ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΝΟΜΙΝΑΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ

Παρακαλώ τον κύριο πρόεδρο να με απαλλάξει του θέματος. Δεν το εδιάλεξα και βαρύνομαι.  Αντ΄ αυτού θα χρησιμοποιήσω το χρόνο ζωής που μου αναλογεί για ν΄αναφερθώ σε φλέγοντα ερωτήματα ακροατών, τα οποία κατήντησαν να τους στερούν τον ύπνο, όπως για παράδειγμα, πώς συμβαίνει μια ελαφρώς μεταχειρισμένη αλυσίδα ποδηλάτου να φαίνεται με μέτρηση, ότι έχει κάνει τον γύρο της αυστραλασίας, γιατί αφήνω μια ακτίνα σε σχήμα ανάποδου τελικού σίγμα και παρόμοια επίκαιρα ζητήματα.  

Πληθώρα τέτοιων ερωτημάτων το τελευταίο διάστημα απαιτούν την προσοχή μας, και να, ήδη με ειδοποιούν για μια πρώτη παρέμβαση, είναι ο σινιόρ Λεάνδρου, όχι, καμμιά σχέση με τη Λέανδρος, ναι, ο ποδηλατάς μου είναι, θέλει να καταθέσει ότι τον έχουν πρήξει οι κινέζοι και το βραζιλιάνικο κράτος, ότι διακρίνει πολλά διεφθαρμένα διατλαντικά παράλληλα, τέλος ότι δεν είναι αυτοί λόγοι να παρουσιάζω άπλυτο το ποδήλατο, απογοητευτικό, υπάρχουν και προτεραιότητες, αλλιώς πού πάμε, χανόμαστε.

Μπορούμε βέβαια να συνεχίσουμε την πορεία μας. Κάποτε θα βρέξει γερά και θα τα ξεπλύνει όλα.  Μέχρι και τις καβαλίνες, γιατί έχει κι απ΄ αυτές χύμα, ένα βράδυ την πάτησα, φρέσκια και βαρβάτη, αλλά δεν το ανακάλυψα παρά αργότερα στο σπίτι, που είχε γίνει αληθινός στάβλος.   Χθες πάλι τα ίδια σ΄ ένα χωράφι,  αλλά δεν έδωσα σημασία, γιατί έβρεχε καλά με ωράριο διημερεύον, αυτά ως προς την καθαριότητα, πλύσιμο, αέρας, λάδια, γυάλισμα.

Και τώρα φανταστήτε, ότι έχετε κολυμπήσει στη φθινοπωρινή θάλασσα με τα ρούχα και βγαίνοντας μπαίνετε στο σουπερμάρκετ με ύφος στεγνό και απλώνετε τρία χαρτονομίσματα στο ταμείο να στραγγίξουν, τί ΄ν΄ τα χαρτονομίσματα και τί ΄ναι το ζουμί τους, βγάζετε κι ένα χαρτομάνδηλο πολτοποιημένο να τα σκουπίσετε, το χαρτομάνδηλο κλαίει τη μοίρα του, η νορντεσίνα γελάει.  Στη γραμμή τερματισμού μετά το ντους δεν βάζετε κρέμα στα πόδια, τα χέρια και τη μύτη που έχουν αρπάξει από τον προβρόχινο ήλιο και γελάτε.

Υστερόγαμον:   πάνε τα χρυσά γράμματα σε μια πρόσκληση για γιορτή χρυσού ιωβηλαίου γάμου που είχα μαζί, τα πήρε όλα η βροχή, μόνο το κορδελάκι έμεινε, ποιοι είναι άραγε, εδώ γύρω θά΄ναι, θα τους βρω.  

Ο ΤΡΙΤΟΣ ΕΑΥΤΟΣ

Στο καφενείον Η Ωραία Ελλάς, πότε ήτανε, θα πάνε δυο βδομάδες, που βγήκε ο Ακατανόμαστος και εδήλωσε.   Έναν Ατλαντικό παραπέρα, μες τ΄ άγρια χαράματα, εγώ από κεκτημένη διαστροφή θέλησα να μάθω τί εδήλωσε.  Δεν πρόλαβα. Ακούστηκε ένα παφ! και βυθίστηκα στο έρεβος.  

Σε πέντε λεπτά έρχεται το ρεύμα.  Επιχειρώ πάλι. Πουφ! και μόνο η γάτα έβλεπε.  Σε έξι λεπτά επανήλθε το φως. Πατάω τον ειδησεογραφικό σύνδεσμο για τρίτη φορά, τς..τς...τσπφ! μαυρίλα, σκάει και μια λάμπα.  Η γειτονιά έμεινε χωρίς ηλεκτρικό για τρεις ώρες.  Από τότε συμβαίνει να πέφτει το ρεύμα και να σούρνεται το νέτσι.  

Τα πρόσφατα δύο εικοσιτετράωρα χωρίς ηλεκτρικό και μες την υγρασία και το κρύο, γιατί έχει παλαβώσει  το κλίμα, αναλογίστηκα σε βάθος την κατάντια μου. Μωρή, άλλη δουλειά δεν είχες πρωί πρωί, δεν είσαι καλά, υποφέρεις, κόλλησες, αλλιώς σε είχα γνωρίσει, θα σου βάλω ηλεκτρονικό φίλτρο, σύνελθε πριν σε χωρίσω, να χαίρονται οι ψυχίατροι!  

Οι δύο μου εαυτοί γίνανε μαλλιά κουβάρια και αποφεύγονταν.  Στο μεταξύ ο τρίτος εαυτός, που πάσχει από κάτι αυτοκρατορικό, βρήκε ευκαιρία να ρυθμίσει την διακόσμηση σύμφωνα με τα γούστα του.  Όταν γύρισαν οι άλλοι, τον βρήκαν να ρεμβάζει στρογγυλοκαθισμένος στη λουί κενζ. Α, πάνω στην ώρα, και μ΄ έτρωγε το δίλημμα, τί λέτε, ριχτάρι άνιμαλ πριντ ή φλοράλ; 




Έφριξαν και οι δύο.  Καλέ, ο κόσμος καίγεται κι η Αντουανέτα χτενίζεται! Ψωμί δεν έχουμε, τα μπαρόκ ανοχής περίσσεψαν!  Ωφ, πώς κάνετε έτσι, έχω παραγγείλει και για σας θρόνους κι υποπόδια.  Κόφτε τώρα την αντιπολίτευση κι ανάφτε τον πολυέλαιο γιατί περιμένω επισκέψεις στο μπουντουάρ μου!


Υστερόγαμον:  Η ανάρτηση είναι ελεύθερη απάντηση στο παιχνίδι που με είχε καλέσει η Kovovoltes, να πω για τον εαυτό μου!

ΑΥΡΙΟ



«Αύριο μπορεί ν’ ανατιναχτούν
και τα δικά μας παπούτσια στον αέρα 
αύριο και τα δικά μας χέρια να σταυρωθούν στο αιώνιο
 
... μα μόλις φύγουμε
θα ανοίξουν άνεμοι ελευ
που αναδεύουνε το νου των ζώντων
ως το ύψος των θεριών
 






αύριο
που στους χτύπους της καρδιάς θα πλάθεται
μια αρμάδα άπιαστα πουλιά
μ’ ελιγμούς και φτερά
μέχρι την απογείωση του δικαίου

                                                                                     
 
τότε πρέπει να εφεύρετε άλλα όπλα για το σημάδι σας
δε θα μας φτάνουν τα σύγχρονα κράματα







 
τότε οι πύργοι των τιμών σας θα λιώνουνε αργά
και μόνοι πίσω απ’ τις στοίβες των φαρμάτων
θα παίζετε χαμένοι το σκυφτό
των κούφιων νομισμάτων…»
 
 

 Σωκράτης Ξένος  
14 Οκτ. 2011    fb

                                                                              φωτ: Coco




ΝΤΟΛΜΠΥ ΣΑΡΡΑΟΥΝΤ ΣΥΣΤΕΜ

Αυτές τις μέρες χρειαζόμουν κούρεμα κι είχα πάθει άρνηση.  Τριγύριζα έξω από το κουρείο, χαιρετιόμασταν με το Δον, αλλά δεν καθόμουν.  Στο μεταξύ μια έμμονη ιδέα ν΄ αφήσω πάλι τα μαλλιά μου μακρυά, τριγύριζε στο μυαλό μου με το επιχείρημα, ότι θα είναι ωραία να τ΄ανεμίζει το αεράκι.  Αμέσως ερχόταν ο αντίλογος, ότι αν μακρύνουν, θ΄αναγκαστώ για πρακτικούς λόγους να τα πλέξω κοτσίδες, κι έπειτα το πιθανότερο θα τις τραβάω, επομένως δεν γλιτώνω το κούρεμα.  

Το καθυστερώ ωστόσο, γιατί περιμένω κιόλας να μακρύνουν λίγο, ώστε να διορθωθεί η λάθος ψαλιδιά. Επειδή κάποια στιγμή μού εκνεύρισε το Δον μια φωνακλού, του τάραξε το νευρικό σύστημα και κείνος, αντί να της κόψει την αλογοουρά, παίζει ένα φάλτσο σε μένα, χραπ! και φεύγει ένα 60% απ΄την κορφή στο πάτωμα.  Ευτυχώς εδώ στο Μπραζίου μακραίνει γρήγορα η τρίχα, παρατηρημένο, λόγω κλίματος.  

Στο μεταξύ το κλίμα διαταράχθηκε.  Όλη την προτελευταία βδομάδα του μήνα ψοφήσαμε στο κρύο.  Τέτοιο κρύο δηλαδή στο οροπέδιο ουδέποτε τέτοια εποχή, αρχή του καλοκαιρινού ωραρίου, να σφιγγόμαστε ημίγυμνοι και να γκρινιάζουμε φφφρ ίι ου, φφφρ ίι ου, αυτή είναι μια βραζιλιάνικη αντιμετώπιση, την οποία εμπέδωσα, όσο για μες στο σπίτι τυλίχτηκα καλά καλά ένα μπουρνούζι φλις, το οποίο είχε καταντήσει διακοσμητικό.  

Κατόπιν έπιασε απότομος καύσωνας ενώ συνεχίζεται το αυτόματο πότισμα.  Αποτέλεσμα μια ελεεινή ίωση που χτύπησε τον άμαχο πληθυσμό κι εμένα μαζί.  Βέβαια θα περάσει, τί να μου πει εμένα μια βρομοΐωση, αφού δεν με ξέκανε ακόμα το ελληνικό κράτος, αυξάνω τις πιθανότητες να γίνω άτρωτη.  Δεν με σκιάζει φοβέρα καμμιά.  

