Ο ΦΟΒΟΣ, Ο ΜΠΑΤΣΟΣ ΚΙ Ο ΚΑΒΒΟΥΡΑΣ

Σήμερα έτρεχα όλη μέρα, το μόνο καλό ήταν πως έτρεχα με το ποδήλατο. Ορισμένα πράγματα πήραν περισσότερο χρόνο απ΄όσο θα ΄πρεπε, και στα ενδιάμεσα έκανα πετάλι καλό να προλάβω τη ζωή μου! Άλλαξα τέσσερα μπλουζάκια και δύο αντιανεμικά, διότι η κουφόβραση ήταν εξουθενωτική. Είναι αηδία να κολλάνε τα ρούχα βρεγμένα πάνω σου, πριν καν ανεβείς μια ανηφόρα! Μετά τα στίβεις! Άκουσα στο ράδιο, ότι στη Βρεττανία και την Ισπανία χιονίζει (κορυφή του κλιματικού κύματος) και στην ανατολική Ευρώπη κάνει ζέστη, κάπως άρρωστη ζέστη (παρυφές του κλιματικού κύματος). Άρα περιβαλλοντικά πάμε κατά Καπερναούμ, κύριε Ελ Νίνιο μου.
Στο Καλλιμάρμαρο είχαν κόψει την κίνηση νωρίς τ΄απόγευμα δυο πούλμαν κινέζοι. Σφίχτηκε η κυκλοφορία και βρέθηκα σταματημένη δίπλα σε μια μαύρη χιλιάρα μ΄ένα ζευγάρι πάνω. Καθώς προσπαθούσα να ξεφύγω από το σινικό τείχος, ο άνδρας άνοιξε το κράνος του και με ρώτησε, με κάτι στρογγυλά μάτια γεμάτα ειλικρινή απορία, καλά, δε φοβάσαι με το ποδήλατο; Του λέω, δηλαδή εσύ είσαι απόλυτα ασφαλής με το θηρίο; Με κοίταζε, με κοίταζε... Τελοσπάντων, όλα σχετικά είναι. Έφυγα να κόψω απ΄το πάρκο κι άφησα πίσω μου τον γόρδιο.
Το βράδυ ήμουνα με μια παρέα νεαρών, που είχαν ανοίξει παθιασμένη συζήτηση για αψυχολόγητη συμπεριφορά αστυνομικών, γιατί οι τρεις απ΄τους τέσσερις έχουν υποστεί πρόσφατα κάποια αδικαιολόγητη προσβολή σε μέρη, όπως η πλατεία της Δάφνης ή της Αγ. Παρασκευής. Το περίεργο είναι, ότι στην εμφάνιση αυτών των νεαρών δεν υπάρχει τίποτα απολύτως, που να ταυτίζεται στο αστυνομικό μυαλό με αρνητικά στερεότυπα, οι δύο είναι φοιτητές και οι άλλοι δύο εργαζόμενοι, σοβαροί, όχι τίποτε Ντάλτον!
Ο ένας, ο μεγαλύτερος γύρω στα τριάντα, έλεγε μια ιστορία για κάποιον αστυνομικό, που όταν του ζήτησε μια πληροφορία, τον έβρισε και του είπε ότι θα τον αρχίσει στις κλωτσιές, κι όλα αυτά μέσα σε αστυνομικό τμήμα, που πήγε να βγάλει κάποια χαρτιά. Επίσης, του ζήτησε ταυτότητα για εξακρίβωση στοιχείων. Λέω, δεν του είπες, ποια είναι τα δικά σου στοιχεία κι έλα τώρα μια στον αξιωματικό υπηρεσίας; Μου είπε, πως όταν δεν μάσησε, ο άλλος μαζεύτηκε και άρχισε τις ψευτοευγένειες. Τον ίδιο έχουν σταματήσει τρεις φορές τελευταία για εξακρίβωση στοιχείων με πιστόλια, κλομπ, και σωματική έρευνα, και δεν το πίστευα, είναι ένας άνθρωπος αξιοπρεπής, τι να πω.
Ο άλλος νεαρός έλεγε ότι έχει τραβήξει τα ίδια και την τελευταία φορά του έψαξαν την τσάντα και όχι μόνο αυτό, αλλά ο αστυνομικός έβαλε τα χέρια του μέσα στον καπνό του, τί να ΄ψαχνε, και μετά του ζήτησε ένα χαρτάκι να στρίψει τσιγάρο. Οπότε ο πρώτος τσαντίστηκε και του λέει, όχι, δεν είμαι υποχρεωμένος να σού δώσω! Κι ύστερα το όργανο θύμωσε κι έλεγε για αντίσταση κατά της αρχής! Τώρα εμείς τον αρχίσαμε στην καζούρα, διότι ομολόγησε, ότι μετά κάπνισε τον ψαγμένο κι ανακατωμένο καπνό! Και μια τρίτη περίπτωση, ο αστυνόμος έψαξε το χαρτοφύλακα του φοιτητή, όμως δεν βρήκε, ευτυχώς, ένα μπουκαλάκι στον πάτο με άσπρο υλικό από το εργαστήριο χημείας, γιατί τώρα ο νεαρός θα ήταν μέσα μέχρι ν΄αποφανθεί το χημείο του κράτους...τι έρευνα ωστόσο!
Όλα ωραία, και γυρίζοντας μέσα απ΄τα Εξάρχεια, είδα και τον ποιητή, που πήγε να πάρει σουβλάκια απ΄του Κάββουρα. Φοράει πάντα το μαύρο του μπερέ, το παλτό του και τη δερμάτινη τσάντα και δεν παραλείπει ν΄αναφέρει το πάθος του, τις καρκινικές επιγραφές...χρόνια τώρα, το ίδιο βιολί, νίψον ανομήματα μη μόναν όψιν, από τότε παλιά στις εκθέσεις βιβλίου στο Πεδίον...να που ζει, και γυρίζει γύρω γύρω και μπρος πίσω σαν τον κάββουρα.
Κι έπειτα γνώρισα έναν νέο ποδηλάτη που μου ζήτησε ... συμβουλές, αν έχω, τι να έχω, γιατί πήρε ένα καλό καινούργιο ποδήλατο, σκέφτεται σοβαρά να κυκλοφορεί με αυτό κι όταν βλέπει ποδηλάτη πορώνεται. Δυο μέρες ποδηλατεί και του φάνηκε κάπως και φοβήθηκε κιόλας, επομένως του πρότεινα να μην τα παρατήσει, να κάνει κάθε μέρα για δέκα μέρες και μετά του εγγυήθηκα ότι θα πάρει τον δικό του ρυθμό, θα του φαίνονται οι λεωφόροι γιαούρτι και δεν θα θέλει να μπει στο αυτοκίνητο. Μόνο πρόβλημα, ότι στη δουλειά του πρέπει να φοράει κουστουμάκι, αλλά θα διεκδικήσει κάτι πιο σπορ! Καλά, του λέω, θα επιβάλεις ποδηλατικό στιλ, βάλε όμως και φτερά στο όχημα, γιατί δε σε βλέπω καλά, και ποιος φόβος πια, ο φόβος θα κάνει φτερά...

καλύτερα

είμαστε που είμαστε φτωχοί
αλίμονο αν τα γνωρίζαμε όλα
αλίμονο αν τα λέγαμε όλα



εάν μπορούσαμε όλα να τα πούμε

τι θα ΄μασταν, φύλλα πεσμένα

νεκροί από καιρό



καλύτερα εκείνα που δεν λέγονται
καλύτερα να σε κοιτάζω
καλύτερα μια βόλτα στον ήλιο


προτιμώ να σου κρατώ το χέρι

προτιμώ να με νιώθεις

μ΄ αρέσει το νερό που κυλάει




μία στιγμή δεν λέγεται

μία στιγμή δεν φτάνουν

όλα του κόσμου τα βιβλία




ήταν αυτό ή μήπως κάτι άλλο;

μήπως γελάστηκα και πάλι;

ήταν αέρας ή μήπως ψίθυρος;



καλύτερα να μην μιλάμε τόσο
καλύτερα ν΄ ανατριχιάζω
όταν ο ήλιος πέφτει

ΔΙΑΣΗΜΟΤΗΤΕΣ

Το απογευματάκι δεν είπα "όχι" στην εξαιρετική ευκαιρία να τριγυρίσω μια σχεδόν άδεια Αθήνα με το προσωπικό μου κόκκινο δίτροχο όχημα! Kόβοντας μέσα από την Πλάκα συνειδητοποίησα σε μια στροφή, ότι βρέθηκα στα λημέρια του Τομ. Είχα ξαναπεράσει από κει μάλλον το καλοκαίρι, αλλά τον ίδιο είχα να τον δω πολύ καιρό. Μια φορά μόνο ενδιάμεσα του είχα αφήσει ένα σημείωμα. Σταμάτησα να περιεργαστώ ορισμένες αλλαγές στη βίλλα του. Τώρα, αν δεν ξέρετε τον Τομ και τη βίλλα του, και πολύ κακώς κάνετε και να έρθετε αύριο με τον κηδεμόνα σας, πρέπει να σας τα περιγράψω κάπως.
Είναι ένα γωνιακό ρημαγμένο σπίτι, δηλαδή τί σπίτι, από το αρχικό κτίσμα ζήτημα είναι να ΄χουν απομείνει πέντε πέτρες. Εκειπέρα ο Τομ έχει μαζέψει μια μάντρα ετερόκλητα υλικά και κάθεται μέσα. Παλιότερα ήταν ανοιχτό, μα σήμερα είδα, ότι το έχει περιφράξει με μεγάλα ξύλινα ταμπλό ζωγραφισμένα, μάλλον από τον ίδιο, ξέχασα να τον ρωτήσω. Ο ένας, ας πούμε, τοίχος είναι αφιερωμένος στο φολκλόρ. Μπλε τραπεζάκι, καρέκλες, γλάστρες, λουλούδια, αρχαία αγάλματα. Ο άλλος είναι πολιτικοποιημένος. Πάνω από τρεις μορφές σε μπόι ανθρώπου, μια επιγραφή στα αγγλικά λέει: Τι φοβάται πιο πολύ κανείς; Τον Ομπάμα! (μορφή πρώτη). Τον Ομπάμα! (μορφή δεύτερη). Την μάμμα! (μορφή τρίτη γυναικεία με ποδιά κουζίνας και σκούπα ψάθινη). Στη γωνία είναι φυτεμένη μια ταμπέλα μπλε με τη δήλωση, ότι εδώ είναι ο χώρος του Τομ, και ο ίδιος τελεί σε διαρκή απεργία. Δίπλα στην πόρτα του έχει γράψει μια προτροπή να εκδιωχθεί ο Μπους - και με βελάκια δείχνει 2 μέτρα ή 6,5 πόδια κάτω απ΄τη γη. Πάνω στους τοίχους έχει τοποθετήσει ψεύτικες κάμερες με τη σημείωση, ότι ο χώρος βιντεοσκοπείται νυχθημερόν. Ψηλά μέσα απ΄το καλοκαιρινό ανάκτορο διακρίνονται δύο στύλοι με έναν ανεμιστήρα οροφής έκαστος στην κορυφή του.
Παρατηρώντας αυτά και άλλες πολλές επιγραφές, σκίτσα και διακοσμητικές λεπτομέρειες, βλέπω μια τρίχρωμη γατούλα να νιαουρίζει με την ουρά της υψωμένη πάνω στο τοιχάκι, που είχε απομείνει κολλητά στο διπλανό σπίτι. Τότε εμφανίστηκε απέξω ο Τομ κουνώντας ψηλά με το ένα του χέρι ένα κουτί ξηρά τροφή, και κρατώντας με το άλλο διάφορα ψώνια. Στρίβω να του μιλήσω και πάνω που είχε ανοίξει την πόρτα, την πρόφαση πόρτας του, βλέπω είχε στήσει στο έμπα ακριβώς ένα γύψινο αρχαίο γυναικείο άγαλμα με μια αλυσίδα στο λαιμό, τι να παρίστανε... Κι έπειτα, καθώς τάιζε τη γάτα του λέω, Χάι, Τομ, τι κάνεις; Πολύ καλά μου λέει, είμαι χαρούμενος, την είδες την καινούρια μου girlfriend? Kαι πως την λένε; Τότε στήθηκε καμαρωτά και ανήγγελε: Ath--ena! με πολύ στόμφο και τονισμένο το e!
Μ΄αρέσει ν΄ακούω τον Τομ να μιλάει, διότι έχει αυτήν την έντονη ιρλανδική προφορά και είναι εξαιρετικά εκφραστικός. Τον χώρο του τον έχει χαρακτηρίσει, με επιγραφή φυσικά, "Irish Republic of Plaka"!
Όσον αφορά στην αφεντιά μου πρέπει να γνωρίζει κανείς, ότι είμαι πλέον μια διασημότης, εφόσον το ιστολόγιό μου παρουσιάστηκε την περασμένη Κυριακή στο Έθνος Άουτ, και θα δίνω αυτόγραφα εκάστη Τρίτη στις 3μμ, να έχω πιει και καφέ, διότι οι ντίβες ξυπνάνε αργά! Ευχαριστώ την κυρία Ελένη Γκίκα / Alef , υπεύθυνη της στήλης βιβλιοκριτικής, η οποία μου ζήτησε να παρουσιάσω το μπλογκ μου, έγραψα ένα κείμενο 250 λέξεων περίπου, ό, τι μου κατέβηκε, το έστειλα με μέιλ, και ...ξέχασα το θέμα. Εντωμεταξύ οι κυριακάτικες εφημερίδες μου κείτονταν σε μια στίβα και δεν είχα μπορέσει καν να τις ανοίξω, τόσο καλά. Χθες το βράδυ πάλι καταταλαιπωρήθηκα, μήπως και διορθώσω το feed μου. Αυτό κατόπιν ειδοποίησης του αγαπητού καμηλιέρη Darthiir, τον οποίο επίσης ευχαριστώ για τις επισημάνσεις και το λινκ. Κατάφερα να διορθώσω τρία από τα πέντε λάθη, τα άλλα ψάχνομαι, τι κινέζικα είναι αυτά, έστειλα αναφορά και στον blogger, που συνεχίζει να μη μου βγάζει ολόκληρο το παράθυρο της επεξεργασίας των στοιχείων των αναρτήσεων, διέγραψα φωτογραφίες, cookies... Κάποια στιγμή έγραψα την διεύθυνση του μπλογκ στο google και τότε βλέπω τη δημοσίευση στο Έθνος. Έπαθα σοκ, είναι αυτούσιο το ψωνισμένο κείμενο αδίσταχτα, αυτολεξεί...
Μετά από κάτι κόκκινες ιρλανδέζικες μπύρες απόψε πήγα να πάρω το ποδήλατο (θυμήθηκα που το είχα παρκάρει) και το βρήκα πλυμένο αυτόματα ν΄ αστράφτει. Το είχα δέσει ψηλά σ΄ένα μαρμάρινο πεζούλι δίπλα σε γκαζόν με μεταμεσονύκτιο αυτόματο πότισμα!

