ΜΥΣΤΗΡΙΟ!



Μετά από τρεις μέρες άδικης ταλαιπωρίας κατάφερα επιτέλους χθες το βράδυ να συνδεθώ στο Internet, αφού πρώτα κόντεψα να κάψω τον κατακαημένο υπολογιστή μου, στον οποίο οφείλω μια συγγνώμη, αφού δεν έφταιγε αυτός ούτε το πρόγραμμα της ασύρματης σύνδεσης με USB, το οποίο απεγκατέστησα και εγκατέστησα τέσσερις φορές καθ΄ υπόδειξη τεχνικού του ΟΤΕ.

Όμως παρότι ο ρούτερ μου έδινε σήμα, όλα τα λαμπάκια αναμμένα, το στικ της ασύρματης σύνδεσης λάμβανε τα διαθέσιμα δίκτυα, ο ΟΤΕ με βεβαίωνε ότι το μόντεμ λειτουργεί και η σύνδεσή μου δεν έχει κανένα πρόβλημα, μάλιστα έλεγξα και την κατάσταση των συσκευών βήμα βήμα με οδηγίες από τηλεφώνου, γιατί λοιπόν η ασύρματη σύνδεση παρουσιαζόταν ανενεργή με ειδοποίηση, ότι αδυνατεί να συνδεθεί με τον απομακρυσμένο υπολογιστή; Εργασίες του ΟΤΕ; Χαμηλό δίκτυο; Μου κλέβουνε από τη σύνδεση; Επηρεάζεται το σήμα από κεραίες; Υπάρχουν συσκευές στο σπίτι που παρεμβάλλονται; Είχα αρχίσει να υποψιάζομαι τη γάτα, ότι εκπέμπει μαγνητικά κύματα που προκαλούν διαταραχές στο δίκτυο!

Μυστήριο, που χρειαζόταν την θεία συνδρομή του αγίου Ισιδώρου της Σεβίλλης, αν τελικά έχει οριστεί ως προστάτης του διαδικτύου, αλλά ίσως και να μην έχει αναλάβει ακόμη χαρτοφυλάκιο. Κατέληξα να πιστεύω, ότι ο οδηγός της ασύρματης σύνδεσης αυτοκτόνησε δι΄απαγχονισμού, όπως προ καιρού ο ήχος αλλά ευτυχώς όχι το φως. Εξάλλου ο υπολογιστής αρνείται πεισματικά την είσοδο στα ιδιαίτερα διαμερίσματά του, μετά βασάνων και κόπων μπήκα στο BIOS, όσο για format μάλλον αποκλείεται να το δεχθεί ποτέ πια, ειδικά από σεσημασμένες μαστροχαλαστρούδες σαν και μένα.

Στο μεταξύ, επειδή ο υπολογιστής μου είναι παλιός και ταλαιπωρημένος, σκέφτηκα πως ήρθε η ώρα να πάρω έναν άλλο, αγόρασα λοιπόν αποφασιστικά, με κίνδυνο πτώχευσης, έναν φορητό, που βρήκα με καλά χαρακτηριστικά και σε καλή τιμή, ο οποίος επίσης αδυνατούσε να συνδεθεί! Αλλά μετά από την τριήμερη ταφή, η σύνδεση αναστήθηκε μετά τα μεσάνυχτα! Μια έλλαμψη μέσα στο σκότος με οδήγησε στο ρούτερ, του οποίου επανατοποθέτησα όλα τα καλώδια για τρίτη φορά και τότε η σύνδεση επετεύχθη! Ερωτήσεις, όπως γιατί δεν έπιανε πιο πριν, όσο κι αν δοκίμασα τα καλώδια, κι ενώ όλα έδειχναν εντάξει, απαγορεύονται λόγω ηλεκτρονικού μυστηρίου!



Υστερόγαμον: Η αποδομημένη ανοιξιάτικη εικόνα μου

Ο ΠΙΝΤΣΟΝ ΚΑΝΕΙ ΠΟΔΗΛΑΤΟ


Τι να πω τώρα... Το μπλογκ μου νιαουρίζει σαν πεινασμένο γατί και θέλει ποστ. Εγώ πάλι δεν μαζεύομαι. Κι αν μαζευτώ, ανοίγω τον υπολογιστή, σουλατσάρω λίγο, παρντόν, σερφάρω, και τον κλείνω σχετικά γρήγορα. Άλλοτε πάλι διαβάζω κάτι άσχετα, για παράδειγμα μια διατριβή περί αερογράφων (καλά, ε, ολόκληρη επιστήμη με φανατικούς στο χώρο!) ή χαζεύω τη ζωγραφική των Urban Sketchers ή συγκρίνω γεωμετρίες ποδηλάτων ή πάλι ψάχνω τη χαμένη φάτσα του Πίντσον.
Τελικά από τον Πίντσον είναι γνωστές μόνο δυο τρεις φωτογραφίες, κι αυτές ασπρόμαυρες απ΄το κολέγιο και το Ναυτικό. Μετά ως συγγραφέας αποφάσισε να κυκλοφορεί σαν τον Αόρατο Άνθρωπο. Το βρίσκω ενδιαφέρον, αφήνει και περιθώρια στη φαντασία. Άραγε εργάστηκε για τη NASA; Πήγε ποτέ σε ορθοδοντικό για τα μπροστινά πεταχτά του δόντια; Ζει στις ΗΠΑ ή μπορεί να πέσω πάνω του με το ποδήλατο στο Περού (όταν πάω) και να γράψουν την άλλη μέρα οι περουβιάνικες εφημερίδες "Ποδήλατο παρέσυρε συγγραφέα καθώς γέμιζε την πίπα του;"
Στην πραγματικότητα δεν μ΄ενδιαφέρει η φάτσα του ούτε ο χαρακτήρας του, ούτε αν το πρωί πίνει τσάι, καφέ ή ρούμι ή αν το βράδυ κοιμάται με τα ρούχα ή δεν κοιμάται καθόλου. Το βασικό για μένα είναι, γιατί να κυκλοφορώ σ΄όλο το λεκανοπέδιο με ένα από τα ογκώδη βιβλία του στη σχάρα του ποδηλάτου, με κίνδυνο κιόλας να διαλυθεί το βιβλίο πριν το διαβάσω. Ίσως να θέλω να τον ταλαιπωρήσω λίγο, όπως με ταλαιπωρεί κι αυτός!

