίνητο λιγότερο" ως απειλές, κι αφού διέπραξε το αδιανόητο, επιχείρησε να δικαιολογηθεί διαβεβαιώνοντας, ότι οι ποδηλάτες τον τρομοκράτησαν και αυτόν και τον γιο του και τού χτύπησαν το αυτοκίνητο, πράγμα που πέρασε από τις ειδήσεις στον κόσμο, μαζί με την εικόνα του σπασμένου παρμπρίζ του εγκαταλελειμένου και με αφαιρεμένες κατόπιν τις πινακίδες αυτοκινήτου. Το παρμπρίζ βέβαια είχε σπάσει από το ποδήλατο, που μαζί με τον ποδηλάτη είχαν χτυπηθεί από τον ίδιο και τινάχτηκαν πάνω στο καπώ. Καμμιά τριανταριά άλλα ποδήλατα έγιναν βίδες.

Άλλη μια βραζιλιάνικη ντροπή, αναφωνούν ορισμένοι. Γίναμε Νέα Υόρκη, στην Ευρώπη δεν θα συνέβαιναν αυτά! λένε άλλοι. Σε έρευνα τοπικού ραδιοσταθμού πάνω από το 70% των ερωτηθέντων θεωρεί το συμβάν "ανεξήγητο", οι υπόλοιποι το αποδίδουν στην πίεση του σύγχρονου τρόπου ζωής. Πολλοί ωστόσο σε σχετικές συζητήσεις δεν κρύβουν την απέχθεια ως και το μίσος για τους ποδηλάτες γενικά. Είναι τρομοκράτες, σπάνε την βιτρίνα.

Μια κοινωνία που ένα κομμάτι της πέτυχε ν΄αποκτήσει στάτους, δεν μπορεί να κυκλοφορεί με ποδήλατο παρά μόνο για αθλητισμό σε ελεγχόμενο περιβάλλον.  Οι χαμηλού έως υποχθόνιου οικονομικού επιπέδου γνωρίζουν την θέση τους και όσοι εκτίθενται  συνειδητά στους τέσσερις ανέμους με μοναδικό όχημα το ποδήλατο, απαρνούμενοι μερικώς ή γενικώς τα σύμβολα της επιτυχίας αποτελούν κατάμουτρη προσβολή. Για την ακρίβεια ίσια πάνω στο παρμπρίζ. Απ΄όσους ήμασταν στο Senado Federal, οι περισσότεροι διαθέτουν ακριβά σπίτια, αυτοκίνητα και ...ποδήλατα. Το όνειρο του φτωχού πάει μ΄αυτή τη σειρά.  Αλλιώς,  ανατρέπεται η τάξις.


Ο ποδηλάτης με το σχετικά ακριβό ή και πανάκριβο ποδήλατο, έχει την πολυτέλεια ν΄απαιτήσει ασφάλεια στους δρόμους, γιατί είτε με κάρμπον είτε με σίδερο, το ίδιο ανάποδα θα κοιτάς τα μαμάου. Αλλά τα πράγματα έχουν φτάσει σε μια εξαγρίωση. Μέσα σ΄έναν χρόνο που κυκλοφορώ στην Brasília, τ΄αυτοκίνητα έχουν κυριολεκτικά διπλασιαστεί. Ακόμη κι αν η πόλη αυτή έχει ακόμη άπλετο χώρο, σχεδιασμένη ειδικά για αυτοκίνητα, όλοι ξέρουν το αποτέλεσμα σε μερικά χρόνια. Όσο για τον κάτοικο εδώ,  φέρει το κοσμητικό "κορμός με τέσσερις ρόδες",  ένας αυτοκινητοκένταυρος.

 Μπροστά στο κτίριο του ανώτατου πολιτικού οργάνου του κράτους, ο οδηγός κάποιου από τους γερουσιαστές παρολίγο να με πατήσει. Αν και με είδε, συνέχισε ανενδοίαστα, μπήκε ανάποδα και μού την βγήκε, αλλά δεν παράτησα τον δρόμο, μ΄έναν ελιγμό τον απέφυγα ξυρίζοντας το πεζοδρόμιο και έφυγα. Μια παρέα ποδηλατών μου είπαν, αΐ, σού την έπεσε, ε;   Ναι, πολύ σημειολογικό θα ήταν να κόλλαγα στο παρμπρίζ γερουσιαστή!

Υστερόγαμον:  Αχ, Σικάγκο γίναμε, παιδάκι μου!

 Για το θέμα έχω γράψει πληροφορίες και λινκς  με το ψευδώνυμο Kastellopower στο φόρουμ των Ποδηλατών. Εκτός από τα λινκς με φωτό που δίνω εκεί, εδώ κι εδώ δύο ακόμα σετ.