ΕΝΕΝΗΝΤΑ ΕΝΑ

Τελικά το βρήκαμε. Το ένα. Το κεράκι εννοώ. Είχαμε το εννιά και δεν βρίσκαμε το ένα. Στην αρχή ψάχναμε το δύο. Διότι, για κάποιο σκοτεινό ληξειαρχικό λόγο, επισήμως ο παππούς μου ο Μηνάς είναι εννενηνταδύο, αλλά στην πραγματικότητα ένα. Σήμερα είχε γενέθλια και τα γιορτάζαμε μαζί με τη γιορτή της θείας μου της Δήμητρας. Του έρριξα βέβαια το απαραίτητο δούλεμα - ότι, που να λένε οι δικοί του τότε, πως ο γυιος τους γεννήθηκε Οχτώβρη του ΄17; Υπήρχαν κόκκινοι συνειρμοί! Όμως, του λέω, είδες; Το τείχος έπεσε, τα χρηματιστήρια ψυχορραγούν κι εσύ σβήνεις κεράκια!
Όταν ήμουν σπόρος, γυρίζαμε την Αθήνα. Τι είναι εδώ; με ρωτούσε. Η Βουλή των Ελλήνων, απαντούσα, και με άκουγε όλο το τρόλεϊ. Και εδώ; Ο Εθνικός Κήπος! Και τι είναι μέσα; Το Ζάππειο! Κι αυτό; Το Παναθηναϊκό Στάδιο! Ουφ, τα ξέρω, βαρέθηκα, πάμε να φάμε παγωτό!
Μετά του είπαμε και ψέμματα (σιγά μην τα χάφτει, την επόμενη φορά θα μου την πει), ότι το ποδήλατο θα το πάρει ο πατέρας μου με τ΄ αυτοκίνητο και εγώ θα γύριζα με τα ξαδέλφια μου, για "να κοιμάται ήσυχος"! Θυμάμαι παλιά, ότι πήγαινα στο Μαρούσι στην άλλη μου γιαγιά με το ποδήλατο, κι όταν σύντομα τ΄ανακάλυψε, μου είπε να μην ξαναπάω με αυτό, γιατί "θα την έβρισκα λιγωμένη" (λιποθυμισμένη), βάλτε και την επικουρία της θειας μου, κι έτσι πάνε πολλά χρόνια, που έχω να πάω στα βόρεια προάστεια με ποδήλατο. Τότε ήμουν ανήλικη και υποτίθεται, ότι άκουγα τους ενήλικες! Επομένως κατέβαινα προς παραλία μεριά, και τέλειωνε το θέμα!
Τον τελευταίο καιρό, ούτε βόρεια, ούτε παραλία, κάπου στη μέση παίζω! Στάδιο, Ζάππειο, Πανεπιστημίου...

ΣΤΗ LOGGIA ΤΗΣ ΑΝΘΙΣΜΕΝΗΣ ΠΑΣΧΑΛΙΑΣ

Τυχαίνει να έχω συνδέσει άρρηκτα πολλά βιβλία με τον τόπο, όπου τα διάβασα. Αυτό το σκέφτηκα σήμερα, που λόγω ψύχρας υποχρεώθηκα το απόγευμα να μπω μέσα να συνεχίσω το διάβασμα. Μ΄αρέσει πολύ να διαβάζω έξω. Τουλάχιστον πάνω στον χάρτη της Αθήνας, μπορώ να σημειώσω με ακρίβεια μια λογοτεχνική τοπογραφία. Ο Χεμινγκγουέι από το Κιλιμάντζαρο βρέθηκε στο λόφο του Στρέφη. Ο Θουκυδίδης στην Ακαδημίας. Ο Ντοστογιέφσκυ κι ο Ουγκό στον Λυκαβηττό. Ο Κάφκα στα Εξάρχεια. Ο Έλιοτ, η Σαπφώ κι ο Πολύβιος στο Πεδίον του Άρεως. Ο Μακρυγιάννης στο Σύνταγμα. Ο Φλομπέρ στον Κεραμεικό. Η Αχμάτοβα στο Θησείο. Η Μποβουάρ κι ο Λάβκραφτ στο Ζάππειο. Ο Κέρουακ ...στο δρόμο!

Στον Εθνικό Κήπο υπάρχει ένα σημείο πολύ ωραίο την άνοιξη, όταν ανθίζουν οι πασχαλιές. Το έχω ονομάσει η λότζια της ανθισμένης πασχαλιάς, διότι μια πασχαλιά περιβάλλει ένα παγκάκι. Είναι πιο ήσυχο σημείο για ραντεβού, απ΄ό τι στις πάπιες! Εκεί μια φορά διάβαζα, και πέρασε ένας περίεργος μακρυμάλλης με άσπρο πέτσινο σακκάκι με κρόσσια, άσπρο παντελόνι κι άσπρες καουμπόικες μπότες και με ρώτησε, Αre you studying or just reading? Απλώς διαβάζω, του λέω. Ω, όχι, μου λέει, μου φαίνεται πως μελετάς! Ω, όχι, του απαντώ, μου φαίνεται πως φοβάσαι τα χοντρά βιβλία!

Στο Λυκαβηττό μπερδεύτηκα με τους Πολωνούς. Δυο οικογένειες Πολωνών, που είχαν ρεπό, εννοούσαν ν΄αφήσω τα βιβλία και να πιω μαζί τους λευκό κρασί με σόδα! Αλλά όταν πίνουν οι Πολωνοί δε σταματάνε, παρά μόνον άμα τελειώσει το καύσιμο. Κι όταν σε κερνάνε, δεν γίνεται να πεις όχι, προσβάλλονται! Το αναμενόμενο αποτέλεσμα ήταν να τραγουδάμε φάλτσα πολωνέζικα τραγούδια και να μας κοιτάνε οι νηφάλιοι που πέρναγαν κάνοντας τζόκινγκ. Κι αφού πια άδειασαν οι νταμιτζάνες, γυρίσαμε σπίτια μας στουπί όλο χαρά στις πέντε τ΄απόγευμα!

Άλλη μια φορά στου Στρέφη συνέβη μια σύμπτωση. Ένα διάστημα πήγαινα εκεί καταμεσήμερο, ντάλα. Διάβαζα τότε τον Ρωμαίο και την Ιουλιέττα. Λίγο πιο πέρα στο θεατράκι ήρθε ένας μικρός θίασος, δυο τρεις νέοι ηθοποιοί και κάτι τεχνικοί, πήραν θέσεις ν΄αρχίσουν πρόβες, ακριβώς, τον Ρωμαίο και την Ιουλιέττα! Πάω λοιπόν, και κάθομαι πάνω πάνω, να παρακολουθήσω. Αλλά η Ιουλιέττα ήταν απελπισμένη, διότι ο Ρωμαίος δεν είχε έρθει για κάποιο λόγο! Υπήρχαν νεύρα κι η Ιουλιέττα θυμωμένη φεύγει κι έρχεται ψηλά στις κερκίδες. Φορούσε ένα φόρεμα άσπρο με ροζ σιρίτια και από την σύγχισή της ξήλωνε τη ζώνη, ενώ κάτω οι υπόλοιποι ψάχνονταν.
Τότε πηγαίνω μπροστά της παίρνω πόζα και μελοδραματικό ύφος και της λέω φωναχτά με στόμφο, ο Ρωμαίος, να ξέρεις, το μεσημέρι κρύβεται, και περιμένει το σκοτάδι, να ΄ρθει στα κρυφά! Τελοσπάντων, το κενό καλύφθηκε προσωρινά. Διάβασα τα λόγια του ... Ρωμαίου, μόνο που η πρόβα διακοπτόταν συνέχεια από τα γέλια! Κι έπειτα ο θίασος με τον ψευτορωμαίο και τους ηλεκτρολόγους πήγανε στα Εξάρχεια για μπύρες!