Τώρα ας πούμε, που γράφω περιμένω να κόψει η βροχή να βγω. Πάλι βέβαια θα γυρίζω με βρεμμένο κώλο γιατί δεν έχω προκάνει να βάλω ένα φτερό, που τί να μαζέψει, τα πολλά πολλά. Αλλά άμα έχει μόλις βρέξει ή ψιλοβρέχει είναι όμορφα, εκτός που εκνευρίστηκα σαν πέρασα από τα καμμένα, πάει το άρωμα πάει η ομορφιά, πάνε όλα, τρομερές φωτιές εδώ γύρω επί τέσσερις μέρες, τέλος εποχής της ξηρασίας, σε προστατευόμενες εκτάσεις και δρυμούς, για να τσιμεντώσουν μετά, την ψυχή τους την τσιμεντωμένη, κι εγώ αρχικά δεν πήρα είδηση γιατί παρακολουθούσα τί γινότανε στην ΔΕΘ, μου μύρισε καμμένο και πνιγόμουν, μωρέ, σαν να είμαι εκεί, όχι, δεν ήμουν εκεί, ήμουν εδώ και καιγόταν ο κώλος μου ντόλμπυ σαράουντ σύστεμ, λίγο πριν βραχεί, καθώς προείπα.

CHOCOLATE REAL JÁ!

Έτρωγα ηδονικά ένα παγωτό με πραγματική σοκολάτα, πλεονασμός το ηδονικά, πώς αλλιώς τρώγεται ένα παγωτό, πλεονασμός και το πραγματική, ή είναι σοκολάτα ή δεν είναι, όμως να με συγχωρήσουν οι φιλόλογοι, αλλά πώς θα επικοινωνήσουμε τώρα δω πέρα, που έμεινε άνεργη η κυριολεξία, δεν φταίει άλλος παρά εμείς, που σολοικίζουμε ασυστόλως, γευόμενοι οπωσδήποτε ηδονικά τάχα μου παγωτά και τάχα μου σοκολάτα.

Έτρωγα λοιπόν το παγωτό σοκολάτας, όταν εμφανίζεται ένας αλαφιασμένος, δική σας είναι η άσπρη μπεεμβέ;  Μμμ, όχι, (σλλππ), η δική μου είναι εδώ, δείχνω με το κουταλάκι, γυρίζει μηχανικά και βλέπει τη Σκουπιδιάρα.  Από το απερίγραπτο βλέμμα του εννόησα, ότι θα μπορούσε να ήταν το τελευταίο παγωτό της ζωής μου, μάλιστα μισοφαγωμένο, αλλά ευτυχώς βιαζόταν.
 
Αγαπά ό, τι κάνει 
  
Θα μ΄ έπνιγε ακόμη κι αν του εξηγούσα, παρντόν, παρεξήγησις, μηδέν ειρωνεία, μα τώρα που το σκέφτομαι, ίσως πάλι να μην γλίτωνα, άμα σ΄ έχει κλείσει η μπεεμβέ και πνίγεσαι, θολώνει το μάτι.  Δεν θα με πίστευε ακόμα κι αν του απαριθμούσα τις λιβιδικές θύελλες που προκαλεί η Σκουπιδιάρα σε κάθε της βόλτα, τις οποίες θ΄αρχίσω πια να τις σημειώνω σε καλπέν, δεν λέω μπλοκάκι γιατί δημιουργεί αντιερωτικούς συνειρμούς.  Κι αν είχε περιέργεια κι υπομονή, θα του πρότεινα να περάσουμε από ένα όποιο βενζινάδικο να δει μόνος του, σε ποια θα τσακιστούν να βάλουνε αέρα, στην μπεεμβέ ή τη Σκουπιδιάρα; 


 
Ipê

Όμως τί να κάθεσαι να εξηγείς, να λιώσει και το παγωτό!  

ΤΑ ΜΑΜΜΟΥΘ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΧΟΡΤΟΦΑΓΑ


Του διαστημικού ανταποκριτή μας.  Έτος διαζώτου 1775.
 "Ο παλαιοντολόγος Ζ45PR παρακινημένος από επαγγελματική διαίσθηση προσεδάφισε την ερευνητική του κάψουλα μπροστά στον πέτρινο σωρό, διαπιστώνοντας με ικανοποίηση, ότι δεν ήταν απλές πέτρες, αλλά ένα γήινο βεσέ της δεύτερης κοπρολιθικής περιόδου με την τεχνική ονομασία "Βank Wall". 




Ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα μεταφέρθηκε με τις απαραίτητες προφυλάξεις στο εξωγαλαξιακό εργαστήριο προς ανάλυση.  Τα πρώτα συμπεράσματα καταρρίπτουν την κοινώς παραδεκτή επί πολλούς παλαιο-αιώνες θεωρία, ότι τα μαμμούθ και οι δεινόσαυροι είχαν εξαφανιστεί από τον πλανήτη Γη εξαιτίας ενός μετεωρίτη. 




 Αντίθετα, σύμφωνα με τα πορίσματα της νέας μελέτης, τα θηρία μεταλλάχθηκαν μπολιασμένα με έναν ιό που μετέφερε ο μετεωρίτης και επιβίωσαν σε βάθος χρόνου ανάλογα με την διασπορά του ιού.




Παρότι είχαν απωλέσει το αρχικό γιγαντιαίο τους μέγεθος, μπορούσαν να καταβροχθίζουν τεράστιες ποσότητες φυτικής τροφής  αλλά και κρέατος.  




Η αιτία της οριστικής τους εξαφάνισης παραμένει μυστήριο για τους ερευνητές, ωστόσο  εικάζεται η πιθανότητα προϊούσας αεροφαγίας."



Υστερόγαμον:  Τις φωτογραφίες τράβηξα με το πολύπαθο κινητό για να διασκεδάσω σ΄ ένα βερνισάζ.   Σετ πρώτο με  τίτλο  "Τεφρίτες ΙV". 

ΟΛΑ ΜΑΖΙ ΚΑΝΟΝΙΚΑ

ΤΟ ΜΠΛΕ

Επειδή στους μούλτιπλεξ κινηματογράφους μ΄αρέσουν μόνο οι καραμελωμένες πιπόκας, χώρια ότι παντού  παίζουν αυτόν τον καιρό τα Σμουρφς, Δευτέρα κάτι έχω, την Τρίτη δεν αντέχω, αποφάσισα να μετατοπιστώ εντός του μπλου κάνοντας ένα ποιοτικό βήμα στη ζωή μου, λοιπόν κάθησα σπίτι μου μη αναπαυτικά, γιατί δεν έχω καναπέ και γιατί η τέχνη θέλει θυσίες κι άρχισα να βλέπω το Μπλου του Κισλόφσκι.  

Το αυτοκίνητο τρέχει και μέχρι να καρφωθεί στο δέντρο παίζει μια παράξενη μουσική που προκαλεί μια αίσθηση ονειρικής έντασης.  Στην επόμενη σκηνή η μουσική αλλάζει, αλλά μαζί υπάρχουν κάποιοι διάλογοι. Μμμ, σκέφτομαι, μήπως θέλει να δημιουργήσει μια εντύπωση, ας πούμε η μουσική θα σβήσει αργά και η ηρωίδα θα συνειδητοποιήσει την οδυνηρή πραγματικότητα; 

Η μουσική δεν έσβηνε. Η ηρωίς κατεβάζει ένα τζάμι του νοσοκομείου και κάτι χάπια.  Η μουσική αγρίευε.  Κάτι δραματικό θέλει να τονίσει ο ποιητής.  Η μουσική σταμάτησε κι όλα έγιναν μπλου. Ακολούθησε μια διαφήμιση. Ευτυχώς, αλλιώς ήμουν ικανή να συνειδητοποιήσω στο τέλος της τριλογίας,  ότι άκουγα παράλληλα έναν ραδιοφωνικό σταθμό.  


ΤΟ ΑΣΠΡΟ

Ίσως δεν δεν έπρεπε να μεταπηδήσω τόσο απερίσκεπτα από τα μεξικάνικα με πολωνικούς υπότιτλους στην πολωνογαλλική  διανόηση χωρίς υπότιτλους αλλά και τί μ΄αυτό αφού συμβαίνει παράλληλα να διαβάζω  τον Φουέντες ανάκατα, όχι ότι το έκανα επίτηδες αλλά μια μέρα μετά ανακάλυψα ότι το βιβλίο ήταν κακέκτυπο και μερικές σελίδες του επομένου κεφαλαίου είχαν μετατεθεί στο προηγούμενο, μ΄ αποτέλεσμα να μεταφέρομαι από ένα έξαλλο πάρτι στο Μέξικο Σίτυ αίφνης στην ενδοχώρα με τις γεροντοκόρες θείες  κι έπειτα πάλι ξαφνικά σε μια περιοχή με τρώγλες, το θέμα ήταν ότι συνεχίζονταν καλά οι προτάσεις κι ας ήταν οι σελίδες μπερδεμένες, χώρια που νύσταζα κι έβγαζα παραπάνω νόημα. Μάλιστα υπήρχε κι  ένα τρένο που έτρεχε και μετά μια άσπρη ξέξασπρη σελίδα.


 ΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ

Το πρωί με ξύπνησε πάλι η βουβουζέλα.  Δεν καταλάβαινα τί είναι αυτός ο φριχτός επαναλαμβανόμενος θόρυβος, δεν ήξερα που ήμουν, ποια ήμουν, αλλά ταραατατά, ναι, είμαι στην Βραζιλία κι αυτή είναι η καταραμένη βουβουζέλα, καφές, τί θα κάναμε χωρίς τον καφέ, πάντως δεν θα άνοιγε το μάτι να δούμε το θέαμα, πώς παίζουν ποδόσφαιρο οι βραζιλιάνοι με το ένα παπούτσι, το άλλο το βγάζουν για να κλοτσάνε καλύτερα.

Στάθηκα λίγο στον ήλιο κι έγινα κόκκινη.   Το βράδυ περιμένοντας τους ποδηλάτες ψόφησα στο κρύο. Τα μαύρα μεσάνυχτα πέρασα από μια φημισμένη καντίνα, βάλε απ΄ όλα, και κόκκινο πιπέρι, ναι, ήταν κι ένας ποδηλάτης λιώμα απ΄την προπόνηση για το "Εκτός Ορίων" κι ένας τύπος που σέρβιρε ιστορίες από το Μεξικό,  όλο έπεφτε σε γιορτές με σκελετούς και τέτοια.  Κι εγώ θυμήθηκα τον  Μάρκο Πόλο, που με ρωτάει τί θα πει "όλα μαζί κανονικά", τό΄χει ακούσει από την μάνα του, που  τ΄ άκουσε είκοσι χρόνια πριν, ποιος ξέρει από ποιον έλληνα στο Κάμπου Βέρτζι.