Το βιβλίο λοιπόν γύρισε το λεκανοπέδιο! Παπάγου, Γαλάτσι, Κυψέλη! Πέρασε λεωφόρους, πλατείες, πάρκα και κόμβους! Πήγε στην Αγ. Παρασκευή για σουβλάκια, στου Ψυρρή για μπουγάτσα, στον Ταύρο για καφέ, στο Πανεπιστήμιο για χυμό φράουλα, στα Εξάρχεια για μπύρα! Πήγε στο Σύνταγμα και διαδήλωσε υπέρ των ποδηλάτων στο μετρό και παντού δηλαδή! Άκουσε μουσική οn ride, τρομπέτες και κύμβαλα. Τη θάλασσα την απέφυγε προς το παρόν, αλλά από βδομάδα δεν την γλιτώνει! Ο συγγραφέας φάντασμα λοιπόν γράφει παράξενα βιβλία που αν μη τι άλλο, κάνουν ποδήλατο!
Υστερόγαμον: 1. Aπό το εξώφυλλο του Mason & Dixon, cover designer Raquel Jaramillo.
2. Σασμάν του PX10, με διακρίσεις στο Γύρο της Γαλλίας τις δεκαετίες '60-70.

ΟΝΕΙΡΟ

Alison

είναι κακόφημος ο Απρίλης
γιατί περνάει σαν όνειρο
ξυπνάς μες τον ιδρώτα
και δεν θυμάσαι το δωμάτιο
σκληρός κι ανάλαφρος
αφήνει πίσω ένα φουλάρι
να πνέει μεταξωτά στο δρόμο
τυχαία να πνίγονται οι πεζοί
μες τον καφέ πέφτει ένα χνούδι
και τότε τίθεται το δίλημμα
τα ενδιάμεσα εκρήγνυνται
αν δεν πετάξεις θα σαπίσεις
πόλεις ολόκληρες υπονομεύονται
από στροβίλους ανθοπέταλων
μα πάλι έχασες με δισταγμούς
το άνοιγμα που αφήνει τ΄όνειρο
κι όλα τα δέντρα θάλασσες
κι όλα τα δέντρα σύννεφα
αρμένισαν με πρώρα τους πουλιά
λαθρεπιβάτες και ίκαρους

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!


Και ναι, Χριστός Ανέστη, και ναι, είναι Κυριακή του Πάσχα και τα μυαλά στα πιάτα! Να ζήσουν οι εορτάζοντες και οι μη εορτάζοντες την ονομαστική τους, όσοι ξέρω κι όσοι δεν ξέρω! Και γω, αφού είναι Λαμπρή, έβγαλα τη μαύρη κορδελίτσα απ΄το ποδήλατό μου για τον Vigor και θα βάλω μιαν άσπρη, γιατί τελοσπάντων ο Vigor έχει ένα συννεφένιο ελαφρύ ποδήλατο κι εγώ ένα σιδερένιο είκοσι κιλά συν κλειδαριές συν βιβλία και φέρνω βόλτες την Αθήνα, άδεια, ολόαδεια, τόσο άδειους δρόμους απ΄τον Δεκαπενταύγουστο είχα να δω, μόνο εγώ κι οι κλούβες!
Μα σε τόσο έρημους δρόμους, μου κακοφαίνεται να κυκλοφορώ! Δυσκολεύομαι! Εγώ ΄χω συνηθίσει κίνηση, καυσαέριο, χαλασμό, σλάλομ, μούντζες και βρισίδι! Τα ανακλαστικά μου πάνε να λειτουργήσουν, συνηθισμένα από την καθημερινή κίνηση, αλλά δεν συντρέχει λόγος να είναι σε τόση ετοιμότητα, ματαιώνονται, και με πιάνει εκνευρισμός! Δεν μου κάθεται καλά αυτή η πραότης! Χμ, δυο τουρίστες από δω, αχμ, ένα μηχανάκι αποκεί, αραιά και που κανένα ταξί ή λεωφορείο, κλειστά τα περίπτερα! Ε, όχι, δεν είναι η όψη της Αθήνας αυτή! Στην Αθήνα ταιριάζει το χάος, τέλος!
Να φανταστεί κανείς ότι μπορούσες να πας ανάποδα στα στενά του Θησείου και, παρότι υπήρχε κόσμος, να καθήσεις για καφέ, όπου ήθελες! Άφησα και το ποδήλατο χύμα και απλώθηκα. Μα πού βρισκόμουν; Στο ράδιο έπιασα γαλλικά τραγούδια, ξαφνικά αλλάζει η συχνότητα -εγώ ακίνητη- κι από το La Boehmeeeee... βρέθηκε στο Άιντε, ρούσσα παπαδιά! Προσγειώθηκα! Είναι Πάσχα! Ευτυχώς εκείνη τη στιγμή ακριβώς ήρθε η παρέα μου, που παρήγγειλε βυσσινάδες!
Κι αφού είναι Πάσχα, θάνατος στους κρεοπώλες! Πωπωπώ και τι έχω, τι να΄χεις, εφτά χρόνια πελάτισσα έχεις τη μάνα μου άθλιε Ιούδα, και της πούλησες λύκο ωμό γδαρμένο και μεταμφιεσμένο σε κατσίκι! Συν χοντροκεφαλές σαν τη δική σου, που δεν ψήθηκαν ποτέ τους! Τρίτος χασάπης άκυρος, ανά εφτά χρόνια πάει το κακό! Κρίμα τα χρήματα και ο κόπος της στην κουζίνα. Δεν έχουμε και σκύλο, να δοκίμαζε, να μην τα έτρωγε ούτε αυτός. Του χρόνου θα τους πείσω όλους να φάμε ψάρι!