LUSY AT THE SQUARE WITH DIAMONDS

Το πρωί, μετά μισή ώρα καρφωτή ποδηλασία, είχα περίπου δέκα λεπτά για νερό κι ένα εσπρεσσάκι στην πλατεία της Νέας Σμύρνης. Αυτό είναι επιβεβλημένο για να μπουν τα data στη σειρά και να λειτουργήσει ο οργανισμός μου στη συνέχεια. Κάθησα λοιπόν σ΄ένα παγκάκι, και καθώς ήταν κάπως πιο αργά απ΄ό, τι συνήθως, που βρίσκομαι εκεί κατά τις εφτάμισι, είχε και πιο πολύ κόσμο που περνοδιάβαινε. Πίσω μου ακουγόταν ένα χργγγρρρ..., ήταν εργάτες που καθάριζαν και γυάλιζαν τη βάση της προτομής του ήρωος χωρίς παντόφλες και κάρφωναν πασαλάκια γύρω γύρω, εν όψει των εθνικών εορτασμών. Αμέσως μετά πέρασαν περιστέρια και κάθησαν επάνω στην προτομή, ήταν θέμα χρόνου να συμβεί το μοιραίον, ο ήρως ατάραχος, ως αρμόζει, και οι εργάτες είχαν πια επιδοθεί στην κοινωνική συναναστροφή με κάποιους κουστουμαρισμένους παράγοντες, αγκαλιές και χτυπήματα στον ώμο, όλα ωραία, ταιριάζαν πολύ.
Έπειτα ήρθε μια νεαρή κινέζα και κάθησε δίπλα μου στο παγκάκι, κρατώντας δυο τσάντες κι ένα καροτσάκι πάνινο. Δεν κοίταζα, αλλά μια στριγκλιά μες τ΄αφτί μου με τίναξε με κίνδυνο να συνεπαρθεί το ποτηράκι με τον καφέ - Λοοούσιιι!! Η Λούσι δεν ήμουν εγώ, ήταν η κινέζα. Δεν γνωρίζω αν λέγεται πράγματι έτσι, ή πρόκειται για επαγγελματικό ψευδώνυμο, ας πούμε η Σου Λι να έγινε Λούσι... Την γηραιά κυρία που στρίγγλιζε δεν ξέρω πως τη λένε, γιατί η Λούσυ δεν μιλούσε πολύ, παραταύτα η συνεννόηση γινόταν θαυμάσια. Η Λούσυ έχει την σταθερή πελατεία της! Η κυρία της έδωσε κατά πρώτον δύο ρολόγια να αλλαχτεί η μπαταρία, αυτό είναι μια επιπλέον εξυπηρέτηση λόγω φιλίας. Γιατί η κυρία λυπήθηκε, που την προηγούμενη βδομάδα δεν είχε μπορέσει να συναντήσει τη Λούσυ. Το θέμα ήταν, πως ό, τι έλεγε η κυρία, το άκουγε όλη η πλατεία και η Λούσυ χαμογελούσε.
Μετά η Λούσυ έβγαλε απ΄την τσάντα της διάφορα θαύματα, αν μάλιστα κρίνω απ΄τα επιφωνήματα. Σκουλαρίκια, δαχτυλίδια, βραχιόλια πολύχρωμα, σε διάφορα σχήματα διακοσμημένα με φο διαμαντάκια όλα. Η κυρία ήδη φορούσε ένα κόκκινο βραχιόλι κι ένα ρομβοειδές τεράστιο δαχτυλίδι στο τεντωμένο χέρι της που κουνούσε πέρα δώθε και φώναζε τη φίλη της από απέναντι. Η φίλη της με πορτοκαλί κραγιόν, πορτοκαλόχρυση τσάντα και κολάν ήρθε να δώσει τη γνώμη της για τα σκουλαρίκια. Όχι, χρειαζόταν κάτι πιο έντονο... εκείνο, το άλλο... τελικά η Λούσυ έβαλε τα σκουλαρίκια στ΄αφτιά της για δοκιμή, και για να δουν αν κλείνουν καλά... και κατά τη διάρκεια της κουβέντας να καμπανίζει το όνομα Λούσυ, Λούσυ!
Φεύγοντας προσπέρασα δυο συνταξιούχους, ο ένας έπαιζε ένα πλαστικό μοβ κομπολόι και έλεγε, γιατί τα πλούσια μοναστήρια να μην ενισχύουν τις χαμηλές συντάξεις, τα φάρμακα ... αχ, Λούσυ, από την Κίνα!

Δεν βγαίνει ο σύνδεσμος για τα σχόλια...αφήνετε στο προηγούμενο ποστ, δεν βγαίνει άκρη προς το παρόν!

ATHENS BY NIGHT

Αν δεν το πήρατε είδηση, η προεδρική φρουρά άλλαξε τα μπεζ κι έβαλε τα μπλου σκούρα, ενώ εγώ κυκλοφορώ ακόμη με βερμουδίτσα... Όμως παρότι δεν συγχρονίζομαι ενδυματολογικά με την εποχή, κι αλίμονο, η εμφάνισή μου απάδει της ιδιότητάς μου, της ηλικίας και του επαγγελματικού μου χώρου (δεν τα λέω εγώ αυτά, άλλοι μου τα καταμαρτυρούν, τα κουτσομπολεύουν και ξινίζουν), έχω ωστόσο συγχρονιστεί απόλυτα με την αλλαγή της φρουράς, ιδίως το απόγευμα και το βράδυ. Στην Ηρώδου Αττικού πετυχαίνω πάντοτε στη στροφή την αλλαγή και περνάω ξυστά απ΄ τις φουστανέλες! Δεν θα έλεγα ότι οφείλεται αποκλειστικά στο ωράριό μου, διότι κι απόψε, που καθυστέρησα αρκετά, συνέβη ακριβώς το ίδιο. Σε λίγο οι τουρίστες με τις φωτογραφικές θα θεωρήσουν το ποδήλατο που περνάει απαραίτητο μέρος του πρωτοκόλλου, μια ενδιαφέρουσα ελληνική καινοτομία!
Βλέπω λοιπόν στη διαδρομή μου ευζώνους, φαντάρους και ματ, κλούβες και ξανά ματ και ξανά κλούβες. Ενδιάμεσα στις στρατιωτικοαστυνομικές βάρδιες, στέκει άλλου είδους βάρδια, στη Σόλωνος και στην αρχή της Μαυρομιχάλη και της Χαριλάου Τρικούπη, κοπέλες με μίνι και παλιότερα είχε και εντυπωσιακά τραβεστί. Μια φορά στη γωνία, δύο τραβεστί με ξανθιές περούκες και λαμέ μακριά φορέματα μου έκαναν κάπως επιθετικά "μπ-μπου"! Οπότε σταματάω, και λέω, "τσιχλίτσα"; Προς στιγμήν τα χάνει, με κοιτάει, "δυόσμος είναι!" συνεχίζω εγώ, λέει στο άλλο, "Καλεέ, δεν τροόμαξε!", σε μένα, "Γιατί, καλεέ, δεν τρομάζεις, αχού!", αλλά πήρε τελικά την τσίχλα κι έφυγα, μην κόβω και την κίνηση...
Χθες βέβαια έλειπαν οι κοπέλες, υπήρχε μια άλλη ατραξιόν. Δυο πυροσβεστικά, πυροσβέστες, μάνικες, περιπολικά και ματ, λωρίδες έκοβαν την κάθοδο, απίστευτο μποτιλιάρισμα, και μόνο εγώ ζήτησα και πέρασα (με μίσησαν οι ταξιτζήδες) ανάμεσα από καμμένα σκουπίδια, καμμένους κάδους, βρεγμένα αποκαΐδια και μια ατμόσφαιρα πίσσας, καμμένου λάστιχου και δακρυγόνου. Μετά απ΄ αυτά, έπεσα πάνω στους τσιγγάνους. Δυο οικογένειες φόρτωναν σιδερόβεργες και οξυγονοκολλούσαν. Φεύγω απ΄αλλού, μα ήταν αδιάβατα, διότι ο δήμος είχε σκάψει μια τάφρο κατά πλάτος.
Αυτή η πόλη δεν κοιμάται ποτέ...ούτ΄εγώ που πριν λίγο ξέμπλεξα με τα γραφειοκρατικά παραλειπόμενα...
Καλημερούδια!

ΜΑΡΜΕΛΑΔΑ ΚΕΡΑΣΙ

Νυχτιάτικα μ΄ έπιασε ένα ηλεκτρονικό πείσμα. Κάτι δεν πήγαινε καλά με τον blogger και κάθησα δυο ώρες να ψάχνομαι, ίσως κάποιο cookie, τελοσπάντων αποκαταστάθηκε το θέμα και μπορώ να ανεβάσω ποστ, αλλά τώρα πια τι ποστ; Από την άλλη έχασα μέρος απ΄το νυχτερινό διάβασμα, φτουφ!
Τελευταία συμβαίνει συχνά να κουράζομαι άδικα. Έχω μια έκφραση γι΄ αυτό. Λέω, το μυαλό μου έγινε φρυγανιά. Χθες ένας συνάδελφός μου συμπλήρωσε "φρυγανιά με μαρμελάδα πάνω ... κεράσι" και σκάσαμε στα γέλια. Δεν το περίμενα απ΄τον συγκεκριμένο τύπο, μιλάει ελάχιστα, κι όταν μιλάει δεν τον ακούω, τόσο χαμηλόφωνος, σχεδόν ψιθυριστός είναι ο τόνος του. Και συνέχισε, σαν υποβολέας με δραματικό ύφος "και λίγο καμμένη...ξέρεις...", γελάγαμε νευρικά και γύρω μας κάτι φάτσες μουτρωμένες να υποβλέπουν, εγώ να κρατάω τη μύτη μου, μήπως και σταματήσω τα γέλια, γύρω το χάος, μια κατάσταση αλλοπρόσαλλη, αθεράπευτη, κι όλοι να το παίζουν προβληματισμένοι και σοβαροί... σουπιές!

Να πούμε και για το γλυκό κεράσι! Για πολλά χρόνια, ήταν το μόνο γλυκό του κουταλιού, που έτρωγα. Κάποια στιγμή όμως, ανεξήγητα, άρχισα να τρώω όλα τα γλυκά κουταλιού, με πιο αγαπημένα το νεράντζι γιατί αφήνει μια πικρούτσικη γεύση, και το πορτοκάλι ολόκληρο!



ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΧΑΜΕΝΗ ΣΦΕΝΤΟΝΑ

Η παιδικότητα είναι ένα θέμα για τους ενήλικες. Μερικοί αναρωτιούνται αν θα μεγαλώσουν ποτέ, κι αυτό μάλλον δείχνει ωριμότητα. Άλλοι φέρονται σαν κακομαθημένα παιδιά, αλλά νομίζουν, ότι είναι σπουδαίοι και σοβαροί. Εγώ πάλι έχω τρομάξει. Πριν τρία περίπου χρόνια βγήκε στην επιφάνεια ο σχολικός εαυτός μου. Δηλαδή απροκάλυπτα. Μόνο η σφεντόνα έλειπε! Ναι, είχα και σφεντόνα, με διχάλα που είχα επεξεργαστεί και λειάνει, και λάστιχο τετράγωνο και γουρονόδερμα! Φονική! Μη φανταστεί κανείς, ότι διανοήθηκα ποτέ να χτυπήσω κανένα πουλί! Αλλά μια σφεντόνα πάντα είναι χρήσιμη και πράγματι χρησιμοποιήθηκε συχνά καταπώς έπρεπε!
Ο πιο βασικός δεσμός μου με την παιδική μου ηλικία είναι τα βιβλία. Ωστόσο, διαπίστωσα καθώς μεγάλωνα, ότι ένα βιβλίο δεν το ζούσα πια τόσο έντονα και δεν το απολάμβανα τόσο απερίσπαστα πλέον. Βέβαια, πάντα βυθίζομαι στον κόσμο του συγγραφέα, αλλά έχει χαθεί εκείνη η ιδιαίτερη μαγεία, που με έκανε να διαβάζω ένα βιβλίο ξανά και ξανά ακόμη κι είκοσι φορές μέχρι να λιώσουν τα φύλλα.
Κι ενώ ξεχνάω, επιφανειακά τουλάχιστον, ολόκληρες περιόδους της ζωής μου, σα να κλείνω λογαριασμούς, να που γίνεται ένας μικρός σεισμός και γκρεμίζονται απ΄το πατάρι βιβλία, ζωγραφιές, ποδήλατα και λέξεις, πλίνθοι, κέραμοι ατάκτως ερριμένοι! Συνέχισα να διαβάζω, με λύσσα όμως πια, με τρομερό πάθος, έλληνες και ξένους ανάκατα, χωρίς εξωτερικό ειρμό αλλά βάσει κάποιου εσωτερικού λόγου, ο οποίος περιγράφεται συνήθως με τη φράση "γιατί έτσι μ΄αρέσει"!
Έπειτα έπιασα τον εαυτό μου να πιάνει μολύβια και πινέλα, όχι τίποτα σπουδαία πράματα, το βασικό όμως είναι πως δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς, υπήρχε κάτι αναπόφευκτο στην κίνηση αυτή. Και το ποδήλατο, ναι, βγήκα μια μέρα να περπατήσω και γύρισα σπίτι μ΄ένα ποδήλατο, έτσι ξαφνικά! Γυρίζοντας στο σπίτι πρόσεξα κάτι που αγνοούσα πολύ καιρό: το παγκάκι της ποίησης! Αυτό το έβλεπα κάθε μέρα αφότου μετακόμισα σε κείνη τη γειτονιά, αλλά στην πραγματικότητα δεν το έβλεπα. Το είδα κανονικά εξαιτίας του ποδηλάτου, το οποίο άφησα μια στιγμή εκεί για να πάρω κάτι απ΄το περίπτερο. Συνέβη κάτι σαν επανασύνδεση με το παρελθόν, όχι με τη μνήμη (έρχεται δεύτερη) ούτε με τη λογική (απουσιάζει) αλλά με τις αισθήσεις. Αφήνω το ποδήλατο δίπλα στο παγκάκι: αυτό ήταν, αυτή η κίνηση του σώματος.
Το παγκάκι αυτό είναι τρεις σανίδες πάνω σε μια τσιμεντένια βάση. Παλιότερα ήταν ένα κλασικό παγκάκι με πλάτη, που αντικαταστάθηκε, όταν διαλύθηκε τελείως. Τώρα λείπει μισή σανίδα, είναι βρόμικο και ταλαιπωρημένο. Τι κάνει ποιητικό αυτό το παγκάκι; Δεν το ονόμασα παγκάκι του έρωτα, έτσι θα το έλεγα, αν επρόκειτο γι΄αυτό. Κάθε μέρα μετά το σχολείο, όπου πήγαινα, εννοείται, με το ποδήλατο, γυρίζαμε με μια συμμαθήτριά μου, εγώ κρατούσα το ποδήλατο στα χέρια, ως εκείνο το σημείο, όπου έπρεπε να χωρίσουμε, και συχνά καθόμασταν λίγη ώρα στο συγκεκριμένο παγκάκι. Το σημείο απέχει από του να είναι ειδυλλιακό, βρίσκεται σε διασταύρωση λεωφόρων, τρεις διαβάσεις και φανάρια, μέσα στο χάος και τον ορυμαγδό! Εκεί όμως διαβάζαμε συνήθως ποίηση, Μαγιακόφσκυ, Ελυάρ, Μπουκόφσκι, Μποντλέρ, Πόε, έρχονται πρόχειρα, και ανταλλάζαμε βιβλία. Επίσης, αν είχαμε γράψει κάτι, το διαβάζαμε η μια στην άλλη και ακολουθούσε η ανελέητη κριτική! Μάλιστα το αντιγράφαμε κιόλας, για να το μελετήσουμε καλύτερα και να κρίνουμε πιο ανελέητα ακόμα!
Τότε ζωγράφιζα με μανία. Για την ακρίβεια, οι καθηγητές δύο σχολείων με είχανε βαρεθεί και με άφηναν να μουτζουρώνω. Ζωγράφιζα όλα τα θρανία της τάξης και όταν τέλειωναν, όπως και τα περιθώρια στα βιβλία μου, χάριζα σκιτσάκια σε όποιον ήθελε. Μια φορά, μια κοπέλα μου ζήτησε να της ζωγραφίσω ένα αγόρι που της άρεσε, εγώ βγήκα στην αυλή, τον είδα, και της έφτιαξα κάτι κατά προσέγγιση, ο τύπος ήταν αδύνατος με μαλλιά και φορούσε στενό μαύρο παντελόνι. Τώρα έπρεπε να βάλω στον έρωτα φτερά, σύμφωνα με την επιθυμία της ερωτοχτυπημένης, και προέκυψε ένα μελαχροινό αγόρι με τα χέρια στις τσέπες και δύο άσπρα φτερά στην πλάτη! Το σκίτσο μπορεί να ήταν φρίκη, αλλ΄ ο έρως είναι τυφλός, κι η κοπέλα πήρε τη ζωγραφιά του Ερωτόκριτού της περιχαρής!
Τί συνέβη, κι αφού είχα πετάξει τα πάντα, ποιήματα, πεζά (τρομάρα), ποδήλατα, μπάλες, σφεντόνες, ζωγραφιές, μολύβια, πένες, πινέλα κι ακόμη γύψους, πηλούς, κόλλες, ξύλα, πριόνια, ακρυλικά και τζάμια, κι ούτε ασχολήθηκα καθόλου χρόνια και χρόνια μ΄αυτά, αναδύθηκαν και με κατέλαβαν ξαφνικά ... γεωλογικές ανακατατάξεις ... αυτό το μπλογκ τα φταίει όλα!