ΔΕΚΑΟΧΤΩ ΜΗΝΕΣ ΑΓΓΛΙΚΑ

Η κομψή βραζιλιάνα γύρισε από τα Μιλάνα και τα Παρίσια εντυπωσιασμένη: πόσα πολλά ποδήλατα!  Ορισμένως το ποδήλατό μου απέκτησε νέο εφέ.  Θεωρείται πλέον "σίκι".  Πιο σίκι απ΄ το ν΄αλλάζω λάστιχο δίπλα στην πισίνα του βραζιλιάνου διπλωμάτη και να χαιρετάω τη Ντόνα ντζι κάζα με τα χέρια μες το γράσο, μπορείτε να φανταστείτε; Αν όχι, θα φανταστώ εγώ για σας.  

Είστε η νύφη και βρίσκεστε στην κουζίνα με την πεθερά σας.  Η πεθερά φυσικά σας έχει κάνει τη ζωή ποδήλατο.  Όμως τώρα δεν είναι πια ένα παλιοποδήλατο κει πέρα.  Είναι ένα σίκι ποδήλατο!  Διότι η πεθερά σας μιλάει αγγλικά!  

Τώρα δηλαδή που καίγεται η Ινγκλατέρα, καίγεται κι ο βραζιλιάνος να μάθει αγγλικά κι έχει βάλει και τέρμινο: δεκαοχτώ μήνες εντατικά.  Τα νεύρα μου, τις κρέμες μου κι ένα αεροπλάνο!  Δηλαδή όταν ήρθα και δεν ήξερε κανείς κιχ αγγλικά και γω κιχ πορτογαλικά, δεν συνεννοηθήκαμε μια χαρά; Τώρα η σερβιτόρα δεν λέει μόλιου, λέει κιτσούπι, και τρόμαξα να καταλάβω, κιτσούπι, κιτσούπι, επέμενε, με πυροβολούσε, κάποτε μπήκε μες το κεφάλι μου, ότι μού μιλάει αγγλικά:  Ketchup!

Δεν θέλω κιτσούπι! Θέλω μια καρύδα. Πάμε με παρέα σ΄ ένα πόστο στο πάρκο, που ήξερα ότι είχε παγωμένη καρύδα και ωραίες ριγέ καρεκλίτσες. Εκατό ή τρακόσια ιμέλι; Την καρύδα, λέω, τη νατουράου! Εκατό ή τρακόσια ιμέλι, συνέχισε ο τύπος με άγριο ύφος.  Καρύδα νατουράου!  Όχι, φρούτο δεν δίνω, μόνο βυζαγμένο σε ιμιλιλίτρι!  Αποκλείεται.  Δρόμο.  Θέλω την καρύδα ολόκληρη. Δεν θέλω πλαστικά ποτηράκια και ιμιλιλίτρι! 

Ο φύλακας του μουσείου μαθαίνει αγγλικά.  Όλοι οι φύλακες μαθαίνουν αγγλικά. Νάου ίντιρι φρούμι χίαρ! Ούδερι γουέι!  Φρούμαξα.  Τί;  Θέλετε να κάνετε την Μπραζίλια τουριστική;  Να παίξουν τα νεύρα μας; Να εξαφανιστούν οι καρύδες; Τώρα θα δείτε.  Έχω και γω χόμπι.  Κάθε Κυριακή απόγευμα που βγαίνει κι η φρουρά.  Κατεβαίνω τον Έισου Μονουμεντάου με τα χέρια πάνω ουρλιάζοντας και χαλάω τις φωτογραφίες, ρημάζω τις πόζες. Δοκιμασμένο φορ σουρ και ιντίντ!

CYCLOLIGHT ZONE - ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΒΟΥ

Άι, άι, Ντοτόου, κι κόιζα λόουκα, τό΄χασα και δεν το βρίσκω, πού νά΄ναι, στην λίμνη μέσα, στην λίμνη απόξω;  Πανσέληνος και σαρανταένας βαθμοί  και γω ν΄ανεμίζω στο Πλάνου, τί να λέω για σήμερα, ας πω για το άλλο το τρεχαλίδι.

Ούτε ξέρω πόσες κάθετες ανεβήκαμε αλλά στις κατηφόρες....  αρχίσανε τα έξαλλα, τα κόλπα της φαβέλας, όχι μόνο οι νεαροί, αλλά άνθρωποι τώρα μιας ηλικίας πάνω απ΄ τους βαθμούς του καύσωνα, ξύπνησε μέσα τους το μολέκι, και καλά αυτοί, αλλά και γω;  Μια δυο κι ο απόλυτος συγχρονισμός, φιγούρες αλήτικες εστσίλου μπραζιλέιρου, πριν δεν τις ήξερα ούτε αυτές ούτε άλλες, αν είναι δυνατόν,  την δεκαετία του ογδόντα δηλαδή είχα ύφος και  κούρσα, ωιμέ! 




Τώρα με τους κάφρους, στις φιγούρες προστέθηκαν τα γλέντια στην κατοικημένη περιοχή, να βγαίνουν στα μπαλκόνια άντρες να ραντίζουνε ποτά, μολέκες να χορεύουν, φωνές, συνεννοήσεις εν κινήσει για την διαδρομή, ούτε προγραμματισμός, ούτε ευγένειες, ούτε σφυρίχτρες, ούτε αυτοκίνητα συνοδείας, ούτε ασύρματοι, αλλά οι συζητήσεις συζητήσεις κι ας είναι να ουρλιάζουμε πάνω απ΄ τις λωρίδες.

Όσο για μένα, μετά την πρώτη τρεχάλα, αποδείχτηκε επικίνδυνο το ζέσταμα, τους πήρα τις βερμούδες, μελέτησα και την σύνθεση, τρεις τέσσερις είναι οι πορωμένοι, οι υπόλοιποι βελάζουν, κάποια στιγμή πήγαιναν μπουλούκι χαλαρά, είχαν πιάσει χαρούμενο ψιλό κουτσομπολιό, τσααααφ! ακούστηκε ο ήχος του μαστιγίου, τίν΄ αυτάααααα, θα πέσουμε ο ένας πάνω στον άλλον, κότεεεεεεες, κάντε πετάαααλιιιι, τσααααφ! μπρος, πετάααααλιιιιι!   Τελικά, επειδή κάνει παρήχηση, είχα παρακούσει, δεν λέγεται η ομάδα το Πετάλι της Μάνας, αλλά Κάνε Πιο Πολύ Πετάλι, μα κι η πρώτη εκδοχή καλή ακούγεται, γιατί κάποια στιγμή φτάνεις να λες, ωχ, μάνα!

Στενάξανε.  Εγώ είχα λυθεί στα γέλια η αχάριστη, γιατί οι ιππότες προσφέρθηκαν ανένδοτα να με γυρίσουν σπίτι μου, αχχχ, παφφφ, αυτή ποια κουάντρα είναι, ρωτάει ένας νεαρός, η τάδε τού απαντάνε, ακόμα τρεις του λέω, αααχ, βαααχ,  κι ένας να κλαψουρίζει με την  γλώσσα έξω, πάει η ομάδα, πάει το ...τρέινινγκ, θα έρθουν οι γυναίκες, όλο το γυναικομάνι, όλο, το βλέπετε, δεν το βλέπετε, έγινε ήδη η αρχή!  Μ΄ αυτόν εντωμεταξύ είχαμε κάνει κάτι τρομερές χειραψίες και την επόμενη φορά που τον είδα τού είπα ότι θα τον κυνηγάω, δεν γλιτώνει, ας πρόσεχε κι αυτός κι οι άλλοι να μην παίζουν με την φωτιά.  Εξάλλου με αναφέρουν πλέον ως  "Gatinha de Fogo"! 

CYCLOLIGHT ZONE

Έτρεχα λέει με το ποδήλατο κοντά στην γειτονιά μου εδώ και φορούσα ένα καπέλο κατεβασμένο χαμηλά ως τη μύτη για σκιά αλλά ήταν βράδυ, δεν έβλεπα μπροστά μου λόγω του καπέλου, που ήταν ένας ωραίος καινούργιος παναμάς, ανησύχησα στιγμιαία ότι δεν θα ΄βλεπα τ΄αυτοκίνητα, και πώς μεταμορφώθηκε το κράνος σε καπέλο, όμως συνέχισα σφαίρα, δεν μ΄ επηρέαζε τίποτα και δεν κολλούσα πουθενά.  

Αυτό ήταν ένα όνειρο που είδα χτες, το θυμήθηκα μετά την αποψινή εξωφρενική κατάσταση στην οποία βρέθηκα, σαν σε μια ιλιγγιώδη συνέχεια του ονείρου, και πώς συνέβη δηλαδή αυτό, αν πράγματι συνέβη, τσιμπήστε με, δεν πάω καλά, σινιόρ Φρόυδ μου, ούτε και σεις βέβαια, αλλά δεν θα το παραδεχθείτε ποτέ. 




Εγώ, που λέτε Ντοτόου, καθόμουν αξιοπρεπώς στην πλατεία του Μουζέου Νασιονάου περιμένοντας να περάσουν οι Νυχτερινοί Ποδηλάτες, διότι μέχρι να κάνω μπωτέ καθυστέρησα και δεν προλάβαινα να βρίσκομαι εγκαίρως στην  αφετηρία.  Η ώρα ήταν εννέα παρά και μαδούσα μαργαρίτες, είχαν περάσει δεν είχαν περάσει, τότε βλέπω να κατεβαίνουν, ανάβω φωτάκια, βάζω κράνος, αλλά έτρεχαν, ούτε να το κουμπώσω δεν πρόλαβα, πάω να τους πιάσω, λίγοι ήταν, σκέφτομαι αφελώς, ότι δεν μαζεύτηκαν πολλοί και αποφάσισαν να κάνουν έντονο πετάλι, εξάλλου τις Τρίτες και τις Πέμπτες πάντα είναι πιο πολλά τα χιλιόμετρα και γρηγορότερος ο ρυθμός, αχ, ωραία, φανάρι, σταμάτησαν, αλλά έγινε γρήγορα πράσινο, κατεβαίνω τη ράμπα, βγαίνω την κατάλληλη στιγμή, πάνω που σπάει την ποδηλατική γραμμή κι εμένα μαζί  ένας οδηγός ηλίθιος, να στρίψει δεξιά, μπαλέτο, γλιτώσαμε  το ατύχημα, τον περιέλουσαν βρισιές και απειλές τύπου, θα σού φάω τ΄αφτιά.