Υστερόγαμον: Το πρώτο αβγό που έσπασε ήταν το δικό μου, και μύτη και κώλο!

VINTAGE!


Ήρθε η άνοιξη, τα πουλάκια κελαηδάνε κι ο κόσμος ντύνεται πιο αεράτα και χρωματιστά. Καιρός λοιπόν και για μένα ν΄ ανανεώσω την ποδηλατική μου εμφάνιση. Βέβαια, όταν λέμε ανανεώσω δεν εννοώ ότι θα πειράξω καθόλου το κόκκινό μου ποδήλατο. Αυτό διάγει μάχιμο βίο κάθε ημέρα και αντέχει σαν σκυλί του βουνού. Όμως βλέποντας μια ηλεκτρονική αγγελία για ένα vintage κουρσάκι Peugeot, δεν άντεξα πλέον. Είχα φτάσει στα όριά μου. Πριν μερικές μέρες είχα αναγκαστεί να σταματήσω στην Πανεπιστημίου από αιφνίδια ταχυκαρδία! Διαδοχικά είχαν περάσει από μπροστά μου δυο κουρσάκια, ανακαινισμένα κουκλιά, ένα κόκκινο κι ένα μπλε Peugeot. Έκανα στην άκρη και τα θαύμαζα με σηκωμένη τρίχα. Πόσο να αντισταθεί κανείς;
Αυτές οι παλιές αγάπες... Το πρώτο μου "ενήλικο" ποδήλατο, ήταν ένα γυναικείο κόκκινο Kahlkof, ίσου μεγέθους με αυτό που κυκλοφορώ τώρα. Όμως τελικά ήθελα κάτι πιο δυναμικό και μετά από δυο τρεις βόλτες πέρασα στα κλασικά κουρσάκια, ένα μαύρο Mercier κι έπειτα ένα κίτρινο Peugeot, μοντέλο του ΄86. Μ΄εκείνα τα κουρσάκια είχα κάνει πολλά χιλιόμετρα μες την Αθήνα για 7-8 χρόνια. Έτσι, όταν πέτυχα την αγγελία, δήλωσα ενδιαφέρον και πήγα να το δω. Είναι ένα μοντέλο Peugeot του ΄88, άσπρο. Ψάχνοντας τους παλιούς καταλόγους της εταιρείας, βρήκα την γαλλική εκδοχή του ως Mach3, με λευκή σέλα, τιμόνι και καλώδια, ενώ το Aubisque του ίδιου έτους είναι μια ολλανδική παραλλαγή με άλλο ντεραγιέ, καλουπιέ πετάλια και μαύρη σέλα, τιμόνι και καλώδια.
Το πρόβαρα, νομίζω ότι μου κάνει και το αγόρασα επί τόπου. Ο κύριος που μου το πούλησε, ανέλαβε να το μεταφέρει με το αυτοκίνητό του στον παλιό μου ποδηλατά, ο οποίος είχε αναπαλαιώσει και συντηρήσει κάποτε τα κουρσάκια μου. Και παρότι το λευκό δεν είναι το χρώμα μου, προτιμώ τα έντονα χρώματα, ωστόσο θα το αφήσω ως έχει, γιατί είναι το δικό του κι επιπλέον βρίσκεται σε καλή κατάσταση. Φαίνεται πως η Peugeot υιοθέτησε πολύ το λευκό από τα τέλη της δεκαετίας του '60 μέχρι και τα τέλη του ΄80, σε κούρσες και σικ αντρικά και γυναικεία ποδήλατα για την πόλη αλλά και το τένις! Ένα παράξενο πράγμα είναι ότι το λευκό έχει γίνει πάλι της μόδας στα ποδήλατα τα τελευταία χρόνια!


Το βέβαιο είναι ότι θα του βάλω μαύρη στενή σέλα και μαύρη ταινία τιμονιού, επίσης θ΄αλλάξω τα συρματόσχοινα, τα τακάκια φρένων και τα λάστιχα, και θα τοποθετηθούν πετάλια, γιατί λείπουν τα δικά του. Για τα υπόλοιπα μηχανικά στοιχεία θα φροντίσει ο επιστήμων, ο οποίος θα το ρυθμίσει τέλεια, γιατί είναι από τους ανθρώπους που αγαπούν το ποδήλατο και δεν σου λένε, πέτα το και πάρε άλλο, αλλά φροντίζουν το κάθε όχημα με προσοχή, είτε παλιό μοντέλο είναι είτε καινούργιο. Το συγκεκριμένο είναι 12τάχυτο με τα λεβιεδάκια χαμηλά στον σκελετό, κάτι που απεχθάνονται πια πολλοί αλλά εμένα μ΄αρέσει. Έπειτα έχουν πλέον βγει ποδήλατα με πολύ περισσότερες δυνατότητες στο σύστημα ταχυτήτων, για τις δικές μου ανάγκες όμως αυτό είναι μια χαρά, αξιόπιστο κι ακόμη ελαφρύτατο.
Η Peugeot μέχρι τα τέλη του '90 ουσιαστικά σταμάτησε την παραγωγή, και παρότι επανεμφανίστηκε από το 2006, δεν φτιάχνει πια τα ποδήλατα που έφτιαχνε κάποτε και κυκλοφορεί μόνο η φίρμα σε αδιάφορης ποιότητας σκελετούς ή πάλι σε μάλλον ακριβά μοντέλα σαν συμπλήρωμα των αυτοκινήτων. Όμως τα παλιά μοντέλα της χάρις στη φήμη που απέκτησαν στο Γύρο της Γαλλίας και τη φινέτσα τους συχνά αναπαλαιώνονται, όπως και άλλα παλιού τύπου ποδήλατα, και κυκλοφορούν μ΄έναν αέρα vintage αισθητικής.