ΑΕΡΑ..!

Έχω μια μικρή γερμανική τρόμπα καινούργια. Με δύο τρύπες για δύο ειδών βαλβίδες. Παλιά είχα και εργαλεία και τρόμπες μεγάλες κλασικές και μαρκούτσια και λαστιχάκια και όλα τα καλά. Τα χάρισα όμως, μαζί με δύο ποδήλατα ανακαινισμένα (να με προτιμήσετε). Τώρα έχουν βγει διάφορα άλλα πράματα στο εμπόριο, πήρα και γω τη γερμανικιά την τρόμπα. Με ταλαιπώρησε λίγο, αλλά βρήκα τον τρόπο της.


Φούσκωσα λοιπόν το λάστιχο, χρειαζόταν όμως να περάσω κι από κανένα βενζινάδικο να συμπληρώσω τα bar. Όλο χαρά, λοιπόν, γιατί ήμουν πάλι επί πετάλου, σταματάω σ΄ένα βενζινάδικο, κοίταζα να μην έχει και δουλειά, να βάλω αέρα; Όχι! Πάω στο δεύτερο, όχι! Περνάω από ένα πάρκινγκ, βλέπω την τρόμπα μπροστά, καθόντουσαν δυο, τα ξύνανε, ρωτάω, να βάλω αέρα; Όχι!

Το άκουσα το "όχι" τρις πριν την εθνική εορτή. Σημειωτέον, στους τέσσερις περίπου μήνες, τρεις φορές έχω ζητήσει αέρα απέξω, κι όχι σ΄αυτούς. Δηλαδή, τί νομίζανε; Ότι μόλις έβαζα εγώ αέρα, θα σφύριζα να καταφτάσουν άλλοι σαράντα κρυμμένοι ποδηλάτες, να βάλουν κι αυτοί; Κι αν πάλι πολλοί ποδηλάτες, πόσοι αλήθεια, τους ζητάνε αέρα, τί έγινε; Ή μήπως φοβήθηκαν, ότι αν έλεγαν ναι, θα πήγαινα μετά οχτώ φορές τη μέρα;

Αυτήν την τσιφουτιά δεν την καταλαβαίνω, γιατί αντίθετα, έχει τύχει να ντραπώ από την προθυμία να μ΄εξυπηρετήσουν, σε άλλα βενζινάδικα, και μια φορά σ΄ένα γκαράζ που ζήτησα ένα κλειδάκι. Τώρα ξέρω, το ποδήλατο είναι αμελητέα ποσότης, δεν αφήνει χρήματα, αλλά θα μού τη δώσει καμμιά φορά, και αν ακούσω όχι, θα βγάλω κανένα καλό ποσόν και θα πω, θέλω αέρα, verstanden? Σιχαμένοι βρωμοτσιγκούνηδες, απόγονοι μαυραγοριτών!!!

Αφήνουμε τους ξινούς σπαγγοραμμένους, που δε μ΄εμπόδισαν να χαρώ τη βόλτα μου και προχωράμε σε πιο ποιητικά κι αλαμπουρνέζικα θέματα!

μια ημέρα


ένα καθ΄ όλα συνηθισμένο πρωινό
με δυο σεισμούς και οκτώ θροΐσματα
πτερόσαυροι ως εκεί που φτάνει το μάτι
και άλλα προϊστορικά θηρία

βέβαια φορούσα σανδάλια
και κουνούσα τα πόδια μου ανέμελα
σε ύψος δύο πόντων απ΄ το πάτωμα
μασώντας ένα μολύβι

ποτέ δεν υπήρξαν αυτοί οι τοίχοι
είναι ένα παιχνίδι για να μην μπαίνουνε μέσα τα δέντρα
είναι κάτι δεντράκια εκεί έξω

σαν να μην έφταναν όλα αυτά
πέρασε ο ταχυδρόμος
ερασιτέχνης ψαράς
κι άφησε ένα μπουκάλι
που ψάρεψε στη θάλασσα το πρωί

ένα παιδί διάβασε συλλαβιστά το χαρτί
που βρέθηκε μέσα στο μπουκάλι
- για-τί κά-
- θε-στε α-κό-
- μα ε-κεί κά- τω-

εγώ δεν θα΄λεγα τίποτα αν δεν είχα τρύπια δάχτυλα
όλο φεύγουν πράγματα και σκάνε σαν μούσμουλα
ή σύκα ή μούρα και λερώνουν ένα γύρω

είπα λοιπόν, καλημέρα σας
με λένε λίγο πιο πριν
και λίγο πιο μετά

κατόπιν το σκυλί που δεν βρήκε σκιά
κόλλησε στον τοίχο
μισοκλείνοντας τα μάτια του

ΠΛΕΖΟΝΙΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΡΟΥΓΥΑΛΙΑ

Αίφνης μού΄ρθε στο μυαλό αυτός ο στίχος, νομίζω του Σουρή, που τον παραθέτει ο Ροΐδης, διαμαρτυρόμενος, γιατί έλειπαν απ΄τα σπίτια τότε οι σύγχρονες ανέσεις των ευρωπαϊκών χωρών, τουτέστιν WC και μπανιέρες, γκρινιάζει λοιπόν, διότι πήγαινες επίσκεψη, καθόσουν στο ντιβάνι "κι από κάτω πω πω χάλια, πλεζονιές και κατρουγυάλια", όπου η άγνωστη λέξη είναι τα καρπούζια.
Μάλλον ο συνειρμός έχει ως εξής, γυρίζοντας σπίτι μου, στο παρατρίχα δεν έγινα παπί της ποταμιάς από κάτι ποτιστικά νερά άνωθεν, και θυμήθηκα τι είχα πάθει άλλοτε περπατώντας στην κατηραμένη οδό Μαυρομιχάλη. Πλυμένη, ντυμένη, χτενισμένη, αρωματισμένη, κατηφόριζα απογευματάκι Σαββάτου, όταν προσπερνώντας μια γωνία, ήρθε σπρλαρφτςςς, μια ικανή ποσότητα υγρού... κοιτάζω, ήταν ένας γέρος στον πρώτο όροφο, που έκανε τη ζημιά. Όλο το δοχείον παρακαλώ, ή κατρουγιάλι, ή καθίκι, ή αυτό τέλος πάντων, επάνω μου από κορφής! Σκέφτομαι, να του βάλω καβγά; Και ποιο το όφελος! Εντωμεταξύ, εκείνος είδε ότι βρήκε άνθρωπο το υγρόν πιφ και έκλεισε παράθυρα. Α, στα κομμάτια, λέω, ας γυρίσω πίσω να ξαναπλυθώ! Αλλά πού να μπω σε λεωφορείο, που έζεχνα; Γύρισα πεζή και λούστηκα καλά καλά και τα ρούχα κατευθείαν στο πλυντήριο. Και ερωτώ: ο κύριος δεν είχε αποχέτευση; Αποφεύγω από τότε τη συγκεκριμένη γωνία!
Απόψε πήγα με φίλους για φαγητό κι έγινα ως συνήθως ρεντίκολο. Στην παρέα ήταν κι ένας κύριος γύρω στα πενήντα, που ήρθε στην Αθήνα για το Σαββατοκύριακο, συγγενής των φίλων μου. Καθόμασταν κάπως στριμωγμένα σ΄ένα πατάρι, ο κύριος απέναντί μου. Κάποια στιγμή, ήρθαν τα πιάτα και για να κάνω χώρο σπρώχνω ένα πόντο το τασάκι, την κανάτα με το νερό και το κρασί προς το μέρος του, όμως δεν είδα ότι είχε το ποτήρι του από πίσω, αυτό δεν έπεσε μεν κάτω, αλλά γύρισε και χύθηκε αρκετό κρασί κόκκινο πάνω στο παντελόνι του... Γελάσαμε, ωστόσο, γιατί σκέφτεται αύριο να πάει να ψωνίσει ρούχα!
Δεν φτάνει αυτό, σε λίγο χτυπάω με τον αγκώνα μου δεξιά στον τοίχο, γεμάτο με κάδρα στιγμιότυπων από τον ελληνικό κινηματογράφο, και πέφτει η Βουγιουκλάκη με τον Παπαμιχαήλ στο τραπέζι αποκάτω! Σκύβουμε να δούμε, είχε βρει στον ώμο ευτυχώς ξυστά έναν κύριο με πορτοκαλί πουκάμισο, να ζητάω συγγνώμη και να μας έχουν πιάσει και νευρικά γέλια παράλληλα. Έτσι κατέβασα προληπτικά και την Βουγιουκλάκη να βγάζει την γλώσσα στον Ορέστη Μακρή, που ήταν δίπλα, μην έπεφτε κι αυτή, δεν ξέρεις τι γίνεται, και μετά θα μοιράζανε την φωτογραφία μου στις ταβέρνες, προσοχή, κίνδυνος!
Το ποδηλατάκι το έφτιαξα μόνη μου τελικά και του έκανα και μια γενική, σφίξιμο, ρύθμιση, πλύσιμο, γρασάρισμα, όλα. Αυτό συνέβη, διότι βρήκα άλεν στο σπίτι, αλλά τι άλεν; Εκείνο με το οποίο είχα συναρμολογήσει το τραπεζάκι του υπολογιστή κάποτε, χρόνια πριν, και θυμήθηκα, ότι κάπου ήταν σ΄ένα κουτί με καλώδια και άλλες αηδίες του PC, ιδού, ταίριαζε κι έκανα τη δουλειά μου! Επειδή το μυαλό λειτουργεί όταν είναι ξεκούραστο, το θυμήθηκα ξαφνικά με το που ξύπνησα!