Τρέχαμε, μας βλέπει ένας ποδηλάτης, με ρωτάει, είσαι με το γκρουπ, ναι τού λέω, κολλάει, να παρακάτω άλλος, είστε με το γκρουπ, ναι, κολλάει κι αυτός, κι ένας ακόμα και τρέχαμε, τρέχαμε, γιατί οι δαιμονισμένοι είχαν πάρει την τρελή κατηφόρα, Μετέωρο, Πιάτα, Δικαιοσύνη Τύφλα πέρασαν σαν κομήτες, στροφή, αμάν θα βρεθώ σουβλισμένη στους Καντάγκους, αλλά όχι, άλλη μια στροφή, δεν γλιτώνω, αύριο θα βοούν οι τηλεοράσεις, ιπτάμενη ποδηλάτισσα πέρασε τη φρουρά, διαπέρασε τη τζαμαρία και γυάλισε τα μάρμαρα του σπιτιού της Ντζίουμα, ούτε, κι άλλη στροφή, τους φτάνουμε, μπαλάουν, τους χάνουμε, σπινάρουν στο βελοδρόμιο της κολάσεως, πού πάω, γιατί πάω, κάτι δεν πάει καλά, πριν το σκεφτώ, ιδού η Γέφυρα, για πότε φτάσαμε, δεν το πιστεύω, τίν΄τούτοι, δεν μπορεί να είναι οι Νυχτερινοί, αν και αναγνώρισα δυο τρεις φάτσες.  

Γυρίζω στο διπλανό να τον ρωτήσω αλλά φορούσε ακουστικά.  Μα πού έπεσα, σε κουρσάδες που βγήκαν για χρονόμετρο, μα μόνο δυο είχαν κούρσα, οι άλλοι βουνίσια, εντωμεταξύ είχαμε καταπιεί την γέφυρα, λες να είναι οι Πίκι, όμως αυτοί δεν κάνουν άσφαλτο σε ομάδα, μόνο σκόρπια σε άλλες ομάδες, κι ούτε πάλι ήταν αργοπορημένοι που έτρεχαν να προλάβουν τους Νυχτερινούς στην πρεσβεία του Ιράκ, την οποία δεν πρόλαβα καν να δω από το τρεχαλητό.  Κι αφού δεν βρήκαμε μπροστά μας τους Νυχτερινούς, με ποιους είμαι;

Μπαίνουμε τσακίζοντας στον ποδηλατόδρομο του Λάγκου Σουλ, λίγο παραπάνω δέησαν μια στάση δευτερολέπτων γιατί έψαχναν έναν που έψαχνε την αλυσίδα του κι ακούω να λένε ωραία, και οι δεκαοχτώ είμαστε, όχι φωνάζει άλλος, είμαστε εικοσιδύο, πώς γίναμε εικοσιδύο, ουρλιάζει τρίτος, όλα καλά, με ρωτάει ένας, καλά, λέω αλλά πάω πίσω να πάρω το στομάχι μου από τη γέφυρα.

Πολύ αργά.  Τώρα ανεβαίναμε σαν κυνηγημένοι την φοβερή ανηφόρα της Ματσίνια.  Σε μια φάση άρχισα να παραμιλάω ελληνικά.  Στα κομμάτια, φτου, ενέσεις γκουαρανά κάνανε, πιμέντα στον κώλο τούς μπήκε, πουφ, εγώ θα σταματήσω και θα πιω νερό, ορίστε μας, λύσσα κακιά, όλα καλά, ρωτάει πάλι ένας, μια χαρά αλλά γιατί τέτοιο κακό, α, λέει τιθ Τρίτεθ και τιθ Πέμπτεθ τρέχουμε οι Νυχτερινοί, μα τους Νυχτερινούς έψαχνα εγώ αλλά εσείς δεν είστε οι Νυχτερινοί, είμαθτε μια φράκθια των Νυχτερινών, Το Πετάλι τηθ Μάναθ! Με λένε Θαρλθ! Κοκό! Πραζέρ! Πραδέρ! Χαρήκαμε. 

Φράξια;  Πετάλι της Μάνας; 

(Τέλος πρώτης συνεδρίας.  Συνεχίζεται.) 

ΧΥΜΑ ΚΙ Ο ΙΔΡΩΤΑΣ ΚΥΜΑ!

Βαριέμαι να γράψω.  Φαίνεται ε;

Για να μην γεμίσει τελείως αράχνες το μπλογκ, σκέφτηκα να κάνω ένα αντιπόστ στην Roadartist με μερικές χύμα λήψεις κινητού, που μόλις δέησα να περάσω στον υπολογιστή από την καθημερινοβραδυνή μου περιπολία!


το 2x1 μου!

αυτά τα χόρτα δεν είναι αθώα!

αποκάτω είναι ένα ρέμα μυστηριώδες
έφυγα όταν άκουσα ένα σερνάμενο χςςς!
 

χειμώνας λέμε!

η Ναυτική Βάση της ...λίμνης!

το Τρίτο Μάτι!

bomb the walls!
νυχτώνει στις 6!

Ερμίδα Ντον Μπόσκο
JK classic

κάτι κλαμπάκια ξεφύτρωσαν...

ειδικού εεχμ... χαρακτήρα...


καμπύλες...




κι άλλες καμπύλες...


κι εδώ τετραγωνίζουμε τον κύκλο!

Υστερόγαμον:  μουσική επένδυση, Τα Επιτεύγματα του Σόλωνος, Ορχήστρα Brasília. 

ΜΠΙΠ

Στο μέσον της επιχείρησης "καθαρά χέρια", δηλαδή του κάθε όποτε ξωπετάγματος των δύο τρίτων της σαβούρας που μαζεύεται σε κάθε αξιοπρεπές ποδηλατικό και βιβλιοφαγικό σπίτι, όπου άμα ανοίξετε το ψυγείο θα βρείτε ένα μήλο και μπόλικο πάγο, ανέγνωσα δυνατά μια σύντομη σουρρεάλ ιστορία του Ignácio de Loyola Brandão.  Ακροατές ήταν δύο νυχτόβια πουλιά απέναντι απ΄ το παράθυρό μου, τα οποία, ναι μεν με είχανε γραμμένη στα αποπτιλωδέστερα των αποπτιλωμάτων τους αλλά με άφησαν πρώτα να ολοκληρώσω, παρακαλώ, μα να μιλήσω και γω, εσείς μιλήσατε τόση ώρα πιο πριν και δεν σας διέκοψα, σας παρακαλώ, να ολοκληρώσω, μετά τα νυχτόβια έκαναν κράααα και πέταξαν προς άλλα  παράθυρα να προλάβουν καμιάν άλλην εκπομπή.

 Πάλι καλά.  Γιατί μού έχει τύχει άλλοτε με τέτοια φωνή, έτσι βαθιά υπαρξιακή, προερχόμενη από τα έγκατα της κρυολογημένης μου ύπαρξης, να με ρωτήσουν στα σοβαρά, όχι καρακάξες άσχετες, άνθρωποι με πείρα της ζωής,  δύο φορές μάλιστα μες την ημέρα, πού τραγουδάω να ΄ρθουν να με ακούσουν, μπορεί βέβαια νά΄φταιγε κι ένα πολύ καλαίσθητο μπλου ή πράσινο, δεν θυμάμαι, διέθετα κι απ΄τα δύο χρώματα, ελεκτρίκ νύχι που είχα φτιάξει για χάζι, όπως και νά΄χει δεν είναι τόσο άσχημα τα πράματα, και τα βραζιλιάνικα ένρινα προφέρω με φυσικό τρόπο, και μεγάλη τύχη ανοίγεται σε κανά σκυλάδικο στην εθνική 040, δεν είναι να τις περιφρονώ αυτές τις προοπτικές τέτοια εποχή.  Το μόνο που πρέπει να φροντίσω είναι μια επιμήκυνση νυχιών, ώστε να εκπληρώσω το χρέος μου στην τέχνη και τον πολιτισμό.

Αυτά σκεφτόμουν και περίμενα να κουνήσουν τρία αυτοκίνητα μπροστά μου στην έξοδο ενός υπαίθριου χώρου στάθμευσης, είχε μαζευτεί  μια ουρά πίσω,  ο λόγος, το πρώτο αμάξι, που περίμενε κάτι από ένα κατάστημα, οπότε κάποια στιγμή ο δεύτερος ετόλμησε κι έκανε "μπιπ".  Ο τρίτος είχε πιάσει ψιλή κουβέντα με μια πωλήτρια, εγώ δεν μπορούσα να κάνω "μπιπ" ακόμα κι αν τό΄θελα, διότι δεν έχω κόρνα μα ούτε καν κουδουνάκι, έσπασε το έμβολο, έτσι ο Γυμνός Ζινζίνιου δεν διαμαρτύρεται, φωνάζω εγώ, αλλά κυρίως σε περιπτώσεις που πάνε να με φάνε μπαμπέσικα.  Μιας και τό ΄φερε η κουβέντα, να εξηγήσω, ότι ο Ζινζίνιου περιφέρεται από χθες τσίτσιδος, αφού αφαίρεσα τις ταινίες με τις  οποίες τον είχα μουμιοποιήσει, μιας και οι ταινίες αυτές, τριών ειδών και ποιοτήτων μάλιστα, κάηκαν όλες σ΄ ενάμισι μήνα και σκίστηκαν σαν χαρτί.  

Ανοίγει λοιπόν το πίσω παράθυρο στο πρώτο αυτοκίνητο και βγάζει μια μορένα το κεφάλι της, έι, παλληκάρι, χαλαρά, δεν αργούμε,  ανοίγει κι ο βιαστικός το δικό του παραθύρι και βγάζει ένα τριχωτό χέρι λέγοντας γιατί δεν πάνε πιο πέρα και στην άκρη.  Εντωμεταξύ το πρώτο αυτοκίνητο μπορούσε πλέον να φύγει, όμως έκανε στην άκρη, ανοίγει η πόρτα του οδηγού κι εμφανίζεται ολόσωμη η μοιραία απάντηση.