ΤΟ ΠΟΔΗΛΑΤΑΚΙ ΠΑΕΙ ΣΤΗ ΡΕΜΑΤΙΑ

Ήσυχα ήσυχα κυλούσε το ποταμάκι στη ρεματιά Χαλανδρίου, όπου χθες το απόγευμα κάμποσοι μπουχτισμένοι από την άσφαλτο αστικοί κυρίως ποδηλάτες, με εκκίνηση από το Θησείο, βρέθηκαν να δοκιμάζουν το χώμα και να επιχειρούν να περάσουν το ποταμάκι, άλλοι με επιτυχία κι άλλοι με δυστυχία, όπως εγώ, που δεν πήρα καθόλου φόρα, μπήκα με ασυνείδητη αυτοπεποίθηση μέχρι το ήμισυ και κατόπιν βούτηξα πρώτα το αριστερό και μετά και το δεξί πόδι στο δροσερό νερό, φωνάζοντας, όχι! όχι! και τότε άκουσα από απέναντι τα συγχαρητήρια τύπου, welcome to the club!
Ακολουθήσαμε το ρέμα σε όσα τμήματα ήταν δυνατόν, και σε μερικά σημεία με το ποδήλατο στα χέρια και βγήκαμε μέσα από κάτι άγνωστες σε μένα γειτονιές κοντά στην Αττική Οδό σε ένα πάρκο πάνω από τη ρεματιά, με πλατεία, παιδική χαρά και καφετέρια. Ήταν επιτέλους η ώρα, διότι είχα φύγει βιαστικά το μεσημέρι από το σπίτι και χρειαζόταν ένας καφές. Στην παρέα είχαν προστεθεί δυο κοπέλες κι ένα αγόρι που συναντήσαμε διαδοχικά στο δρόμο, έχοντας βγει για βόλτα με τα ποδήλατά τους. Στο γυρισμό περάσαμε πάλι από τη ρεματιά με μια στάση στην κατάληψη του κτήματος Πραπόπουλου. Στο θέατρο ετοιμάζονταν και κάποιες εκδηλώσεις με μουσική για το βράδυ, αλλά δεν ξέρω αν έμειναν κάποιοι, οι περισσότεροι συνεχίσαμε προς το Ολυμπιακό Στάδιο.
Λίγο πριν το Στάδιο μου λέει Το Τρελό Αγόρι: Όλα ωραία, και ευτυχώς δεν έχουμε κανένα λάστιχο! Τι ήτανε να το πει; Δεν περνάει μισό λεπτό και σκάει το πίσω δικό του! Αυτό φουσκώθηκε προσωρινά και μετά από λίγο αλλάχτηκε. Κάπου εκεί συνειδητοποίησα, ότι το ένα βρεγμένο μαύρο καλτσάκι που είχα απλώσει μπουγάδα πάνω στη σχάρα είχε μείνει μόνο του. Το άλλο είχε αποφασίσει να φύγει κάπου στη διαδρομή.
Στο ΟΑΚΑ είχε αγώνα, σημαίες της ΑΕΚ παντού, καντίνες και μηχανάκια. Μας υποδέχτηκαν ιαχές που έσειαν το γήπεδο, καθώς διασχίζαμε το σεληνιακό τοπίο, περνώντας στ΄αριστερά μας την πισίνα και τραβώντας κατά μήκος της αψίδας του Καλατράβα. Τελικά βγήκαμε στο σταθμό του Ν. Ηρακλείου, κι εκεί χωρίσαμε δυο ομάδες, μια για κέντρο και νότια και μια για Αγ. Αναργύρους, για να συνοδευτεί και μια κοπέλα που χτύπησε λίγο περνώντας από τις μπάρες του πεζόδρομου. Εκεί διαπίστωσα, ότι είχε φύγει και το δεύτερο καλτσάκι! Σημάδι, ότι τέλος τα καλτσάκια! Στο εξής, σανδάλια!
Κατηφορίζοντας τη Λεωφόρο Ηρακλείου, εθεάθη απίστευτος ποδηλάτης άνευ σέλας! Στην δε Πατησίων αναπνεύσαμε πάλι μπόλικο καυσαέριο, και ήρθα στα σύγκαλά μου, μετά από τόση φύση!
Το παρόν ποστ αφιερώνεται στην μνήμη του Vigor, Γιώργου Βίδου, δασκάλου από τα Γιάννενα, αθλητή και ποδηλάτη, 31 ετών, που υπήρξε θύμα φορτηγού προχθές το Σάββατο του Λαζάρου 11.4.09 κατά την διάρκεια της συμμετοχής του με άλλους 140 ποδηλάτες στο Brevet Πύργου. Θερμά συλλυπητήρια στην οικογένειά του.

ΣΟΚΟΛΑΤΟΠΙΤΑ!