ΜΙΑ ΣΤΟ ΚΑΡΦΙ ΚΑΙ ΜΙΑ ΣΤΟ ΛΑΣΤΙΧΟ

Ε, όχι! Όχι, αυτό που έζησα σήμερα, δεν υπάρχει, δεν ξανάγινε, δεν παίζει. Γυρίζω μεσημέρι αργά στο σπίτι και ξαναφεύγω κατά τις πέντε με το εξής πρόγραμμα. Να πάω το ποδήλατο στον μάστορα, κάτω Αθήνα, με τα πόδια και στις εφτά γαλλικά. Μου έλειπε ένα άλεν για να τ΄άλλαζα εγώ, που νόμιζα ότι υπήρχε μέσα στο χάος που λέγεται ντουλάπα με εργαλεία, και λέω, το ίδιο χρόνο θα κάνω, δεν το πάω στον ποδηλατά να το φτιάξει και καλύτερα; Κι ήταν και καναδυό ψιλομερεμετάκια ακόμα. Κατεβαίνω μια κάθετη κατηφόρα με το ποδήλατο στα χέρια και ζητάω από το βενζινάδικο στη γωνία αέρα, μήπως και φούσκωνε λίγο το λάστιχο. Ο πακιστανός, τον οποίο γνωρίζω, μου έλεγε τρελά, φίλε, του λέω έτσι κι έτσι, βγαίνει ένας έλληνας μου εξηγεί, είχε πάθει βλάβη το μηχάνημα...
Πάω παρακάτω άλλα δέκα λεπτά, ανηφόρα, κατηφόρα, βρίσκω άλλο βενζινάδικο, βάζω αέρα, τίποτα. Τελοσπάντων το τραβάω κάτω 40 λεπτά στα χέρια κι ο ιδρώτας να τρέχει. Μου λέει ο μάστορας, μια στιγμή, θα στο φτιάξω. Κανείς στο μαγαζί. Κοίτα του λέω και το λάστιχο, μην έχει τίποτα, μην είναι σκισμένο, ναι, μου λέει, θα το δω. Το πιάνει, βγάζει τη σαμπρέλα, γυρίζει με το χέρι του μέσα το λάστιχο, το ψαχουλεύει δυο φορές, βάζει μια καινούργια σαμπρέλα, φουσκώνει, τοποθετεί, σφίγγει, ρυθμίζει, κοιτάει και κάτι άλλα ψιλά, ωραία. Στο μεταξύ είχε έρθει μια κοπέλα να πάρει ένα κατιτίς που χρειαζόταν και περίμενε, γιατί εμφανίστηκε ένας που ζητούσε ποδήλατο για το γιο του. Πριν τοποθετήσει τη ρόδα στο δικό μου, του κατέβασε ο μάστορας τρία ποδήλατα και του εξηγούσε. Η κοπέλα βαρέθηκε κι έφυγε, εγώ κάποια στιγμή πλήρωσα κι έφυγα και λόγω αναμπουμπούλας ανέβαλα να πάρω και τίποτα άλεν.
Πάω λίγο παρακάτω, διαπιστώνω ότι το φρένο ήταν πολύ μαλακό. Το γυρίζω πίσω, περιμένω λίγο, ο τύπος εντωμεταξύ κοιτούσε τα ποδήλατα, δεν αποφάσιζε κι έφυγε. Σφίγγει το φρένο, φεύγω γρήγορα, γιατί είχε πάει πια παρά 25 και θα καθυστερούσα στο μάθημα.
Ανεβαίνοντας την Ληκαβηττού μετά την Ακαδημίας, ένα καινούργιο άσπρο κουβαδάκι μπροστά μου σταματάει απότομα κι αρχίζει την όπισθεν αλλά δεν χωρούσε να μπει στο κενό να σταθμεύσει, κλείνει και το δρόμο. Κρατούσα απόσταση κι είχα αρχίσει να στρίβω αριστερά, αλλά περνούσαν αυτοκίνητα κι αυτός ακάθεκτος. Βάζω τις φωνές, εεεεεε....εεεε...περίμενεεεεε..., ουααιιιιιιί... και μηχανή να ήταν αντί για ποδήλατο θα είχε πρόβλημα, εκείνος όμως άσχετος, φτάνει κι ακουμπάει ο προφυλακτήρας το λάστιχο, εεεε, εγώ, βγαίνω αριστερά του, ανοιχτό παράθυρο, εεε, του λέω, χωρίς να σταματήσω, συμφορααααααά, που παααααας, δεν κοιτααααάζεις, τιναυταααααά.... Ήταν ένας γέρος εκατονογδόντα ετών και όχι μόνο δεν γύρισε να κοιτάξει, αλλά συνέχισε να μιλάει στον συνοδηγό... Κοίταζε όλος ο κόσμος και σχολίαζε, ο γέρος κουφός, τυφλός και άτρωτος! Εγώ από γέρο ή γριά θα πάω...
Πηγαίνοντας, έβλεπα το λάστιχο να πέφτει. Μωρέ, λέω, τι γίνεται, αφού το φούσκωσε... Στη Σόλωνος σταματάω στο βενζινάδικο δίπλα στην Εστία. Να βάλω αέρα, ναι, πάω να βάλω, τίποτα, πεσμένο. Έρχεται ο βενζινάς, να σε βοηθήσω, το και το του λέω, καινούργια σαμπρέλα, τί γίνεται... μου λέει, από κάπου χάνει, άκου, τσσσσσ...
Το ξαναπιάνω στα χέρια και ανεβαίνω τη Σίνα. Ο ιδρώτας ποτάμι και χέρια μες τη μαυρίλα. Με το που φτάνω στο Ινστιτούτο απέξω, το είδα τυχαία! ΤΟ ΚΑΡΦΙ!!! Πάνω στο λάστιχο είχε κάτσει ένα καρφί, το οποίο τρύπησε και την καινούργια σαμπρέλα και δεν έτυχε να τσιμπήσει τα δάχτυλα του ποδηλατά... Βγάζω το καρφί με ένα κλειδί, μια τσαγκαρόπροκα θανατερή... Το κλου...
Το βράδυ, άντε πάλι πίσω μισή ώρα ανηφορικά με το ποδήλατο στα χέρια. Με σκασμένο ακόμη το λάστιχο. Με την πρόκα μπροστά μου, τη ρουφιάνα! Την βλέπω αυτή τη στιγμή και δεν το χωνεύω! Μέτρησα σήμερα ίσαμε δεκαπέντε ανάλαφρους ποδηλάτες κι εγώ στην πίκρα από χθες...

ΠΑΙΖΩ, ΠΑΙΖΕΙΣ...

Κατά την πρόσκληση της Αθηνάς παραθέτω 7 αλήθειες για μένα, αν και καλύτερα θα ήταν να μιλήσουν οι άλλοι κι όχι εγώ.

1. Δεν φροντίζω ποτέ να έχω ένα ρούχο υποφερτό και σιδερωμένο να βάλω το πρωί να φύγω.
2. Είμαι ένα αυτάρεσκο ρεμάλι τελειωμένο, που όλο λέει, έχουμε καιρό!
3. Συνήθως είμαι σε αφασία, αλλά μπορεί να αγχωθώ για το τίποτα, να πνιγώ σε μια κουταλιά νερό και να στείλω τους φίλους μου στο Δαφνί απ΄τη γκρίνια.
4. Θέλω απέραντο χρόνο για τον εαυτό μου, όμως αφιερώνω άλλη μια αιωνιότητα στους φίλους μου.
5. Δεν βλέπω καθόλου τηλεόραση. Καθόλου. Αν δεν έρθει κάποιος να την ανοίξει, αγνοώ την ενοχλητική της ύπαρξη.
6. Μιλάω πολύ, φωνάζω, γελάω και χειρονομώ έντονα. Αν στενοχωρηθώ ή συγκινηθώ, μου κόβεται η φωνή και θέλω φροντίδα και προδέρμ. Αν θυμώσω, σπάω φαρμακεία.
7. Μ΄ αρέσουν υπερβολικά οι ψηλοτάκουνες μαύρες και κόκκινες γόβες, διακοσμητικές επάνω σε μια στοίβα βιβλία. Μια ζωή κυκλοφορώ σαν λεγεωνάριος.

Αχ, τέλειωσαν! Είχα να γράψω κι άλλα! Όποιος θέλει συμμετέχει, δεν τα πάω καλά με τις προσκλήσεις γι΄αυτό και δεν παντρεύομαι!

ΓΥΑΛΙΑ ΚΑΡΦΙΑ ΚΑΙ ΛΑΣΤΙΧΑ

Πλύθηκα. Ντύθηκα. Χτενίστηκα. Το απόγευμα. Πήρα το σακκίδιο, φόρεσα το κράνος και τα γάντια. Κατέβηκα στην είσοδο της πολυκατοικίας. Έλυσα το ποδήλατο. Δυο φαρμακομύτες κουτσομπολεύανε μια τρίτη απούσα. Τις αγνοώ. Δένω το σακκίδιο γερά γερά στη σχάρα του ποδηλάτου. Με κοιτάζανε λοξά. Βάζω φωτάκια. Παίρνω το ποδήλατο στο χέρι, κατεβαίνω, το ακουμπάω στο πεζοδρόμιο και, ω!!! Ω!!!!

Οποία φρίκη! Οποία απογοήτευσις! Ω!!!

Λάστιχο... Το μπροστινό λάστιχο πίτα. Φούιτ, η μετάφραση για τη Θεσσαλονίκη και τα πέριξ! Έμεινα μια γελοία εικόνα με κράνος και γάντια... Οι φαρμακομύτες είχαν φύγει...
Και πήγα με τα πόδια, πήρα μετρό και ταξί, και στο γυρισμό περίμενα μισή ώρα το λεωφορείο στη Χαριλάου Τρικούπη, αν είναι δυνατόν! Κι αύριο έχει το τραμ στάση εργασίας, αλλά δεν είναι αυτό που με νοιάζει τόσο. Είναι που έχει καλό καιρό. Κρίμα.

Κρίμα που το πρωί δεν πήρα το ποδήλατο για κάτι κοντινές δουλίτσες. Θα είχα δει το λάστιχο και θα τό΄χα φτιάξει ή θά΄χα πάει στο μάστορα. Απόψε, τώρα, στη μαύρη νύχτα, κι έχω ξύπνημα το πρωί, που ν΄αλλάζω λάστιχο... Βλέπουμε.

Βέβαια με τόσα γυαλιά και καρφιά στο οδόστρωμα και τόσα φρεάτια και λακκούβες που έχω μετρήσει, ευχαριστημένη νά΄μαι, πολύ κράτησε. Είμαι και βλάκας. Γιατί συνήθως κάνω έναν έλεγχο, αλλά το μεσημέρι που μού πέρασε η σκέψη, το άφησα.
Μου έλειψε! Χειρότερα κι όλας, που λόγω αίθριου καιρού είχαν βγει όλα τα πεταλάκια στο δρόμο, ενώ εγώ άφριζα μέσα στο μετρό...
Με ρώτησαν σήμερα, αν δεν βαριέμαι να πηγαινοέρχομαι καθημερινά με το ποδήλατο. Η απάντηση είναι όχι. Αρχικά το πήρα για καμμιά βόλτα, διότι είχα σκουριάσει τελείως, μου έλειπε η κίνηση και η ποδηλασία καθαυτή, από παλιά που έκανα, τόσο, που τ΄ονειρευόμουν, ότι ποδηλατώ. Σήμερα, μετά από μέρες πάνω στη σέλα, κατάλαβα, ότι ξέχασα πια να περπατάω!

Στην αρχή είχα μια ανασφάλεια, για την οποία ευθύνονταν και τεχνικοί λόγοι. Από την στιγμή που κάλυψα το τεχνικό θέμα, ανοίχτηκα περισσότερο. Έμαθα και κάποιες άγνωστες διαδρομές και πηγαίνω άνετα. Είναι αστείο, ότι φοβόμουν να κάνω διαδρομές, που κάλυπτα στα 12 και τα 15 μου, και ο λόγος είναι ότι είχα χάσει την συνήθεια.