Η θεωρία σε υπερπλούσια δόση με διπλή σοκολάτα και φουντούκια, άσπρη πουκαμίσα δαντελωτή, μαύρο κολάν και ασημί τακούνι, θα πεθάνετε θερμιδοφονιάδες, ήρθε το τέλος σας τσιφούτηδες των δευτερολέπτων, σύστοιχη η επαναστατική πράξη χαραγμένη στον αέρα με ασημί νύχι, ο άλλος ψέλλισε, εντάξει, πάμε τώρα, όχι, δεν θα πάμε, θα το συζητήσουμε, πράγμα μάλλον ανησυχητικό, διότι για μια βραζιλιάνικη συζήτηση πρέπει να ΄σαι εξοπλισμένος με φαγητό, νερό και αλλαξιά ρούχων, αλλά προσωρινά άλλαξα πόδι στο πετάλι.  Πίσω ούτε μπιπ δεν ακούστηκε. 

ΣΚΥΛΑΚΙΑ ΚΑΙ ΣΚΥΛΑΡΟΙ

Ε, δεν είπαμε κι έτσι, ένα αστειάκι κάναμε κι αμέσως να το σκάσετε μες τα σκοτάδια και τις λάσπες!  Το μόνο, πού είδατε, τι χρειάζεται λιγάκι πράσινο μες την Αθήνα!  Όμως δεν είναι σωστά τα πράγματα αυτά, πώς να το πούμε, μας προσβάλλει.  Να περιμένουμε έξω απ΄τα παραθύρια, χάμω στα σκαλιά, να κάνουμε καντάδες και σεις να μπερδεύεστε στα χαμόκλαδα και τις πέτρες, σκαστοί σαν τους κλέφτες, δεν ταιριάζει, θα σπάσετε το τακουνάκι σας.  Εμείς είπαμε, ελάτε εδώ έξω, πού έχουμε μια ωραία παρέα, να τα πούμε σαν άνθρωποι, καλοκαίριασε, μέσα θα κλεινόμαστε;  

Το ξέρουμε πού ΄στε ευαίσθητοι και σκιαχτήκατε με μερικές χοντράδες, αλλά δεν έπρεπε, γιατί εμείς  στα ώπα ώπα σας είχαμε και τον σκύλο δεμένο. Τώρα, η αλήθεια, με λουκάνικα δεν δένονται οι σκύλοι, λουλού να΄τανε δεν γίνεται, πόσο πιο πολύ οι σκύλαροι.  Όμως, βλέπετε, μάς φάγανε οι μόδες!  Στα Κολωνάκια με τα θηρία, πατείς με πατώ σε, τί να πρωτομαζέψουν ύστερα οι έρημες οι φιλιππινέζες με τα φαράσια, μπουκώσαμε.  Κι όσο που χαϊδευότανε ο σκύλος, αλλάξαν οι βιτρίνες, άλλαξε η μόδα και ποιός χαμπάριασε.

Εκτός του σκύλου.  Τό΄χουν κι αυτό οι σκύλοι, να μυρίζονται από μακριά.  Κι ούτε με το καλό ούτε με το άγριο, κλεισμένος με τα χίλια ζόρια στην πίσω αυλή ουρλιάζει λες και τον σφάζουνε.   Τελοσπάντων, ζωντανό είναι, αυτόν τον τρόπο ξέρει, αλλά εμείς που καταλαβαινόμαστε, είπαμε, ελάτε να το πιούμε ένα κρασί, να βγάλουμε μιαν άκρη, καρέκλες δεν έχουμε βέβαια, όμως θα τα βολεύαμε, κι εσείς για να μην τσαλακώσετε ένα κοστούμι, πήγατε και το κουρελιάσατε στους θάμνους, ντροπής δηλαδή, μεταξύ μας, που άνοιξε η νοικιασμένη λιμουζίνα η φυμέ, ν΄ανοίξει  η γη να μας καταπιεί, σαν βγήκατε ολοσούσουμοι ν΄αλλάξετε τάχα συνάλλαγμα τα τρύπια σώβρακα στα διεθνή αεροδρόμια! 

ΠΟΠΕΡ

Ξαφνικά πριν μερικές μέρες με πείραξαν τ΄αβγά.  Δηλαδή δεν είχα ποτέ πρόβλημα με τ΄ αβγά, συχνά τρώω και ορτυκιού, αυτά τα μικρούλια τα πουά. Μάλλον κρυωμένη θά ΄μουνα.  Γιατί τ΄αβγά ήτανε φρέσκα, μεγάλα και κόκκινα, με όλο το συμπάθειο, μα δεν λέω τα γνωστά χρυσά αβγά, αλλά τσίπου γκράντζι βερμέλιου "καϊπίρα", πολύ νόστιμα, όχι αηδίες.  Με πείραξαν όμως κι έτρεχα, ίνα πληρωθήσεται το κοπρολογικόν ρητόν δια στόματος του Μαρκησίου που αφορά ειδικά στους Έλληνες.  Τελοσπάντων το αντιμετώπισα ριζικά με αναδιάρθρωση της διατροφής μου, άμεση περικοπή του αβγού και οριακή συντήρηση με ρύζι.  Νερόβραστο.

Μα πού κρύωσα;  Εντάξει παραδέχομαι, βγαίνω γυμνή από το μπάνιο και ημίγυμνη κυκλοφορώ, αλλά ακούω συμβαίνει και στο Παρί.  Όχι, όχι, στη Νόβα Γιόρκα απαγορεύεται αυστηρά, αστειεύεστε, τί θέλετε, να μας κυνηγάνε με τα σεντόνια που δεν έχουν και τσέπες για κλειδιά, κινητό και τσιγάρα; (Διαγράψτε τα τσιγάρα, απαγορεύονται κι αυτά).  Βέβαια μην ξεχνάμε και τις παραμέτρους. Άλλο να βγει ο Μαρκήσιος γυμνός  κι άλλο να βγω εγώ.  Με τί κύρος;  Κι άλλο πάλι να βγει η Καγκελάριος, σ΄αυτήν την τελευταία περίπτωση η καμαριέρα ή ο καμαριέρης θα πηδούσε από τον ουρανοξύστη, μπορεί και να πάθαινε συγκοπή επιτόπου.  Πώς εμείς, ας τα λέμε αντέχουμε, είναι μάλλον θέμα αντισωμάτων, τί να πω.

Νομίζω πάντως ότι ο έκλυτος Μαρκήσιος την γλίτωσε φτηνά.  Γιατί αν ήταν βραζιλιάνα η καμαριέρα θα είχε δουλέψει πρώτα τοάλια μολιάντα, τί είναι αυτό, βρεμμένη πετσέτα, το καταστροφικό σαδομαζοχιστικό όπλο των γυναικών εδώ, τό ΄μαθα πρόσφατα το μυστικό, μού τό΄πε ένας γέρος αμετανόητος επικούριος από τις Μίνας Ζεράις που βγάζουν ωραίο πλούσιο τυρί, την χρησιμοποιούν λοιπόν επειδή προφανώς είναι πολύ άμεσο, κάθε βραζιλιάνα ένα σφουγγαρόπανο πρόχειρο τό΄χει, το βλέπεις παντού, αλλά δεν είχα σκεφτεί την τρομερή εναλλακτική χρήση, διότι λέει, αφήνει και σημάδι! Διπλό ρεζίλι, ρόμπα στις γυναίκες, καζούρα στο καφενείο.   Όμως τράβηξαν μια φορά και την γυναίκα ενός δημάρχου στα δικαστήρια, ότι τον είχε κάνει μπλε με την τοάλια, και κείνη στην σκανδαλώδη απολογία της, που σύγχισε τους πολιτικούς αντιπάλους, είπε με αισθησιακό τόνο, μα, αφού τού αρέεεσει!  

Εμένα πάλι δεν ξέρω αν μού αρέσει που με κυνηγάει από το πρωί ένας μαύρος άγνωστος.  Όχι δεν είναι ο Ομπάμας, σέρτου!  Όχι,  δεν βγήκε από το μπάνιο.   Στο τηλέφωνο βγήκε και δεν ξέρω ποιος είναι.  Μού συστήθηκε ως Ντιμίρ, κάτι τέτοιο, και ότι είναι μορένου, δηλαδή μαύρος.  Χαίρω πολύ.  Τόσοι μαύροι εδώ γύρω!  Τί να τον ρωτούσα; Αν είναι μορένου κλάρου ή μορένου εσκούρου, ανοιχτόχρωμος ή σκουρόχρωμος;  Οπότε τον ρώτησα αν κάνει πατινάζ!  Όχι λέει.  Ποδήλατο;  Όχι και πάλι.  Μήπως σε λένε Δημήτρη;  Όχι, δεν τον λένε Δημήτρη.  Πρόβλημα, γιατί αν δεν είναι πατιναδόρ ή σικλίστα θα είναι δρομέας ή ποδοσφαιριστής ή και τα δύο και όλοι ξέρουμε πώς τρέχουν οι μαύροι! 

Πόσο μάλλον που ενισχύονται και με διάφορα ματζούνια από τις Αμαζόνας για διαρκή ανάπτυξη και μάξιμουμ απόδοση.  Από δω ξεκίνησε όλο το κακό, διότι αυτά τα τέρμα αναπτυξιακά δεν είναι για την γριούλα την Ευρώπη.  Δημιουργούνται σοβαρές επιπλοκές.   Μόνο σε δυο - τρία παραδείγματα θα σταθώ και προκύπτει αμέσως το λογικό συμπέρασμα.  Βγαίνει ας πούμε ο Μαρκί γυμνός απ΄ το μπανιέιρου.  Και σείστηκε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο κι η Γαλλία σύγκορμη! Ε, δεν μπορεί, σίγουρα τού΄χανε δώσει κάποιο κοκτέιλ βιάγκρα ν΄ανταπεξέλθει στις διεθνείς υποχρεώσεις του αλλά επειδή όλα στην Αμέρικα έχουν μεγαλύτερο μέγεθος, παράπεσε η δόση και τον έβγαλε εκτός χρόνου και τόπου. 

Δεν φτάνει αυτό αλλά μαθαίνω ότι πέρυσι συνέλαβαν στην Ισπανία μερικούς βραζιλιάνους από το Μαρανιάου, στην ζούγκλα είναι αυτό, εκεί που βγαίνει το υπέροχο καζού (κάσιους) αλλά και τα βιαγκροειδή ματζούνια.  Συνελήφθησαν λοιπόν γιατί εισήγαν παράνομα αυτά τα φίλτρα, ένα εκ των οποίων με χημική σύνθεση ονομάζεται πόπερ, για ανάταση κυρίως του δείκτη της οικονομίας του φτωχού βραζιλιάνικου βορρά.  Δεν πέρασε πολύς καιρός όμως και πανωπετάχτηκε η Ισπανία! 