Χθες είχε μια βραδιά βελούδινη σαν μους σοκολάτας. Τριάντα περίπου ποδηλάτες κύλησαν σιροπιαστά στους νυχτερινούς δρόμους με αφετηρία το Θησείο και ποδηλάτησαν επί τρεις ώρες στα μυστηριώδη δυτικά προάστεια. Στην βόλτα αυτή υπήρχε και μουσική από το θρυλικό καφασόφωνο, ήτοι στερεοφωνικό σε φονικού τύπου καφάσι πολύχρωμο με πασχαλινό λαγουδάκι διακοσμητικό επάνω σε GT ποδήλατο! Αντί για ρακόμελα στο τέλος, αποφασίστηκε γλυκό στου Ψυρρή. Παρότι δεν είμαι πολύ του γλυκού, τις τελευταίες μέρες το είχα σκεφτεί και ήρθε ακριβώς την κατάλληλη στιγμή.
Αυτό δεν ήτανε γλυκό! Ήτανε ο παράδεισος, που υπόσχεται ο Μωάμεθ στους πιστούς! Το μισό πιάτο ζεστή σοκολατόπιτα να κολυμπάει στην σοκολάτα και το άλλο μισό παγωτό καϊμάκι μεγέθους Μάτερχορν! Υπήρχαν κι άλλες επιλογές, φραουλόπιτα, ραβανί, πορτοκαλόπιτα, διάφορα, αλλά εγώ πήγα με κλειστά μάτια και κολύμπησα μέσα στη σοκολάτα. Σ΄αυτά τα πράγματα δεν έχω διλήμματα και αναστολές! Από το παγωτό να ομολογήσω, ότι κατάφερα το μισό!
Πέρα από το κολύμπι στη σοκολάτα, έχω μια όρεξη να κολυμπήσω στη θάλασσα, αλλά ο καιρός είναι παράξενος. Έτσι το πιθανότερο είναι πώς αύριο θα βολοδέρνω μαζί με καμμιά σαρανταριά ποδηλάτες κατά τα βόρεια προάστεια. Αν ο καιρός κάνει πήγαιν΄ έλα, θα κάνω και γω! Πάντως η άνοιξη έχει έρθει και το επιβεβαίωσα πάνω στο ποδήλατο. Ξαφνικά βρίσκομαι μέσα σ΄ένα όνειρο από μυρωδιές, κυρίως νυχτολούλουδα και νεραντζιές, τόσο έντονα, που πρέπει να προσέχω μην ξεχαστώ, ότι βρίσκομαι στην Αθήνα και σκάσω πάνω σε κανένα τρόλεϊ σαν ζαλισμένο έντομο.
Αν οι μυρωδιές της άνοιξης με ζαλίζουν εν κινήσει, υπάρχουν και χρώματα που καθηλώνουν. Δηλαδή οι πασχαλιές. Αυτές για μένα είναι συνδεδεμένες με το διάβασμα. Κι επειδή σ΄αυτό το μπλογκ έχω αναφερθεί συχνά σε παλιόγερους, να αναφέρω και τον αειθαλή Bauman του οποίου "καταναλώνω" τα βιβλία τώρα τελευταία και φαίνεται επιβεβλημένο να συνδυάσω την ανάλαφρη γραφή του με τον ρευστό ίσκιο μιας μετανεωτερικής ανθισμένης πασχαλιάς (έχω μια συγκεκριμένη)!

ΤΑ ΓΕΝΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΧΤΕΝΙΑ ΤΟΥ ΠΟΔΗΛΑΤΟΥ

To απόγευμα είχε τέτοια κίνηση στο δρόμο, ώστε συνέβη στο ύψος του Μετρό του Αγ. Δημητρίου, όπου είχα σταθεί, να έρθει μετά από λίγο και να με προσπεράσει ένα μικρό πούλμαν, το οποίο είχα προσπεράσει εγώ στους Στύλους! Χάος. Έπειτα έκανα ψώνια. Μπήκα σε κατάστημα με είδη μηχανών και πήρα πλεχτά γαντάκια χωρίς δάχτυλα νούμερο large! Τέσσερις άνθρωποι εκεί μέσα δεν το πίστευαν, ότι δεν μου έκανε το medium. Κυρίως όμως ήθελα ένα καθαριστικό αλυσίδας, γιατί το Σαββατοκύριακο καταβασανίστηκα με το θέμα.
Το Σάββατο το απόγευμα αποφάσισα να καθαρίσω το ποδήλατο, το οποίο δεν φαινόταν από το χώμα και τη βρομιά. Επιπλέον ένιωθα, ότι δεν τράβαγε. Αυτό που δεν είχα φανταστεί ήταν, ότι το ντεραγιέ είχε βγάλει μούσια και μαλλιά! Δυο ώρες πάλευα να το πλύνω και να βγάλω τις τρίχες, που με φρίκη διαπίστωσα, ότι είχαν στριφτεί γύρω απ΄τα γρανάζια και τις ροδελίτσες του εκτροχιαστή. Πούθε βρέθηκαν οι τρίχες; Κι όχι μόνο τρίχες αλλά και ακίδες και χνούδι εκτός από το ξεραμένο γράσο και τη λάσπη. Στο σπίτι δεν το ανεβάζω, τρίχες απ΄τα γατιά δεν ήταν, τα μαλλιά μου δεν τα χτενίζω με την εφταπλέτα, απορία.
Αίφνης θυμήθηκα. Πολλές φορές παίρνοντας το ποδήλατο από την είσοδο της πολυκατοικίας δίπλα στη σκάλα που τ΄αφήνω, είναι γεμάτο σκόνη και σκλήθρες απ΄το σκούπισμα της σκάλας και τα χαλάκια. Ιδού η αιτία της αφύσικης τριχοφυΐας του ντεραγιέ!
Την Κυριακή θέλησα να το λαδώσω και να βγω. Αμ δε. Το λάδωμα εξελίχθηκε σε θρίλερ, αφού διαπίστωσα κι άλλες τρίχες στο κέντρο της ροδέλας, που είναι πριτσινωτό και δεν λύνεται. Τραβολογούσα λοιπόν τις τρίχες, εκείνες κόβονταν και εγώ πάλευα να τις βγάλω με οδοντογλυφίδες. Τρίχες υπήρχαν επίσης στο μπροστινό σασμάν, την πεταλιέρα και αρκετά σημεία της αλυσίδας.
Μετά μισό πακέτο οδοντογλυφίδες, δυο τρία πανάκια, ένα μπουκάλι βενζίνη και δύο σφουγγαράκια με σαπούνι, με τα οποία έγδαρα τρεις φορές τα χέρια μου, επιτέλους όλα καθάρισαν και μπόρεσα πλέον να λαδώσω το ποδήλατο και να φύγω. Στο δρόμο κατάλαβα τη διαφορά. Πριν τον καθαρισμό μπούκωνε ενώ μετά πήγαινε αεράτα. Δεν τό ΄ξερα, πως ήθελε κομμωτήριο! Προς το παρόν του βάζω μια σακουλίτσα στο πίσω ντεραγιέ, όταν το δένω, και ίσως δοκιμάσω κανένα σεντόνι, κατά προτίμηση κλαρωτό ή καμιά μαξιλαροθήκη παρδαλή...
Ποδηλάτες που με είδανε με ρώτησαν, τι έκανα στο ποδήλατο, αν άλλαξα το πηρούνι και τέτοια, όμως η απλούστατη αλήθεια είναι, ότι απλώς το είχα πλύνει. Επειδή από τη μια η κλεισούρα και η βενζίνη κι από την άλλη η καταραμένη ίωση μου είχαν δημιουργήσει έναν πονοκέφαλο, έκανα μια καλή βόλτα μιας και είχε σταματήσει να βρέχει, μπήκα από την πύλη της Πανεπιστημιούπολης και βγήκα από την άλλη μεριά στο νεκροταφείο του Ζωγράφου.
Κατόπιν κατηφόρησα και πήγα στην πλατεία Γαρδένια, όπου κάτοικοι έχουν κάνει κατάληψη στην καφετέρια, η οποία αν θυμάμαι καλά είναι του δήμου και είχε πάψει να λειτουργεί εδώ και χρόνια. Εκεί οι Ανατολικοί Ποδηλάτες είχαν από το απόγευμα διάφορες εκδηλώσεις με θέμα το ποδήλατο. Στις δέκα το βράδυ κάναμε μια βόλτα στη γύρω περιοχή περίπου 20 άτομα, επίσης και παιδάκια. Λίγο πριν το τέλος φύγαμε τέσσερις για να πάμε σπίτια μας με τρελό πετάλι. Πονοκέφαλος; Τρίχες!