Η συνήθεια είναι σπουδαίο πράγμα. Κάτι άλλο που κατάλαβα στην πράξη είναι, ότι κανονικά δεν σταματάμε ποτέ. Ας πούμε, ανέβηκα μια ανηφόρα και τά ΄φτυσα; Δεν πειράζει, συνεχίζουμε. Είμαι στα μισά της ανηφόρας των 90 μοιρών και κοντεύω να βγάλω το στομάχι μου; Δεν πειράζει, αναπνοή, νερό (αν έχω) και συνεχίζουμε. Κουράστηκα, μπούκωσα απ΄τα καυσαέρια και δεν πάει άλλο; Δεν πειράζει, τραβάμε πετάλι απίστευτα αργά αλλά συνεχίζουμε... Τώρα ενδέχεται να κάνω καμμιά στάση, αλλά αυτό συνήθως είναι μέσα στα πλαίσια του διαθέτω χρόνο και ραχατεύω. Μετά όμως κάνω αρκετή ώρα να επανέλθω. Άρα το καλύτερο είναι το συνεχές.

Αυτός ο τρόπος μου έχει χαρίσει υπομονή, που από χαρακτήρα δεν διαθέτω. Είμαι οξύθυμη και ανυπόμονη, όμως στον ποδηλάτη δεν μένει περιθώριο εκνευρισμού και ανυπομονησίας, διότι αφιερώνει την ενέργεια του στο πετάλι. Επίσης έχει οξυνθεί η προσοχή κι έχουν ευαισθητοποιηθεί τα ανακλαστικά μου σε μεγάλο βαθμό. Το συνειδητοποίησα σήμερα που πήγαινα πεζή. Αυτά όλα πέρα απ΄το σωματικό όφελος και την ευεξία.

Ένας οδηγός χθες ερχόταν και τον άκουγα να πατάει την κόρνα επίμονα, μπιπ, μπιρ μπιρ μπιρίπ, αλλά δεν μπόρεσα να καταλάβω το λόγο, που απευθυνόταν, διότι τύχαινε να έχει πολλή απόσταση από μένα, τουλάχιστον δυόμισι μέτρα σε πλάτος, κι ούτε φαινόταν να βιάζεται. Τον πετυχαίνω λίγο πιο κάτω και του λέω έτσι με μια κίνηση, τί φωνασκείτε;;!! Ο τύπος παραφρόνησε, είδα την όψη του τρόμου! Ξέχασε να βάλει μπρος στο φανάρι, και άκουσε την κόρνα της ζωής του! Έτσι, μια καθαρεύουσα άσχετη στην ώρα της, αποδίδει τα ίσα!
Το παραπάνω χαζοπόστ αφιερώνεται με αγάπη και (στ)οργή στην Abbtha, της οποίας η φιλία είναι τιμή για μένα και προέκυψε μέσα από το blogging!

ΦΕΤΙΧ

Τι έχει πάντα μαζί του κανείς για ώρα ανάγκης; Εγώ πάντως έχω ένα βιβλίο. Τό΄χω σε κακό να βγω απ΄το σπίτι μου χωρίς βιβλίο. Έχω βγει χωρίς λεφτά, κλειδιά, κινητό, ομπρέλα, γυαλιά, με παντόφλες - το πήρα είδηση σε τρία τετράγωνα και τώρα απορώ, πως έγινε και φορούσα παντόφλες και τί παντόφλες άραγε ήταν εκείνες, αφού ποτέ δεν φοράω παντόφλες! Τελοσπάντων, δεν γίνεται χωρίς βιβλίο. Έχω συχνά καθυστερήσει κοιτάζοντας ποιο βιβλίο θα πάρω μαζί μου. Αυτό εξηγείται ως εξής. Αν μέσα στην διάρκεια της ημέρας δεν διαβάσω τίποτα, νιώθω χάλια και κατόπιν ανακαλύπτω τον λόγο. Σύνδρομο αναγνωστικής στέρησης.

Όταν ήμουν μικρή πηγαίναμε συχνά επίσκεψη σε συγγενείς. Εκεί τα παιδία παίζαμε και διασκεδάζαμε, αλλά κάποια στιγμή αναπόφευκτα το πάρτυ έκανε κοιλιά. Τότε εγώ χανόμουν. Με ανακάλυπταν αργά ή γρήγορα στο δωμάτιο με τα παλτά, ξέρετε, στο υπνοδωμάτιο που βάζουν όλοι τα πανωφόρια τους χύμα πάνω στο κρεββάτι, και με ξετρύπωναν μαζί με το σώμα του εγκλήματος, δηλαδή το βιβλίο, είτε δικό μου είτε από την βιβλιοθήκη του σπιτιού.

Στα είκοσί μου παρουσίασα μυωπία. Είχε φτάσει δύο βαθμούς στο δεξί και ενάμισι στο αριστερό μάτι. Το διαπίστωσα, όταν προσπάθησα να διακρίνω τους τίτλους σε μια σειρά λατίνων συγγραφέων σ΄ ένα ψηλό ράφι και τελικά χρειάστηκα τη σκάλα. Από τότε μίσησα τους λατίνους συγγραφείς. Η οφθαλμίατρος, ρωσίδα, με ρώτησε, καλά, και με τα λιοφωρεία δεν είχιες πριόβλημα; Νιετ, της απάντησα, τα έπαιρνα απ΄την αφετηρία... Όμως για την μυωπία δεν ευθύνεται το διάβασμα. Έχω την πεποίθηση, ότι είναι κληρονομική.

Κάποια στιγμή, επειδή μ΄αρέσει να διαβάζω έξω στη λιακάδα, αντιλήφθηκα ότι η συγκεκριμένη δραστηριότητα είτε δεν είναι κοινωνικά αποδεκτή, είτε αντιμετωπίζεται με συγκατάβαση. Ίσως οι δικοί μου να έδειξαν υπερβολική κατανόηση και δεν χτύπησαν το κακό στη ρίζα του. Συνειδητοποίησα το γεγονός πιάνοντας βλέμματα έκπληξης, ειρωνείας, φόβου, ανησυχίας, περιέργειας, περιφρόνησης, οίκτου ακόμη και αποτροπιασμού στη θέα του ανοιχτού μου βιβλίου. Όταν κάνω την κίνηση να βγάλω από το σακίδιό μου ένα βιβλίο, η συναισθηματική αντίδραση των γύρω θα ταίριαζε σε περίπτωση που κρατούσα μια χειροβομβίδα. Όχι, δεν πρόκειται για βιβλιόφιλους που έχουν περιέργεια για τον τίτλο. Υπάρχει φόβος απασφάλισης της χειροβομβίδας!

ΤΥΡΙ ΣΤΑ ΜΑΚΑΡΟΝΙΑ

Έχω έναν ξάδελφο. Δηλαδή έχω πολλά ξαδέλφια και πάρα πολλά ανήψια, αλλά δεν τα βλέπω συχνά. Ο ξάδελφός λοιπόν έστειλε ειδοποίηση να μην αγοράσω κινητό και κατόπιν έστειλε το ίδιο το κινητό του, ένα μαύρο samsung, σχεδόν καινούργιο, διότι εκείνος έχει νομίζω σύνδεση και θα πάρει άλλο.

Το έχω βάλει από χθες σε λειτουργία, όλα καλά, μόνο που κάνω ακόμη οχτώ ώρες να στείλω μήνυμα. Επίσης θα χρειαστώ ένα handsfree και μια USB για bluetooth, και τότε μπορείτε να ελπίζετε, ότι θα δείτε καμμιά φωτογραφία της προκοπής μέσα σε τούτο το δύστυχο blog!

Από τότε που βγήκαν τα κινητά έχω αγοράσει μόνο ένα κι αυτό πολύ βιαστικά, ένα φτηνό, η παντόφλα που είχα τα τελευταία δύο χρόνια. Αυτό έφαγε τέσσερις φορτιστές. Έναν ξέχασα σε ξενοδοχείο, άλλος κάηκε, αγόρασα έναν τρίτο και μού χάρισαν άλλον έναν! Το πρώτο μου κινητό και τον αριθμό μου από τότε, το έκανε δώρο ο παππούς, ο οποίος ήταν και ο πρώτος στην οικογένεια που πήρε κινητό! Ήταν μια εποχή που μπορεί να μην έκανα ούτε δυο κλήσεις το μήνα! Φυσικά ούτε φωτογραφική, ούτε ήχοι, οθονίτσα τοσοδούλα, κεραία απέξω, τα γνωστά. Έπειτα τα κινητά απόχτησαν πόρτες, συρτάρια, φτερά, ουρές, χορεύουν και τραγουδάνε, μα ένα που να μου φτιάχνει τον καφέ δεν βρίσκω...

Το δεύτερο κινητό μου το έδωσε ένα άλλο ξαδελφάκι και μετά ο πατέρας μου ένα τρίτο. Εκείνο ήταν κακότυχο, γιατί πάνω που το βολεύτηκα, μού ΄κλεψαν το σακίδιο και πάει. Κι επειδή ήταν Παρασκευή και την Κυριακή ταξίδευα, αναγκάστηκα να πάρω ένα μες την πυρκαγιά και ευτυχώς βρήκα έναν κωδικό (που δεν ξέρω τώρα που είναι) και κράτησα το ίδιο νούμερο. Οι παρενέργειες από την απώλεια της λίστας των επαφών με ταλαιπωρούν ως σήμερα!

Η σχέση μου με το κινητό είναι περίεργη. Συχνά το ξεχνάω στο σπίτι...

Μόλις έμαθα τα νέα του Άργου. Η θεία μου έχει ένα σκύλο τον Άργο. Είναι τύπου λυκόσκυλο και ζει στον κήπο. Τελευταία παρουσίασε ανορεξία, αδυνάτιζε και τον πήγαν στο γιατρό. Ο γιατρός δεν του βρήκε τίποτα παθολογικό και ρώτησε αν κάποιο πρόσωπο τον τάιζε, περνούσε πιο πολύ χρόνο μαζί του... λοιπόν η διάγνωση είναι ότι ο Άργος έπαθε κατάθλιψη από τότε που πέθανε η νόνα μου, που τον φρόντιζε. Δηλαδή και οι άλλοι τον φροντίζουν, αλλά εκείνη τον είχε πιο πολύ και του ΄βαζε τυρί στα μακαρόνια...
Έχω να πω και κάτι για τις γάτες και τα χελώνια. Η γάτα είναι εντασιόμετρο. Όταν τα επίπεδα έντασης/stress αυξάνονται η γάτα μισοκρύβεται έως εξαφανίζεται. Επίσης λειτουργεί και σαν ξυπνητήρι το πρωί. Η χελώνα είναι κάτι σαν θερμόμετρο/βαρόμετρο. Αντιδρά στην παραμικρότερη αλλαγή του καιρού και προβλέπει τη βροχή. Όσον αφορά στην μουσική, γάτες, σκύλοι και χελώνια αγαπούν τον Μπαχ και τρομοκρατούνται με την electronica, metal και τα συναφή.

ΜΥΑΛΑ





Δουλεύω δυο βάρδιες. Τρεις πρωί, δυο βράδυ. Ένας πρωινός σήμερα με ρώτησε, ποιος με κάλεσε στη βραδυνή βάρδια. Χωρίς να σκεφτώ το λόγο της ερώτησης του λέω, ε, λογικά, παρουσιάστηκε εκεί ανάγκη, τηλεφώνησαν και τους έστειλαν εμένα.

Αργότερα άναψε στο μυαλό μου (βλ. φωτό) ένα φλασάκι. Γιατί ρωτάει ο τύπος; Ο οποίος επιπρόσθετα δεν έχει λόγο συμφέροντος σε σχέση με μένα. Διότι έχω δείξει αρκετά ευχαριστημένη και χαλαρή με την βραδυνή δουλειά. Πέραν από το προφανές, ότι αυτό που αρέσει σε έναν μπορεί να μην αρέσει στον άλλον ή να μην τον βολεύει, υπάρχει και κάτι ακόμη. Ποτέ δεν πείθει να είσαι ευχαριστημένος έτσι απλά με αυτό που σού τυχαίνει. Για να μ΄αρέσει, ή τουλάχιστον να μην έχω πει τίποτα, να μην έχω γκρινιάξει, θα πει πως το επεδίωξα και το πέτυχα. Άρα έβαλα λυτούς και δεμένους να πιάσω τη θέση που μ΄αρέσει.