Κάτι όμως έχει συμβεί οπωσδήποτε και με την Καγκελάριο. Δεν θέλω όλο πέντε, φωνάζει, θέλω τρία!  Να έχουμε τρία ταμεία λέει στην Ελλάδα.  Μα δεν βγαίνει νόημα.  Αφού δεν έχουμε κανένα.  Άρα, φως φανάρι, κάτι άλλο θέλει να πει.  Αλλά κι αυτές οι τουλίπες που μας στείλανε συστημένες τσάρτερ από την Ολλανδία;  Σας λέω, πόπερ έχουν πάρει όλοι και ναι μεν είμεθα απόγονοι των ημιθέων αλλά πού να τους προλάβουμε πια τόσους έρωτες! 

ΣΕ ΝΕΡΑ ΚΟΛΥΜΠΑΕΙ ΣΤΑ ΛΙΜΑΝΙΑ ΤΗΣ ΓΗΣ

Ανοικτή επιστολή προς τους κκ. αθέλητους αναγνώστες μου


Κυρίες και κύριοι κυβερνοναύτες,

αντιλαμβάνομαι, έστω με αρκετή καθυστέρηση, ότι  τα ολονέν διογκούμενα κύματα του διαδικτυακού ωκεανού έχουν δυσχεράνει σημαντικά τις αναζητήσεις θέματος τινός και συχνότατα ο ερευνών ιππόκαμπον στο πλαγκτόν, ξωκείλει παραπλανηθείς σε σαρδόνια ύφαλα, ως το παρόν ιστολόγιο.  

Διήγα εν πλήρη ασυνειδησία έως της ενεργοποίησης της υπηρεσίας στατιστικής του παροχέα.  Βέβαια δεν έδωσα εξαρχής την προσήκουσα σημασία, μέχρις ότου οξείς πόνοι στην κοιλιακή χώρα εξ ακατασχέτου γέλωτος με αφύπνισαν βιαίως ως προς την έκταση και την σοβαρότητα του φαινομένου.  

Εν πρώτοις θα ώφειλα μια δωρεάν ακτινολόγηση ποδηλάτου σε  όσους ποδηλάτες οδηγούνται στον ιστότοπό μου με την φρούδα ελπίδα να μάθουν τα μυστικά της ρημάδας αυτής, αλλά παρ΄ ότι η συχνότης των περί της ακτινολόγησης επισκέψεων παραμένει σταθερά και αδιάλειπτος από της ίδρυσης του ιστολογίου, οι επισκέπτες το μόνον που ίσως εβεβαίωσαν είναι πως η ελπίς πεθαίνει τελευταία.  Προς επανόρθωση της πλάνης δέχομαι την αποστολή του χρήζοντος ακτινολόγησης τροχού σας κατόπιν συνεννόησης μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.  Πιθανότερον ο τροχός να μην βελτιωθεί, ωστόσο η διαδικασία θα σας απελευθερώσει ψυχικώς από το δυσάλωτον φάσμα της ακτινολόγησης.  

Μακράν δυσκολώτερον μοι φαίνεται όπως παρηγορήσω τους φιλότεχνους.  Οι έρημες αυτές νεφελοβάμονες ψυχές οσμίζομαι πως θα έχουν υποστεί βαρύτατα εγκαύματα καιόμεναι επί ασχέτων αναρτήσεων ως επί λαμπτήρων εκατό και πλέον κηρίων, όπου το καλλιτεχνικόν φως των Πικασό, Μιρό, Ματίς, Γκωγκέν και Πρεβέρ, για να αναφερθώ στους συχνότερον αναζητουμένους, χρησιμεύει χυδαίως και ανερυθριάστως ως αφορμή παντός είδους συνειρμών της γράφουσας και ουδόλως απαντά σε καλλιτεχνικές προσδοκίες τρίτων.  

Από τούδε το τοπίον καθίσταται χαώδες, εντούτοις μια πρόχειρη ομαδοποίηση έχει ως εξής:

α΄. ασθενείς ("xozal βήχας", "xozal συνεργεία", "zirtek σταγόνες για βήχα", "φτερούγισμα στ' αφτιά", "φλούμπες από αλλεργία σε", "μούσμουλα για τη δυσκοίλια")

β΄. γευσιγνώστες ("lemonopitakia", "μαλακό κρέας με φορμόλη", "λουκάνικα με φαρόφα",  "πωσ τρωσ μς ξυλάκια", "lila pauz", "αντί για κατσίκι σκύλο στην ταβέρνα κατσίκι στο γαλάτσι", "βελούδινη μους σοκολάτα", "ηλιόσποροι", "κατράκης mixanes pagotoy", "μεζεδοπωλείο χελώνα θησείο", "σοκολατόπιτα")

γ΄. fashion & design victims  ("παλτό 2010 με κόκκινο βελούδινο μανίκι", "www.ξύλινοι ζωγραφιστοί καθρέφτες",  "αφρολέξ διακοσμητικά για ταβάνι", "μποτάκια στρωτά", "βελούδινοι πίνακες", "πιρουέτα παπούτσια ναυαρίνου", "μπαρμπέρικο κουρείο σχέδια", "αναπτήρες cartier", "μασίφ μεγάλα ασημένια κηροπήγια", "μαχαιροπίρουνα πιρουέτες", "κομμωτήριο κομμωτής",  "μαγαζιά με μπλούζες και κονκάρδες στη Ναυαρίνου", "ανδρικά σλιπάκια", "φωσφοριζέ σλιπάκια", "τατουάζ καρχαρίας/καρχαρίες", "μοντέρνα βελούδινα μόβ σαλόνια")

δ΄. μάστορες ("αλφαδολάστιχο", "ηλεκτροβόλτ", "συνεργείο καυσαερίων εις άγιο δημήτριο (μπραχάμι)", "αδύνατη η ασύρματη σύνδεση υπολογιστή router otenet", "ιδέες για ταμπέλες ιχθυοπωλείων")

ε΄. κουτσομπόληδες ("λούλα", "ο οξύθυμος χαρακτήρας της Βουγιουκλάκη", "ποιο νυχτερινό κέντρο στη Συγγρού kapsan twra ta xristoug")

στ΄. βιτσιόζοι ("φαντάροι με σλιπάκια', "σκατά", "εφαψίας και φιλιά", "σουλτάνες", "μάνα του στρατού")

ζ΄. μάγοι ("τσιγγάνα πρόκα", "ξόρκια", "κατουράω και ξόρκια", "αφρικανικό ξόρκι για ανικανότητα πέουσ")

η΄. επείγοντα περιστατικά ("κοπέλα ξέμεινε από κωλόχαρτο",  "κατουριόμουν κι είχα πέσει σε κίνηση")

θ΄. ποικίλης ύλης ("σαπούνι κηφισιά πέταλο", "xinismenes spilies", "ξένος λυκαβηττός", "3 σοφοί 3 βασιλιάδες φουμ φουμ φουμ", "τριφύλλι οξαλίδα",  "lanz hl", "δόντια καρχαρία", "θησείο αφίσες")

ι΄.  βαμπίρ ( "η καπαρντίνα του βρυκόλακα βίκτωρ", "νοσφεράτου photo") 

 ια΄. ποδηλάτες (εκτός της αναθεματισμένης ακτινολόγησης:  "καλά του ποδηλάτου", "ποδήλατο διπλοσκέλετο", "dahon στα μπλογκς", "podilatika mpatzakia", "palia koursakia", κατάλογος κούρσας peugeot ποδήλατα", "κουρσάκια peugeot", ποδήλατα mercier", "φακαρόλα επίδεσμος", "βαλβίδα σαμπρέλας dahon", "αν το ποδήλατο μου είχε για ρόδες τον ήλιο και το φεγγάρι")

Ωρισμένως συνειδητοποίησα δύο πράγματα, πρώτον ότι παρόλη την ευφάνταστον ποικιλία των αναζητήσεων το ιστολόγιο τούτο κατορθώνει τον άθλο να μην ικανοποιεί στο ελάχιστο ουδεμία εξ αυτών, και δεύτερον ότι παραδόξως οι μισοί και πλέον επισκέπτες δεν απογοητεύονται και επιμένουν όπως αλιεύσωσι τις σχετικές πληροφορίες στο αυτό ιστολόγιο! Οι μανιακοί με τα δόντια καρχαρία, τα σλιπάκια, τη Χελώνα του Θησείου, την σοκολάτα, τους ηλιόσπορους και τα τατουάζ έχουν βρει τουλάχιστον ως φαίνεται έναν κοινό τόπο συνάντησης, άλλως δεν εξηγείται η επί πολλού χρόνου σταθερότητα των ετερόκλητων επισκέψεών τους.  Στον ποδηλάτη - ποιητή έχω να προσφέρω τον συμπληρωματικό στίχο στο "αν το ποδήλατο μου είχε για ρόδες τον ήλιο και το φεγγάρι", κανένας κλέφτης κερατάς δεν θα το είχε πάρει.  Στους υπόλοιπους υπόσχομαι ότι θα συνεχίσω ωσαύτως. 


ΡΟΚ ΕΝ ΡΟΛ ΑΛΛΗΛΟΥΙΑ!

Πάστορες λυσσιασμένοι, λάβροι ιεροκήρυκες με τα μικρόφωνα, μού σπάσατε τ΄αφτιά, μού βομβαρδίσατε τα κύτταρα, πόσο χαίρομαι που πέρασε το Πάσχα, ούτε στον εχθρό μου τέτοια συμφορά, επιτέλους ακούω  πάλι κάθε μέρα δίπλα μου το σχολείο διπλοβάρδια να κοπανιούνται κει μέσα και να ευφραίνομαι σαν με αγγελικές χορωδίες!  

Μαρτύρησα, φέτος ξεπλήρωσα τις αμαρτίες του νότιου ημισφαιρίου από την εποχή του  Κολόμβου, λεπτό δεν μπορούσα να σταθώ στο σπίτι, μέρα ή νύχτα, ξημερώματα ή καταμεσήμερο, έγινε το μυαλό μου πουρές, τα νεύρα μου συρματόσχοινα, μάσησα τα βιβλία μου, τραγάνησα τα σιντί μου, καύσωνας  γλυκυβραστός να σού΄ρχεται τρέλα, τα κουνούπια να γαζώνουν και να μην θέλει πολύ να το χάσεις, το λίγο π΄απέμεινε, να ορμήσεις σαν δαιμόνιο της κολάσεως στην σύναξη των χαρισματικών να δαγκώσεις τον ρήτορα, αλλά θα βγουν άλλοι δέκα ωρυόμενοι σαν τον πάστορα του Ναντάκετ και όφελος μηδέν. 