ΗΛΙΟΣΠΟΡΟΙ

Απόψε βαριόμουν. Κάθησα σπίτι και έτρωγα ηλιόσπορους. Παλιά, διαβάζοντας κατανάλωνα ολόκληρα κιλά από σπόρους με τα φλούδια να σχηματίζουν βουνά γύρω μου. Τότε μάλιστα είχα κι άλλο ένα ελάττωμα, διάβαζα ένα βιβλίο πολλές φορές, οπότε μέχρι να διαβάσω όλον τον Ιούλιο Βέρν, τον Ντίκενς και τον Ουγκό, επί τον εαυτό τους πολλαπλασίως, είχα τραγανήσει ένα τάνκερ σπόρους. Υπήρχε ένα κατάστημα ξηρών καρπών κοντά στο σπίτι μου, τώρα έχει πάρει σύνταξη ο μάστορας, που είχε μεταξύ άλλων, πολύ ωραία ψημένους ηλιόσπορους με μπόλικο αλάτι. Κι ακριβώς κάτω από το σπίτι σ΄ ένα ημιυπόγειο υπήρχε ένα μικροσκοπικό εργαστήριο, το οποίο έψηνε φουντούκια, τα έβγαζε έξω στο πεζοδρόμιο πάνω σ΄ένα καραβόπανο και τα μεσημέρια η μυρωδιά σε τρέλαινε απ΄τη γωνία. Με τον μάστορα είχα βάλει στοίχημα ότι το σκυλί μου μπορούσε να φάει ηλιόσπορους. Πράγματι, της έδωσαν, τον καθάρισε, έφτυσε το φλούδι και τον έφαγε. Για μένα οι ηλιόσποροι πρέπει να ΄ναι ή καλοψημένοι ή σκέτοι, αλλά στη δεύτερη περίπτωση να τσιμπάω κατευθείαν από το ηλιοτρόπιο.

Αυτά με τα αλμυρά. Πάμε στα ξινά. Γύρω απ΄το Λυκαβηττό έχει μουριές και πάνω στο Λυκαβηττό ξινήθρες. Μετά τα μούρα, τα οποία ήταν πότε ξινά και πότε γλυκά, προχωρούσα στην αποψίλωση των ξινήθρων. Είναι ένα κίτρινο λουλουδάκι με μακρύ κοτσάνι και ξινό χυμό. Διάλεγα από καλό σημείο να μην είναι κατουρημένες ξέρω γω τι, και μασουλούσα το κοτσάνι. Ατέλειωτες βόλτες με το σκυλί, με το ποδήλατο, με μηχανάκι, με φίλους, με βιβλία, όλη η ανοιξιάτικη παραγωγή ξινήθρας καταναλωνόταν με γοργό ρυθμό. Για μετά, που είχες μουδιασμένα δόντια και γλώσσα, μπορούσες να πιπιλήσεις μερικά άσπρα ανθάκια ενός θάμνου, που έδιναν το καθένα μια γλυκιά σταγόνα, προσέχοντας τις μέλισσες και λοιπά έντομα.



Θυμήθηκα συνειρμικά τον Λυκαβηττό γιατί έχω να πάω πάρα πολύ καιρό. Κάποτε ανέβαινα κάθε μέρα χειμώνα καλοκαίρι, ιδιαίτερα όμως μου άρεσε την άνοιξη που ψηλώνουν τα χόρτα και το καλοκαίρι, μεσημεριάτικα με τον ήλιο να ψήνει τα τζιτζίκια. Στο Λυκαβηττό πάνω έχουν συμβεί και συμβαίνουν και πικρά και γλυκά και ξινά, βόλτες, φιλίες, έρωτες, δολοφονίες, ναρκωτικά, βρομοσυναλλαγές, εκδρομές, τζόκινγκ, ούζα, διαβάσματα, συναυλίες, φεγγαρόφωτα και θέα. Πάει και το θέατρο...


Update: Ηλιοτρόπια στην Ευρώπη! Μια ευγενική προσφορά της quartier libre, φωτοχορηγού του φτωχού σε οπτικοακουστικό υλικό μπλογκ μου!
Λοιπόν, ε, αυτή η φωτογραφία μοιάζει με πίνακα ζωγραφικής!
Υστερόγαμον: Τι κοινό έχουν τα ηλιοτρόπια, τα κουκουνάρια και τα σαλιγκάρια;

ΗΣΥΧΙΑ, ΔΙΑΒΑΖΩ!