Τα πράγματα εντούτοις έγιναν ανάποδα. Εγώ δεν έκανα απολύτως τίποτα. Άφησα όλους να κανονίσουν τα δικά τους, να πάνε εκεί που τους βόλευε και περίμενα. Αυτό που περίσσεψε, το πήρα εγώ. Υποθετικά θα έπρεπε να μου κάτσει στο λαιμό και να προσπαθώ να το καταπιώ. Έλα όμως, που είμαι μια χαρά. Το βλέπει ο άλλος, σου λέει, δεν μπορεί, το έψαξε, ρώτησε, παρακάλεσε, είχε μέσον , έξον, δείξον...πφ!

Διότι το είχα φιλοσοφήσει το όλον από πριν (με το μυαλό μου, βλ. φωτό). Είναι μια ενόχληση ο Μεγαλέξανδρος. Εν πάσει περιπτώσει, κόβει τον ήλιο!
Σημείωση: μην αφήσω άλυτες απορίες, αυτό που μοιάζει με μετεωρίτη ή μυαλά πανέ είναι μια μυρωδάτη σελινόριζα από τη λαϊκή!

ΤΟ ΕΞΑΙΣΙΟ ΠΤΩΜΑ ΘΑ ΠΙΕΙ ΑΚΟΜΗ ΕΝΑΝ ΚΑΦΕ


Έχω τη βάσιμη υποψία ότι το μόνο πράγμα της προκοπής που κάνω τώρα τελευταία είναι ποδήλατο. Ούτε να διαβάσω σαν άνθρωπος. Σήμερα κατάφερα να διαβάσω ένα ωραίο άρθρο του Paul Ricoeur περί ιστορίας, κι αυτό με κόπο.
Προσπαθώ να συνθέσω τα κομμάτια της καθημερινής μου πραγματικότητας και προκύπτει σουρρεαλιστικός πίνακας. Το μυαλό μου καίγεται. Δεν θυμόμουν πως λέγεται η Πέμπτη και κόντεψα να κοιμηθώ στο μάθημα γαλλικών και να ξεφτιλιστώ, έπρεπε τουλάχιστον να καθήσω δίπλα στο παράθυρο. Ευτυχώς συνήλθα γρήγορα, και στο διάλειμμα πήρα καφέ, πήρα και αέρα, bien!

Με τους αριθμούς τί κάνουμε; Όχι τους γαλλικούς, τους ελληνικούς. Δίπλα στον Ricoeur μέσα στο σακκίδιό μου αναπαύονται καμμιά δεκαπενταριά φύλλα με αριθμούς, που θα με ταλαιπωρήσουν το Σαββατοκύριακο σαν τον Χορν. Τί δουλειά έχουν αυτά τα νούμερα στο σακκίδιό μου; Είχα σχέση εγώ ποτέ με προσθαφαιρέσεις και λογαριασμούς; Γι ΄αυτό λύθηκε δύο φορές το σακ και πήγε να πέσει από τη σχάρα μες την Αρδηττού και δεν χάρηκα την κατηφόρα; Ο Paul σ΄αυτό απαντά πως η ιστορία έχει ένα νόημα, αλλά κρυμμένο, μυστηριώδες...

Αυτό το κρυμμένο νόημα έψαχναν τα σκαπτικά μηχανήματα στην Μαυρομιχάλη... κι όποιος με πήρε μυρωδιά από κει και ύστερα δεν είχε την πολυτέλεια ν΄αναρωτιέται για την πρόσφατη ιστορία μου και το νόημά της. Όλα πια ήταν φανερά! Μεθάνιο, λάσπη και ψάρι αποπάνω! Δηλαδή ψαρόνερα απ΄τον καθαρισμό με το λάστιχο του ιχθυοπωλείου!

Τώρα θυμήθηκα ότι το μεσημέρι έφαγα γαύρο στο φούρνο! Κάποια σχέση πρέπει νά ΄χουν όλα αυτά τα ψάρια... αλλά είμαι πτώμα εξαίσιον και θα σιωπήσω ως ιχθύς...

ΑΓΡΙΑΔΕΣ


Λοιπόν. Η κατάσταση είναι σοβαρή. Είπαμε ν΄ανεβώ στο ποδήλατο, ναι; Είπαμε να πάω στη δουλειά μου, ναι; Ωραία. Απόψε, βραδινή βάρδια, έπρεπε να πάω Γκύζη - Άγιο Δημήτριο=Μπραχάμι (εντάξει, τό΄μαθα). Τώρα πείτε μου εσείς πως τα κατάφερα α) να πηγαίνω κάθε φορά από άλλη διαδρομή και β) να φτάσω στον Άλιμο!

Τί δουλειά είχα στον Άλιμο; Και πώς δεν κατάλαβα μισή ώρα ποδήλατο παραπάνω; Λύσσαξα; Η λυσσασμένη ποδηλάτις;

Ξεκίνησα βέβαια νωρίς. Λόγω απεργίας ο δρόμος ήταν πνιγμένος στα λεωφορεία στο πήγαινε, και στο έλα μόνο ταξί. Κατά τ΄άλλα, χαλαρά. Τόσο χαλαρά, που ήταν όλα τ΄αυτοκίνητα σταματημένα, εγώ όμως πήγαινα, πήγαινα, ξεχνάω να στρίψω κει που έπρεπε και μετά στρίβω κάπου στην τύχη. Έφτασα σχεδόν στην παραλία.

Ουσιαστικά χάθηκα. Βλέπω μια ταμπέλα, Μουσικό Γυμνάσιο... Αλίμου! Ω!

Τί κρίμα να μην είναι μεσημέρι! Θα έριχνα και μια βουτιά στη θάλασσα...
Επίσης συνειδητοποίησα, ότι ανεβαίνω τις ήπιες ανηφόρες με δυο ταχύτητες πιο κάτω, και δεν το νιώθω.

Σε λίγο δηλώνω συμμετοχή στο γύρο της Γαλλίας!
Όμως αυτό που ένιωθα ήταν άλλο, δύο μέρες τώρα. Κάτι μ΄ενοχλούσε...στα μαλακά!

Ναι, δύο σπυριά! Πρέπει να ομολογήσω! Δύο μεγάλα, άτιμα κερατόσπυρα, ακμής (!!!!) ακριβώς εκεί! Αριστερόν μηρόκωλον, έσω ψαχνωμένον τεταρτημόριον!

Αν είναι δυνατόν!

Εκεί έπρεπε; Που πιάνει η σέλα;
Χάθηκε μια μύτη; Ένα φρύδι; Ένα πηγούνι;

Αν είναι δυνατόν!

Διακόπτουμε την ποδηλατική ενημέρωση για να μεταδώσουμε ένα νέο, το οποίο μόλις έφθασε στο γραφείο τύπου μας:
Κάτι παράξενο συμβαίνει στην περιοχή μεταξύ Ομονοίας και Δημαρχείου. Στην οδόν Αναξαγόρα είχαμε βρει μισοπεθαμένο το χελώνι μας, τον Αναξαγόρα, ο οποίος έμεινε τελικά σπίτι και από μέγεθος σπιρτόκουτου έχει γίνει μέσα σε τέσσερα χρόνια ένας ωραίος καθωσπρέπει χελώνος, πολύ του σαλονιού.

Χθες στη συμβολή των οδών Λυκούργου και Κλεισθένους ένα κοντέινερ ξεφόρτωνε ομπρέλες.

Από κει μέσα πετάχτηκε ένα πράσινο ιγκουάνα, ενός μέτρου περίπου.

Ο οδηγός αναφώνησε: Παναγιά μου, μια σαύρα!

Αυτή την στιγμή το ιγκουάνα τουρίστας κάθεται πάνω σε μια λεύκα στο σημείο εκείνο, που έχει και λίγο γκαζόν. Άκουσα θα γίνουν κινήσεις φροντίδας του. Το ελπίζω γιατί δεν θ΄αντέξει στο κρύο. Το πράσινο δεντρόβιο ιγκουάνα είναι έξυπνο, αυστηρά φυτοφάγο και εξημερώνεται.
Να γιατί λέμε την Αθήνα ζούγκλα!!!
Αμαζόνιος...

Σημείωση:
Το εξώφυλλο από το άλμπουμ των Εvolution Viper από την Βραζιλία, συνεχιστές των Sepultura. O Αμαζόνιος βρυχάται!! Το "Chava Cochoa" είναι το ντεμπούτο τους και το τρακλιστ είναι το ακόλουθο: Börzsöny Poison Hakata-zaForest, Indiana Uitgeest Gyroradius Baron Sackville Altillac Gluteal nerve Swimming Pool Monster Blood II.
Συστήνεται ανεπιφύλακτα στην διαπασών σε όσους τους ενοχλούν παντοιοτρόπως οι γείτονες.
Κάνει και για απεντόμωση.

ΤΑ ΨΕΜΜΑΤΑ

Με λόγια, με φυσιογνωμία, και με τρόπους
μια εξαίρετη θα κάμω πανοπλία...
Α, ψέμματα. Δεν έχω καμμιά πανοπλία.
Έχω βέβαια ένα κράνος αλλά είναι τρύπιο, του ποδηλάτου.
Κι από όπλα, ούτε σουγιαδάκι.
Την πόζα και τα ψέμματα οι πολλοί τα κατακρίνουν μα και τα σέβονται.
Ε, ναι, το image.
Το θέλουμε το παραμύθι.
Τώρα, εμένα με βαραίνουν οι πανοπλίες, κακά τα ψέμματα.
Συγχωρήστε με, νιώθω στενάχωρα και σκέφτομαι να γίνω αστροναύτης.
Άλλου είδους πανοπλία, διαστημική...

ΤΟ ΠΟΡΤΡΕΤΟ ΤΟΥ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗ


Είμαι καλύτερα από πριν. Πριν νόμιζα πως μ΄είχε πατήσει τρένο. Η κατηραμένη αλλεργία.
Έψαξα όμως στο ντουλάπι και βρήκα το μαύρο τσάι. Siyah Cay Harman! Είναι μια σακκούλα μαύρο τούρκικο τσάι, που είχα φέρει πριν πολύ καιρό. Και μ΄έσωσε. Ήδη νιώθω καλύτερα. Πριν ήμουν μια σκατούλα πατημένη και ψιχαλισμένη. Τώρα είμαι ένας νοήμων άνθρωπος, που γράφει μιαν ανάρτηση στο ιστολόγιό του.
Οποία μεταμόρφωσις, κύριε Πούμπλιε, που ήσαστανε και magister amoris!
Υπάρχουν μερικά πράματα αμφιλεγόμενα. Άλλοι τα λένε καλά κι άλλοι βλαβερά. Οι γιατροί τα μισούν. Όλοι οι υπόλοιποι μισούν τους γιατρούς.
Η σοκολάτα, ο καφές, η ζάχαρη, η πατάτα, το μπαχάρι, το πιπέρι, το αλάτι, το αλκοόλ, το κρέας, το τσάι, ο καπνός, και η ρίγανη στα κολοκύθια.
Το τσάι κάπου έχει ξεφύγει. Είναι πιο απενοχοποιημένο, με αποτέλεσμα να μην μπορείς να βρεις στην Αθήνα σε καφετέρια τσάι της προκοπής, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων. Το πράσινο φημίζεται ως ευεργετικό. Εμένα μ΄αρέσει αρωματισμένο.
Όσον αφορά στα υπόλοιπα, ό, τι προαιρείσθε. Ο κακός βέβαια της υπόθεσης είναι ο καπνός. Αυτός πια έχει καταντήσει ένοχος για τα πάντα. Για την μη παραγωγικότητα. Για την πτώση του ανδρισμού. Για την βουλιαγμένη οικονομία. Για το λιώσιμο των πάγων. Για την υπογεννητικότητα. Για το χάσμα των γενεών. Για την κίνηση στους δρόμους. Για την βλάβη στο CERN.
Το τσάι δεν συμβιβάζεται με τον καπνό. Είναι σαν τον σκύλο με τη γάτα. Ενώ ο καφές δεν κάνει χώρια απ΄τον καπνό. Σαν το σκύλο με το τσιμπούρι. Εγώ είμαι τριχοτομημένη προσωπικότητα.
Επαινώντας το μαύρο τσάι το τούρκικο, θυμήθηκα κάπου έχω κι ένα βαζάκι γαλλικό. Πράσινο τσάι αρωματισμένο με άνθη και βανίλια! Τσάι των ιμπρεσσιονιστών!
Ναι, υπέροχο!
Και ιδού, πλέον μεταμορφώνομαι σε καλλιτέχνη! Ακούς Πούμπλιε;