Νά΄τανε μαύροι να βαράν τις μπατερίας και να ξύνουν το μπεριμπάου, μαύρες να τραγουδάνε τίποτα σάμπες τίποτα γκόσπελ, πού τέτοια τύχη, παρά έκαναν το σχολείο πολυήμερη κατασκήνωση και στήσανε συναυλιακό εξοπλισμό, κι αυτό που δεν κατάλαβα είναι γιατί το κήρυγμα στην Brasília θα πρέπει ν΄ακούγεται ξεκάθαρα  από τις εφτά το πρωί ως τις δώδεκα το βράδυ μέχρι την Goiania, μα κάποιος λόγος θα υπάρχει, πρέπει να εξιλεωθεί ο αμαρτωλός πληθυσμός σε όσο δυνατόν μεγαλύτερη ακτίνα, να μην μείνει ρυπαρή ή καλύτερα καμμιά σκέψη μες το κεφάλι του και να περιέλθει κεκαθαρμένος σε έκσταση!

Κι άμα νιώσεις έτσι, θα πάρεις κι εσύ το μικρόφωνο και θα διδάξεις ουρλιάζοντας  επαναλαμβανόμενες φράσεις σε ντο μι φα, όπως ο γκέστ σταρ τηλεπάστορας, που ομολογουμένως έδωσε ρέστα επί δυόμισι ώρες οδηγώντας το ποίμνιό του στην υπέρτατη ανύψωση, κι όταν τόνισε, Τώρα κάναμε ένα συμβόλαιο με τον Θεό, πάτε στην ευχή του Θεού, εγώ σκέφτηκα, Δόξα τω Θεώ, τετέλεσται, αλλά όχι ακόμη, επανέκαμψε μαινόμενος άλλη μια ώρα, τρεις το μεσημέρι, Μεγαλοσάββατο, κάψα κι η ψυχή μου εξέλιπεν, Θέλω νά΄μαι ευτυχισμένος, θέλω νά ΄μαι ευτυχισμένος, άφριζε το ποίμνιο, Μετανοώ, μετανοώ, Είστε ευλογημένοι, καταιγισμός τυμπάνων, σάλπιγγες της αποκαλύψεως, τέλος του μάταιου κόσμου, δεν θυμάμαι τίποτ΄ άλλο, ξύπνησα τρεις μέρες μετά μεσοπέλαγα μες την κοιλιά του φαλαινοθηρικού. 

Υπογραφή:  Ισμαήλ - Ιωνάς

ουφ...

ΜΕΤΡΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

Πουρνό πουρνό τις προάλλες, ξημερώματα άραχλα με μισό μάτι αλλά μάλλον ολόκληρο αυτί, γιατί έπιασε κάτι παράξενα μουρμουρητά πολύ κοντινά, σκέφτηκα, η  αποκάτω  η μουρλή θα είναι ή καμμιά απόμουρλη επίσκεψή της, αλλά δεν μού ταίριαζε, τόσο πρωί κιόλας, οπότε με τα πολλά, κι αφού ήπια λίγο καφέ να λειτουργήσει το οπτικοακουστικό μου σύστημα, πήρα την δύσκολη απόφαση και άνοιξα το παράθυρο, το κάτω, γιατί το πάνω το΄χω μονίμως ανοιχτό, και τί να δω.  Όπου άνοιξε το μάτι μου διάπλατα σαν το παράθυρο.  Την Πόμπα Ζίρα αυτοπροσώπως!

Αραπίνα με κόκκινο μακρύ φόρεμα, κόκκινο της φωτιάς και τσεμπέρι άσπρο, στο ένα χέρι κλαδιά κι έρραινε, στο άλλο ένα τσιγάρο, λιβάνι στα σύμπαντα ο καπνός, και ψαλμούδιζε πάνω κάτω με στάσεις στις γωνίες ανακατεύοντας τους Ισούς με τον  Γιεζού και την Μαρία Παντζίνια, του Ελέους με  την Σινιόρα των Εφτά Οδών, την Τσιγγάνα, πριν σβήσει ο ήλιος τον Αυγερινό, να πιάσουν οι ευχές, το δέσαμε το κτίριο, φτου αποδώ φτου αποκεί, έφυγε η Μάι ντου Σάντου, η ιέρεια και μέντιουμ της θεάς κι εμένα μού μπήκαν σκέψεις άθλιες.

Αυτό ήταν ξεκάθαρα μια ευοίωνη τελετή ουμπάντα,  σπάνιο να δεις κάτι τέτοιο στα φόρα, αλλά μάλλον πίεζε η σελήνη πού΄χε φτάσει στα μισά.  Επειδή η Πόμπα Ζίρα με τα άπειρα παρωνύμια είναι μια θεά σαν την Αφροδίτη, τρομερή κι επικίνδυνη, άμα είναι στις καλές της πίνει σαμπάνια, άμα τσαντιστεί βαμπιριάζει και πίνει αίμα.  Βέβαια οι τελετές ουμπάντα επικεντρώνονται σε θετικές επικλήσεις, ποιος ξέρει όμως πότε λαχαίνει να γίνουν κιμπάντα και να μαυρίσουν;



Κι εδώ επικεντρώνονται οι άθλιες σκέψεις που προανέφερα.  Κάτι πρέπει να κάνω να τούς τρομάξω αυτούς εδώ που μου κλέβουν τα ποδήλατα!  Μπορώ ας πούμε να βρω την μάγισσα, να κάνουμε ένα νεγκόσιου, να της δώσω τα χρειαζούμενα, την ταρίφα, ένα κοτόπουλο, κεριά, γαρύφαλλα,  τσιγάρα αρωματικά και ποτά και να ψάλλει τον εξάψαλμο στους ποδηλατοκλέφτες, θα το κάνει κρυφά μεν αυτό, αλλά τίποτα δεν μένει κρυφό εδώ γύρω, θα μαθευτεί εν ριπή ότι η γκρέγκα, δηλαδή εγώ, έρριξε κατάρες επίσημες μπραζιλιάνικες να μην κοιτάνε το ποδήλατό της!

Άλλη μια εξαιρετική ιδέα, αν δεν βρω την μάγισσα, είναι κάτι πιο υποχθόνιο, να πάω ν΄αφήσω στο σταυροδρόμι εδώ κοντά, τις ως άνω προσφορές σε κύκλο και στη μέση ένα χαρτί που θα γράφει αντί για τ΄ όνομα, που δεν το γνωρίζω, λαντράουν ντζι μπισικλέτα, ποδηλατοκλέφτης, συν τις κατάρες από κάτω, να τον αναλάβει η Πόμπα Ζίρα, να γίνει λουλακής και να του μαραθεί η τσουτσού, όποιου κοιτάξει έστω το ποδήλατό μου, και για επικύρωση καρφωμένο το χαρτί στο χώμα μ΄ ένα μαχαίρι με δοντάκια, tramontina inox stainless Brazil, σαν αυτό πού πήρα από την κουζίνα της κοινότητας και με παρακολουθούσαν διακριτικά μεν αλλά με ανησυχία τί το ήθελα, και τίν΄αυτός ο Ελύτης και γιατί έχει κολλημένες τις σελίδες.

Κι αν δεν σκιαχτούν μ΄αυτά, απίθανο βέβαια, γιατί είναι μελετημένα και πατροπαράδοτα αφρομπραζιλιάνικα μυστικά, καλό είναι να τα ενισχύσω απόλυτα με ένα σιντί που θ΄αφήσω εκεί σ΄ένα πλαστικό μέσα, όπως και το χαρτί, να μην βραχεί κιόλας, θα το πάρουν να τ΄ακούσουν και θα τα κάνουν πάνω τους, και το σιντί θα παίζει αυτό, όμως χωρίς την μουσική, α καπέλα και δυσοίωνα!

KASHMIR

Πότε φτάσαμε στα τέλη της εποχής των βροχών δεν το κατάλαβα, αλλά το κατάλαβε η πλάτη μου και κοιμάμαι μπρούμητα δυο μέρες τώρα, γιατί  τί τό΄θελα το φανελάκι, δεν είδα που γεμίσανε οι βιτρίνες χειμωνιάτικα, δηλαδή φοράς το πρωί το ξωπλατομανικόβυζο, να καείς καλά καλά, να σε τρώει το βράδυ το τουήντ  60% ακρυλικό, 40%  μαλλί κλωνοποιημένου προβάτου, όπου βράδυ από τις 6μμ. που αρχίζει και νυχτώνει και κάνει φριουζίνιου.  Όμως δεν ζω στο Πόρτου Αλέγκρι, που εκεί αλήθεια θες παλτό τον Αύγουστο, στην Μπραζίλια μένω και τά΄χω δει όλα, ν΄απλώνω σήμερα κρέμες για το κάψιμο και έξω μέρα μεσημέρι σκοτάδι, καταστροφή, καταποντισμός.

εντός του ανελκυστήρος με το αδικοχαμένο ποδηλατάκι

Αν φαίνονται πολύ μπερδεμένα όλα αυτά,  λυπάμαι, δεν μπορώ να κάνω τίποτα, βρίσκομαι κάτω από τον Ισημερινό και γράφω αυτά που νιώθω, δηλαδή σουβλιές στην πλάτη, τους ώμους και την μύτη.  Το εμφανισιακό μου σύνολο έχει χρώμα ροζ, κόκκινο, άσπρο, καφέ ξεφλουδισμένο τόπους τόπους, ένα χάλι πολύ τροπικάλ.  Είχα βγει με κουφόβραση, συννεφιά και ψιχάλες, αλλά η μπόρα αναβλήθηκε. Όμως σιγά μη φορέσω τουήντ, αυτά είναι για την μόδα, που πάνε οι ψωνισμένες και ψωνίζουν μπότες και χειμωνιάτικα σακάκια να φανούν ευρωπαίες, κι από μέσα το μαγιώ σε παπαγαλί χρώματα,  και κολλητά τζιν μες την κάψα με υψηλή ραπτική ανόρθωσης  του οπισθίου,  τις βλέπω και βγάζω σπυριά,  που έχω να βάλω μακρύ ένα χρόνο, μα τη νόσσα σινιόρα την απαρεσίντα.