Δεν βρίσκω ησυχία πουθενά. Τι κακό είναι τούτο. Θέλω να διαβάσω. Θέλω να διαβάσω και δεν με αφήνουν. Ποιοι; Άγνωστοι. Γνωστοί. Το κομπρεσέρ. Η μπετονιέρα. Το ελικόπτερο. Η τηλεόραση στη διαπασών. Ο διαχειριστής, που ειδοποιεί για πέμπτη άμεση εξαέρωση στα καλοριφέρ. Το ρημάδι το τηλέφωνο, με το οποίο έχω πάρει διαζύγιο εδώ και πολλά χρόνια. Η κουφόβραση.

Φεύγω από το σπίτι ζαλισμένη. Κάνω ποδήλατο, συνέρχομαι. Ωστόσο, δίψασα φοβερά, κάθομαι κάπου και παραγγέλνω ένα χυμό. Είχα μια ώρα καιρό και μετά μια συνάντηση. Ανοίγω το βιβλ... έρχεται ένας θεόρατος, ψηλός και τετράγωνος, γύρω στα πενήντα, με καταπλακωτική αύρα και στριμώχνεται επίτηδες στο διπλανό τραπεζάκι, σε απόσταση, όπως στις θέσεις του λεωφορείου, αν και πιο πέρα υπήρχαν άνετες θέσεις.
Αρχίζει. Excuse me... με έκανε τάχα για ξένη. Με ρωτάει ένα σωρό αηδίες, αν έχει τούτο ή κείνο το μαγαζί, του λέω, δεν ξέρω, τον κόβω. Προσπαθώ να διαβάσω, μου σπάει τα νεύρα. Κρυφοκοιτάζει το βιβλίο μου και κρυφακούει τη συνομιλία μου στο τηλέφωνο. Κάλεσε τρεις φορές τη σερβιτόρα, δυο φορές τον σερβιτόρο, έρριξε ένα μαχαιράκι, ζήτησε μια εφημερίδα που δεν άγγιξε, δεν κάπνιζε κι είχε καθήσει στους καπνιστές για να μου κολλήσει. Βγήκε και γύρισε και πέρασε ανάμεσα με δυσκολία δυο φορές κι επιχείρησε πάλι να πιάσει κουβέντα ρωτώντας με πότε κλείνουν τα μαγαζιά. Ποια μαγαζιά, του λέω. Τα εμπορικά! Ποια εμπορικά; Με στραβοκοιτάει. Τα καταστήματα με... με τα ρούχα! Ποια ρούχα; Του πέφτει ένα πηρουνάκι.

Αργότερα έχω ένα μισάωρο κενό στη δουλειά. Νέκρα γύρω μου, κάθομαι ωραία ωραία και ανοίγω ένα βιβλ... Ξαφνικά δύο σκάλες σιδερένιες έρχονται και κροταλίζουν οι αλυσίδες, ένας νεαρός αλλάζει μπροστά τη λάμπα φθορίου σε μια πλαφονιέρα στο ταβάνι, δυο-τρεις άλλοι πιο πίσω ανοιγοκλείνουν πόρτες, τραβάνε καλώδια, σέρνουνε έπιπλα και την φωνή τους πολλαπλασιάζει η ηχώ του διαδρόμου. Τα φώτα παίζουν. Σβήνουν. Ανάβουν. Περνάνε δέκα λεπτά, ησυχία πάλι.
Επιστρέφω στο βιβλ... ένας τύπος με τον οποίο έναν χρόνο δεν έχουμε μιλήσει ποτέ, διότι είναι σιωπηλός, αποφασίζει να λύσει τη σιωπή του. Έρχεται σε απόσταση αναπνοής, τι διαβάζεις; Κι αρχίζει την πολιτικοοικονομική ανάλυση. Καλά να κουβεντιάζαμε. Αλλά πηγαινορχόταν τρία μπρος τέσσερα πίσω και κουδούνιζε κάτι κλειδιά στη μύτη μου. Είκοσι λεπτά. Είπε ό, τι δεν είπε όλον τον χρόνο και διάλεξε την ώρα και τη στιγμή. Και τι έλεγε; Ότι είμαστε θύματα παγκόσμιας συνομωσίας. Κάποια στιγμή δεν άντεξε και πιάνει το βιβλίο που είχα αφήσει να δει τι είναι. Πάει το κενό μου. Το κεφάλι μου χανόταν, έβγαζα αφρούς, ήμουν θύμα συνομωσίας.
Στην πρωινή δουλειά την άλλη μέρα, φτάνω νωρίτερα. Παίρνω έναν καφέ και κάθομαι. Στο πολιτισμένο γραφείο. Αυτό είναι των καπνιστών, κι εκεί μέσα θα καθόμουν κι αν δεν κάπνιζα, διότι στο διπλανό, το άκαπνο, ξεσπάει κάθε τόσο ο Αρμαγεδδών. Γύρω μου κάθονται πεντέξι και ασχολούνται με διάφορα. Ησυχία μεγαλειώδης, εξαιρετική, να την κόβεις με το μαχαίρι σαν βούτυρο, αχ! Ανοίγω το βιβλ... Ουρλιαχτά ξεσπούν και κρότοι ακούγονται από το διπλανό γραφείο, μια τσιρίδα υψώνεται, η πόρτα κοπανιέται δις. Πίνω μια γουλιά καφέ. Το κακό χειροτερεύει. Σηκώνομαι πάνω, ξεπερνάω τον εαυτό μου, βάζω μια φωνή: Ησυχίααααααα!
Προς στιγμήν οι φωνές χαμηλώνουν. Ψίθυροι και μουρμούρες. Αλλά σε λίγα δευτερόλεπτα τα ηχητικά κύματα παφλάζουν και σκάνε στα τοιχώματα του κρανίου μου πιτσιλίζοντας με απαίσια φύκια το μυαλό μου, που έχει κάνει πουρέ ο νοτιάς. Απόγνωση. Παίρνω ευθυτενή πόζα και φωνάζω με όλη μου τη δύναμη: Σιωπηηηηηηή! Διαβάζω Αρχιμηηηηήδηηηη! Το βούλωσαν. Ααααχ...