ΤΙΠΟΤΑ


Πρέπει πάντοτε να κάνεις κάτι επιδιώκοντας κάτι άλλο.
Αυτό είναι ένα αξίωμα που θέλω πολλές σόδες να χωνέψω.
Αλλά και πάλι αχώνευτο μού είναι.
Πρέπει να βάζεις στόχους!
Κι άμα δεν βάλω;
Αυτό σημαίνει πως δεν ξέρεις τί θέλεις και θα αποτύχεις.
Σε τί;
Άντε βγάλε άκρη.
Μια γιαγιά μ΄έβλεπε εφτά χρόνια να διαβάζω στο μπαλκόνι.
Τί γίνεται παιδάκι μου ακόμη δεν τέλειωσες;
Ακόμη δεν άρχισα, της έλεγα.
Μα τόσο δύσκολες αυτές οι εξετάσεις... Εμένα ο γιος μου τέλειωσε και παντρεύτηκε και δουλεύει, και...
Έχω μια εσωτερική γεωγραφία. Τα περισσότερα μέρη της είναι αχαρτογράφητα και πηγαίνω ψαχουλευτά. Η πυξίδα είναι μια διαίσθηση, που ποτέ δε με γέλασε, παρά την ταλαιπωρία. Με τις εξηγήσεις όμως δεν τά΄χω καλά. Δυσκολεύομαι.
Ας πούμε, κάποιος μού λέει, τί έκανες σήμερα, και του απαντώ, τίποτα.
Τίποτα, πώς τίποτα;
Ε, να, ξέρω γω, διάβασα ένα βιβλίο!
Α, μπράβο, και τί άλλο;
Τίποτα!
Αν του πω ότι είμαι χαρούμενη, θα με ρωτήσει γιατί.
Αν του πω ότι διάβασα μια ιδέα που μού έφερε μια άλλη, θα χασμουρηθεί.
Α, έτσι... και σε τί χρησιμεύει;
Μα... σε τίποτα!

Η ΜΑΓΙΣΣΑ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΣΜΥΡΝΗΣ

Σήμερα ξύπνησα το πρωί στις έξ ώρα που πάνε για ύπνο οι κουκουβάγιες και καθόμουν σαν φάντασμα στο μπαλκόνι να με χτυπήσει η δροσιά να συνέλθω. Κάπου δεν προχώραγε, κάπου δεν ήμουν. Κοίταξα τον καθρέφτη κι είδα άλλο πρόσωπο. Ανέβηκα όμως στο ποδήλατο και σε τρία λεπτά ζωντάνεψα.

Μ΄έχουν μάθει και βαρεθεί δυο τροχονόμοι, τους οποίους έχω και γω βαρεθεί, σήμερα τού λέω του ενός, Λεωφ. Αλεξάνδρας, κόβε τους άλλους και άσε εμένα, να χαρώ λίγη πρωινή άσφαλτο, τόση ώρα δωπέρα, θά ΄χα φτάσει στο Φάληρο, άντε, καλημέρα!

Μ΄έχουν μάθει επίσης και βαρεθεί οι πρωινές, μεσημεριανές και βραδυνές σκοπιές των ευζώνων, των φαντάρων και των ματ της Ηρώδου Αττικού, κι έχω γράψει κάμποσα bytes στις κάμερες του Μαξίμου.

Ένα μυστήριο πράγμα που συνειδητοποίησα, είναι πως δέκα λεπτά πάνω δέκα λεπτά κάτω, πώς γίνεται και πέφτω πάντα πίσω από μια μπετονιέρα κι ένα σχολικό (χτίζουμε το μέλλον), τα ίδια πάντα, πάνε μαζί σ΄έναν στενόδρομο, ραντεβού έχουμε;

Έχω βελτιώσει το χρόνο μου κατά περίπου εφτά λεπτά, με μέτρια κίνηση, τα οποία και γιόρτασα μ΄έναν εσπρέσσο της προκοπής, κι έτσι συνήλθα εντελώς.

Το πρωί οι δρόμοι ήταν μαρμελάδα, πρέπει νά ΄βρεξε τη νύχτα, δεν πήρα είδηση. Όταν όμως μέσα στην ημέρα κάποια στιγμή ζεστάθηκα κι έβγαλα το κίτρινο φούτερ μου, διαπίστωσα ότι η οπίσθια όψη του έχει γίνει πτι πουά πρασινογκρί. Ομοίως και το σακκίδιο, αλλά αυτό δεν έχει ανάγκη, έχει τραβήξει τα πάνδεινα. Κουκούλα και πλάτη λοιπόν καλλιτεχνία. Οι πιτσίλες πέταξαν πάνω από τα φτερά!

Μου λένε: Θα καθαρίσει;

Να κι αν καθαρίσει, να κι αν δεν καθαρίσει, απαντώ, εγώ βελτίωσα τον χρόνο μου εφτά ολόκληρα λεπτά, χωρίς να το επιδιώξω!! Και με τον τροχονόμο!

Φεύγοντας τώρα, είχε ζέστη κι οι δρόμοι ήταν στεγνοί. Το πιτσιλισμένο φούτερ και το λασπωμένο σακκίδιο τά΄χα πιάσει στη σχάρα.. Πήγαινα λοιπόν καλοκαιρινά καλοκαιρινά, όταν, περνάει αριστερά μου ένα κόκκινο υπόθετο και σφλαρςςςς...

Σύχρηστη από πάνω μέχρι κάτω... ευτυχώς το νερό ήταν βρόχινο κι όχι τίποτα οικτρές λάσπες, γιατί θα φάνταζα εντούρο...

Παρότι η αριστερή μου πλευρά, χέρια, βρακί, παπούτσια ήταν καταβρεγμένα, στέγνωσα σχετικά γρήγορα..

Κι ήταν πολύ ωραία, έντονο άρωμα από χαρουπιές με θέα την Ακρόπολη, θυμήθηκα καλοκαίρια και τζιτζίκια και ταξίδια μες την αρχαία λαύρα της Πελοποννήσου, καταμεσήμερα..

Είχα και κάτι ψώνια να κάνω, οπότε μετά τρία τέταρτα, κάθησα λίγο να τακτοποιηθώ. Και με πιάνει μια καταρροή...τρεμέντε!

Τότε, πάνω στη χρεία την άτεγκτη, φτάνει η τσιγγάνα με τα σωτήρια χαρτομάντηλα. Να σου πω τη μοίρα, πιάσε ένα χαρτί...

Αχ, της λέω, την ξέρω τη μοίρα μου, καλά πού΄χες τα χαρτομάντηλα, κράτα τον παρά και άστ΄ τα προξενιά!

Μισό πακέτο χαρτομάντηλα ο απολογισμός.

Αλλά έβαλα μυαλό. Σ΄ένα στενάκι βλέπω κάτι στάσιμα νερά, κι ένα αυτοκίνητο είχε στρίψει κι ερχόταν από πίσω. Αντί να κάνω άκρη ως συνήθως, πιάνω μέση μέση και τον πήγα σιγά σιγά μερικά μέτρα.. αλλιώς η δεύτερη θά΄ταν χειρότερη της πρώτης!

ΣΠΥΡΙ ΣΤΟ ΣΒΕΡΚΟ

Ο κόσμος είναι βαρύς, ρουφιάνος κι ασήκωτος. Έτσι λοιπόν χρειαζόταν ένας γίγαντας να τον βαστάει, κι ο Ζευς όρισε με συνοπτικές διαδικασίες τον Άτλαντα. Τώρα, ο Άτλας κιχ δεν έβγαλε, είχε χάσει στις εκλογές. Κράταγε τον κόσμο στην πλάτη και μες το στήθος το βαρύ του άχτι.
Μέχρι που πέρασε μια βολτίτσα με το ποδήλατό του από κει τυχαία ο Ηρακλής. Νέος, ωραίος, στάθηκε ν΄αποτελειώσει ένα ζουμερό μήλο Εσπερίδων, τον πιάνει στην κουβέντα ο Άτλας, μιας και ήξερε γεωγραφία καλή, να τού συστήσει, λέει, εναλλακτικές ποδηλατικές διαδρομές.
Βρε παλληκάρι μου, κλάφτηκε ο Άτλας, ψωμωμένο σε βλέπω, δε βαστάς μια στιγμούλα τούτο το μπελά, να πάω δω παρακάτω στην κυρά Σουλτάνα που μού κάνει κάτι ενέσεις για την μέση μου, κι έρχομαι γρήγορα, δε θ' αργήσω..
Ε, ψυχοπονιάρης και φιλότιμος ο Ηρακλής, δένει το ποδήλατο με δύο γερά πέταλα, γιατί ο Ερμής με την παρέα του τά΄χανε ρημάξει τα ποδηλατάκια και τα μεταπουλάγανε φτηνά στου Πλούτωνα, κι έπειτα μια δυο βόλεψε τον κόσμον όλον πάνω στο σβέρκο του χωρίς πολλούς κραδασμούς, μα βέβαια, παρά πού΄χε καλό τραπεζοειδή και μπράτσα, τα χρειάστηκε να κάτσει όσο έπρεπε κάτω απ΄τη μπάρα, μην πάνε χαμένα τα γυμναστήρια κι οι προπονήσεις αλλά και το νταβραντισμένο του όνομα!
Μωρέ θείε, άργησες, έφερες τουλάχιστον κανένα τσιγάρο..
Όχι παιδί μου, δεν καπνίζω, δεν μένει χέρι ελεύθερο.. πήγαινε πάνω κάτω ο Άτλας χαρούμενος ξαλαφρωμένος!
Ε, τότε, θείε μου, κράτησέ το λίγο πάλι αυτό το άχθος, γιατί και κατούρημα μ΄έπιασε απ΄τις μπύρες με τον Ιόλα και τηλέφωνο πρέπει να πάρω κείνη τη ζηλιάρα την Ντάνι, πού γύριζες, θα μού γκρινιάζει πάλι, και δεν το σήκωνες το κινητό.. πού να της εξηγώ τί σήκωνα ...και δεν μπορώ τη γκρίνια της...
Καλά, Ηρακλή μου, μα με πονάει ακόμη η ένεση, μην ξεχαστείς...
Εκεί στους Στύλους του Ολυμπίου Διός, σταμάτησε πια το γρήγορο πετάλι ο Ηρακλής, να πιει ένα τσάι παγωμένο, γιατί έσκασε από τις εξατμίσεις των πούλμαν με τους τουρίστες, τον ζέσταινε με την κουφόβραση κι η λιονταροπροβιά...
ΕΠΙΜΥΘΙΟ
Ο μύθος δηλοί να μην είμεθα κορόιδα. Εντάξει, πήγαμε να φέρουμε τα μήλα, να καθαρίσουμε και την κόπρο, μη μας ζητάνε και τον κόσμο όλο!
Όχι, δεν ζήλεψα τον Τσιφόρο!
Το ποστ είναι αλληγορικό της κατάστασής μου σήμερα, οπότε, αφού βέβαια είχα αντιδράσει, ακούω και το εξής καταπληκτικό περί του ατόμου μου:
Εντάξει, δεν γίνεται, τί δηλαδή, βρήκαμε έναν μαλάκα, να του τα φορτώσουμε όλα;;;!!!
Νιώθω περήφανη!

ΒΡΑΔΥ ΒΡΑΔΥ ΑΡΓΑ



νυχτερινός χορός

το βράδυ θα έρχομαι να σού λέω παραμύθια σαν τον Χανς

την ιστορία της χορεύτριας και του φοιτητή και του κακού

γέρου, που θα γκρινιάζει γιατί το τραπεζάκι θα πηγαίνει μόνο του

στην κουζίνα να γεμίσει νερό το ποτήρι του και το βάζο του.

είναι σατανικά όλα αυτά, θα λέει, απαίσια, μια τρύπα ηφαιστίου!

κοιμηθείτε όλοι! προπάντων τα λουλούδια που με ζαλίζουν

όπως χορεύει το άρωμά τους! όσο για σένα παλιοτράπεζο

σύντομα θα χρειαστείς μαραγκό να σού στερεώσει τα πόδια

είναι πια φανερές οι συνέπειες απ΄ τις νυχτερινές βόλτες!

το τραπεζάκι όμως θα στέκεται σταθερά και θα επιμένει

στα τέσσερα πόδια του σιωπώντας κάπως πεισματάρικα


(25.11.2003)



λοιπόν, νανάκια... λέμε τώρα...