Θα προτιμούσα δε πιο συχνά την εναλλακτική, δηλαδή το όλως αντίθετο, όπως αρμόζει εδώ, όλο αντιθέσεις, ακραίες μάλιστα, δηλαδή  καφτά σορτσάκια, αλλά τίθεται ένα σοβαρό ποδηλατικό πρόβλημα, διότι αν καθήσω επάνω στην σέλα, αφού θα έχει μείνει εκτεθειμένη έστω και ένα λεπτό σ΄αυτόν τον ήλιο, το έγκαυμα στα μαλακά κι ευαίσθητα το έχω εγγυημένο και μετά θα πηγαίνω για ένα διάστημα μόνο ορθοπεταλιά.  Αφού κιόλας υπάρχουν στιγμές που ανησυχώ σοβαρά μήπως αναφλεγεί το συνθετικό ποδηλατικό βρακί κατά την επαφή του με την φλεγόμενη σέλα.


το άγριο κινέζικο αδερφάκι της Σκουπιδιάρας
       
Ακραίες συνθήκες, τίποτα δεν γλιτώνει, καταστροφή σκέτη, χώμα, λάσπες, ήλιος κερατάς, βροχή παλουκιασμένη!  Υγρασία, καύσωνας, ξηρασία να πίνω ένα λίτρο νερό μονορούφι, μπόρες αλύπητες, κι όλα ταυτόχρονα, πώς γίνεται αυτό δηλαδή, άμα ξαναδιαβάσω γλυκανάλατη περιγραφή για τους ρομαντικούς τροπικούς ορίζοντες θα κυνηγήσω τον συγγραφέα και θα τον πιάσω απ΄τον λαιμό, θα τον γονατίσω μέχρι να πει ήμαρτον, τα έγραψα από την φαντασία μου!


εκδρομή στα νοτιοδυτικά:  γιαούρτι, μάνγκα, φράουλες (μοράνγκου), βατόμουρα (αμορά)



Κατά τ΄ άλλα είμαι υπερικανοποιημένη από την Σκουπιδιάρα,  καταπληκτικό ποδήλατο για τις  βασικές μου διαδρομές, απροβλημάτιστο γενικά και καλά έκανα που επέμενα να το φτιάξω, αν και  απαξίωσαν  περιφρονητικά δυο μάστορες, ο τρίτος υπέκυψε.  Σ΄αυτόν  ετοιμάζω κι ένα μάουνταιν μπασταρδεμένο κι αρχιδάτο για περιπέτειες στο κοκκινόχωμα της άγριας δύσης. Ο μάστορας έφριξε με τα πειραγμένα που τού ζήτησα αλλά υπέκυψε εκ νέου. 

Όμως η Σκουπιδιάρα είναι κάτι ασύγκριτο.   Χώρια που διαφημίστηκε τελευταία σε μια νουβέλα (βλ. σαπουνόπερα) που χαλάει κόσμο, ανήκει στο βαρύ πυροβολικό της εταιρείας Χιούστον, που φέτος χτύπησε στα ίσια την Καλόι,  εν πάσει περιπτώσει είναι ένα μονδέλο αξιόπιστο στην χρήση του για τα χρήματά του, την στιγμή που ακριβότερα  ποδήλατα  συχνά σε κρεμάνε.  Προβληματιζόμουν πώς και αν θα βγάλει κάτι ανηφόρες και δεν κατάλαβα τίποτα.  Δεσπόζει στον δρόμο, κυρία, δεν κολλάει πουθενά, ξαναβρήκα την χαμένη αίσθηση της στροφής με μεγάλη ρόδα,  με κακόμαθε με το μονοτάχυτο, ενίοτε την απογειώνω  και την προσγειώνω μέσα σε χλαπαταγή σιδερικών, επιπλέον διαπίστωσα ότι γνωρίζει τους δρόμους, προφανώς διότι είναι περπατημένη κι ακόμη παρουσίασε από την πρώτη μέρα ασυγκράτητη λιβιδική έλξη! 


Υστερόγαμον:  αυτό αφιερωμένο στο χιλιόμετρο της εποχής της ξηρασίας που έρχεται ολοταχώς... γιατί εδώ από κασμίρι,  μόνο σε τραγούδι!  Κι εδώ εικόνες από το  προχθεσινό Tweed Run του Λόνδον βεβαίως βεβαίως

Η ΑΜΒΡΟΣΙΑ ΤΩΝ ΘΕΩΝ ΤΟΥ ΕΛΝΤΟΡΑΝΤΟ

Στους Ίνκας άρεσαν τα χρυσά λιλιά και όσοι είχαν ένα σκαλί στην πυραμίδα  φορούσαν κάμποσες  οκάδες ντόπιο μασίφ να μένουν σταθεροί.  Το μυρίστηκαν οι Ισπανοί βασιλιάδες και στείλανε τα πιο ελεεινά ρεμάλια ν΄αρπάξουν τα λιλιά απ΄ τους ινδιάνους, να μην εποφθαλμιούν τα δικά τους, να πάρουνε και ποσοστά.

Τρακόσια τριάντα χρόνια αργότερα και μια μέρα ακριβώς, γύρισα σπίτι μου μ΄ ένα σακούλι περουβιάνικο χρυσάφι, απ΄αυτό που λέγαν οι ιστορίες των ταξιδευτών, πώς οι Ίνκας το έτρωγαν να λαμπυρίζουν σαν τον ήλιο.  Τό΄χα κρύψει ανάμεσα σε καλαμπόκια, μήλα, μπανάνες νανίκας, αχλάδια, κρεμμύδια και γιαπωνέζικα αγγουράκια.  Μετά μαγείρεψα με κρέας τον θησαυρό: την Πατάτα Βαρώνη!


Η πατάτα των 'Ανδεων, αρακάτσα ξανθόριζα, πατάτα σάλσα ή  βαρώνη ή  μαντιοκίνια ή σελινοπατάτα και η λύσσα των σεφ σε Βόρειο Αμερική και Ευρώπη, γιατί μια τέτοια νωχελική αριστοκράτισσα, που θέλει ως δέκα μήνες να ωριμάσει  τους χυμούς της συντροφιά με τα  φασόλια, τα καρότα και τον καφέ, πρέπει να καταναλωθεί μέσα σε μια βδομάδα από την συγκομιδή της και δεν αντέχει τις καταψύξεις και τέτοιους απαράδεκτους μοντερνισμούς.

Ο Αγροτικός Συνεταιρισμός του Rio ανακάλυψε τον θησαυρό επίσημα μόλις το 1907 και οι πονηροί μπραζιλιάνοι επέσπευσαν την ωρίμανση της ρίζας στο μίνιμουμ των επτά μηνών, ποντάροντας στο  εύφορο κοκκινόχωμα και στο δεδομένο ότι η βαρώνη δεν είχε ιδιαίτερη ανάγκη  λιπάσματος.  Παραταύτα ακόμα και σήμερα στην παραλία είναι σχετικά άγνωστη γιατί καλλιεργείται σε υψόμετρο στην ενδοχώρα, εδώ γύρω δηλαδή, από μικρούς παραγωγούς λόγω και της υψηλότερης τιμής της.  Η βαρώνη επεκτάθηκε αργά από την γενέτειρά της στις γύρω χώρες, όμως διόλου τυχαία επέλεξε εδάφη που σχετίζονταν με την αριστοκρατική καταγωγή της, τις περιοχές των παλιών ορυχείων χρυσού.

Εγώ γνώριζα την κοινή πατάτα ή πατάτα ινγκλέζα, την γλυκοπατάτα, στο κόκκινο χρώμα του ραπανιού και την μαντιόκα. Με την βαρώνη συναντήθηκα όλως τυχαίως. Την πρώτη φορά, ανίδεη εντελώς,  θεώρησα πώς είναι κει πέρα μια κάποια ποικιλία βραζιλιάνικης πατάτας και την άφησα με κοτόπουλο να βράζει στην κατσαρόλα.  Ύστερα άρχισαν να συμβαίνουν περίεργα πράγματα.  Μού μύριζε σέλινο.  Λέω, η ιδέα μου θα΄ναι, παραπείνασα και ονειρεύομαι σελινάτο.  Έγκυος δεν ήμουν.  Μετά από λίγο μού μύριζε φουντούκι και σέλινο.  Λέω, δεν είμαι καλά, είναι από την ίωση.  Δεν είχα και καλή όσφρηση.

Κατόπιν μού μύριζε σέλινο, φουντούκι, σοκολάτα, κάστανο, καρότο και μέλι.  Σκιάχτηκα.  Ανοίγω με επιφύλαξη το καπάκι και κοιτάω.  Η πατάτα είχε αποκτήσει το χρώμα του σαφράν και μοσχοβολούσε.  Όταν ετοιμάστηκε, η σάλτσα ήταν κάτι απερίγραπτο.  Λίγο από τις πατάτες είχε λιώσει, το περισσότερο έστεκε κανονικά.  Το κοτόπουλο είχε γίνει εξαιρετικό κι εγώ μεταμορφώθηκα ξαφνικά από μαγείρισσα της πυρκαγιάς σε σεφ!  Χωρίς πρόβλημα παρουσίαζα το πιάτο σ΄οποιοδήποτε τραπέζι και περιττό να πω,  δεν άφησα ούτε σταλιά από την αμβροσία!

Το δεύτερο πείραμα έγινε με μοσχάρι ποντίκι.  Θεϊκό.  Στο μεταξύ ερεύνησα τους θυρεούς της βαρώνης.  Απελπισμένοι αμερικανοί μάγειροι γράφουν σε φόρα να βρουν λίγη για τα σουφλέ και τα νιόκι τους,  ενώ ανύποπτες μαμάδες στο Περού, την Κολομβία, την Βολιβία, το Εκουαδόρ, την Βραζιλία και την Βενεζουέλα την κάνουν πουρέ για τα μωρά τους, διότι είναι θρεπτική, διουρητική κι ευκολοχώνευτη.  Ωμή είναι υποκίτρινη και πιο σκληρή από την κοινή πατάτα, αλλά  με το μαγείρεμα σκουραίνει και μελώνει.  Περιέχει τέσσερις φορές περισσότερο κάλσιο από την κοινή πατάτα, βιταμίνες άλφα και σε, ποτάσιο, σίδηρο, υδατάνθρακες και καροτίνη σε βαθμό, που αν τρώει κανείς συχνά γίνεται χρυσαφής. Επιπλέον κερδίζει τον Χρυσό Σκούφο!

Υστερόγαμον:  ποιες τρούφες και αηδίες...