ΚΥΝΟΒΙΟ

μάταιο να σκεφτώ στα σοβαρά για την οικονομία.
το πρόβλημα δε λύνεται κι ούτως ή άλλως, δε μένει μία.
σε λίγο θα κατασκηνώσουμε έξω από τη Βουλή με ομοψυχία
γιατί δε θα΄χουμε δουλειά καθόλου κι από καθαρή ανία.
φρι κάμπινγκ γυμνιστών χρεωκοπημένων θα παίζουμε ρακέτες
το ένα μήλο θα το κόβουμε ακριβοδίκαια σε οχτώ φέτες
κι οχτώ μαζί θ΄αγκαλιαζόμαστε κάτω από τις κουβέρτες,
όσο για κρύες πατούσες, τρίψτες στου διπλανού και ζέστανέ τες.
απ΄ το πρωί μέχρι τη νύχτα αργά μονάχα θα φιλοσοφούμε
στο βίο του Διογένη τον λιτό και κυνικό θα αρκεστούμε
και για το μέλλον θ΄απαντάμε αόριστα «ίσως» ή «θα δούμε»
μες τη λιακάδα πάντα για τα συννεφάκια θ΄απορούμε.

ΘΑΥΜΑΣΙΑ ΤΕΡΨΙΣ

Marcel Duchamp


Ο Σ. Σπεράντζας προειδοποιεί: «...η υπερβολή (της ποδηλασίας) προκαλεί πολλάκις σωματικώς έντονον κάματον και σημεία αυτοδηλητηριάσεως, διανοητικώς δε διάφορα φαινόμενα, εμφανιζόμενα εν τε τη υστερία και τη μανία, ήτοι ψευδαισθησίας, διχασμόν της προσωπικότητος, εμμόνους ιδέας, φοβίας, ανίαν, ηχολαλίαν, διαφόρους παρορμήσεις κ.λπ. Τα ούρα του εν καμάτω ευρισκομένου ποδηλατοδρόμου εμφανίζουν έντονον τοξικότητα κατά την ημέραν του αγώνος, δυνάμενα εις ποσότητα 10 κ. εκτμ. να φονεύσουν κόνικλον βάρους 1 χιλιογράμμου»!

Αυτά τα καταπληκτικά υποστήριζε ένας γιατρός στα τέλη του προπερασμένου αιώνα για τους ψυχοσωματικούς κινδύνους που διατρέχει ένας αθλητής ποδηλάτης. Ήταν η εποχή που τα πρώτα ποδήλατα άρχισαν να εμφανίζονται στην Ελλάδα, και πολλοί επιδίδονταν με μανία στην προπόνηση. Ένας πιο άμεσος κίνδυνος είχε να κάνει με την απουσία "τροχοπέδης", κοινώς φρένων, από κατασκευής, οι δε ποδηλάτες στην πόλη των Αθηνών δεν ένιωθαν την ανάγκη να εφοδιάσουν τα ποδήλατά τους με φρένα, διότι το θεωρούσαν εκτός μόδας και αρκούνταν να σταματούν το ποδήλατο είτε με το πόδι στο έδαφος είτε ακουμπώντας με το παπούτσι το λάστιχο.

Είτε είχαν φρένα είτε όχι, τα ποδήλατα στην Αθήνα το 1900 εξελίχθηκαν σε δημόσιο κίνδυνο που έπρεπε να τεθεί υπό έλεγχο:

Τα προβλήματα με τα ποδήλατα πληθαίνουν και (εν Αθήναις, σήμερον 17ην Μαΐου 1900) αναγκάζεται να παρέμβει ο «...ημείς Διευθυντής της Διοικητικής Αστυνομίας Αθηνών και Πειραιώς... Διατάσσομεν... Υποχρεούνται άπαντες οι ιδιοκτήται ποδηλάτες, όπως... προσέλθωσι μετά των ποδηλάτων των... (επί των οποίων) θα προσαρτάται... ειδικόν σήμα... εφ ου θα είναι αποτυπωμένος διατρήτως ο αύξων αριθμός... το φορολογικόν έτος 1900, όπερ κατ' έτος θ' αλλάσση... Απαγορεύεται το ποδηλατείν επί των πεζοδρομίων και πλατειών... Απαγορεύεται εις τους ποδηλάτας να τρέχωσι μετά μεγίστης ταχύτητος εις τα οδούς... Εν ώρα νυκτός από άψεως των φώτων οι ποδηλάται δέον να έχωσι τοποθετημένον φανόν ανημμένον... Οι ποδηλάται υποχρεούνται να τηρώσιν εις τα οδούς την αυτήν τάξιν των αμαξών, τουτέστι να τρέχωσι πάντοτε εις το δεξιόν μέρος...».
Όλα αυτά μια εποχή, όπου στην Αθήνα κυκλοφορούσαν άμαξες, οι φούστες ήταν μακριές, οι δρόμοι με χώμα και ο Ροΐδης παραπονιόταν για τη σκόνη, τα βρομόνερα, τα σφαγεία, τα κατειλημμένα με εμπορεύματα πεζοδρόμια, τις καβαλίνες και τα σκουπίδια, μόνο που ήθελα νά΄ξερα τι θα΄γραφε σήμερα. Πληροφορούμαστε, ότι στις αργίες οι Αθηναίοι εξορμούσαν με ιδιόκτητα ή ενοικιαζόμενα ποδήλατα να χαρούν τη φύση, η οποία τότε δεν θα πρέπει να βρισκόταν πολύ μακριά, "απολαμβάνων της θαυμασίας τέρψεως την οποίαν μόνον το ποδήλατον παρέχει...".
(Τα στοιχεία που παρέθεσα πήρα από ένα άρθρο σχετικά με την ιστορία του ποδηλάτου, του Σάκη Κουρουζίδη, Ποδηλατο-αναδρομή, 7 Ημέρες Καθημερινή, 18-09-05, οι κύριες πηγές του είναι τεύχη του περιοδικού Η Φύσις (1890-4) και η Ποδηλατική και Αθλητική Επιθεώρησις της Ανατολής (τεύχη 1898-1900).