Το πρωί, μετά μισή ώρα καρφωτή ποδηλασία, είχα περίπου δέκα λεπτά για νερό κι ένα εσπρεσσάκι στην πλατεία της Νέας Σμύρνης. Αυτό είναι επιβεβλημένο για να μπουν τα data στη σειρά και να λειτουργήσει ο οργανισμός μου στη συνέχεια. Κάθησα λοιπόν σ΄ένα παγκάκι, και καθώς ήταν κάπως πιο αργά απ΄ό, τι συνήθως, που βρίσκομαι εκεί κατά τις εφτάμισι, είχε και πιο πολύ κόσμο που περνοδιάβαινε. Πίσω μου ακουγόταν ένα χργγγρρρ..., ήταν εργάτες που καθάριζαν και γυάλιζαν τη βάση της προτομής του ήρωος χωρίς παντόφλες και κάρφωναν πασαλάκια γύρω γύρω, εν όψει των εθνικών εορτασμών. Αμέσως μετά πέρασαν περιστέρια και κάθησαν επάνω στην προτομή, ήταν θέμα χρόνου να συμβεί το μοιραίον, ο ήρως ατάραχος, ως αρμόζει, και οι εργάτες είχαν πια επιδοθεί στην κοινωνική συναναστροφή με κάποιους κουστουμαρισμένους παράγοντες, αγκαλιές και χτυπήματα στον ώμο, όλα ωραία, ταιριάζαν πολύ.
Έπειτα ήρθε μια νεαρή κινέζα και κάθησε δίπλα μου στο παγκάκι, κρατώντας δυο τσάντες κι ένα καροτσάκι πάνινο. Δεν κοίταζα, αλλά μια στριγκλιά μες τ΄αφτί μου με τίναξε με κίνδυνο να συνεπαρθεί το ποτηράκι με τον καφέ - Λοοούσιιι!! Η Λούσι δεν ήμουν εγώ, ήταν η κινέζα. Δεν γνωρίζω αν λέγεται πράγματι έτσι, ή πρόκειται για επαγγελματικό ψευδώνυμο, ας πούμε η Σου Λι να έγινε Λούσι... Την γηραιά κυρία που στρίγγλιζε δεν ξέρω πως τη λένε, γιατί η Λούσυ δεν μιλούσε πολύ, παραταύτα η συνεννόηση γινόταν θαυμάσια. Η Λούσυ έχει την σταθερή πελατεία της! Η κυρία της έδωσε κατά πρώτον δύο ρολόγια να αλλαχτεί η μπαταρία, αυτό είναι μια επιπλέον εξυπηρέτηση λόγω φιλίας. Γιατί η κυρία λυπήθηκε, που την προηγούμενη βδομάδα δεν είχε μπορέσει να συναντήσει τη Λούσυ. Το θέμα ήταν, πως ό, τι έλεγε η κυρία, το άκουγε όλη η πλατεία και η Λούσυ χαμογελούσε.
Μετά η Λούσυ έβγαλε απ΄την τσάντα της διάφορα θαύματα, αν μάλιστα κρίνω απ΄τα επιφωνήματα. Σκουλαρίκια, δαχτυλίδια, βραχιόλια πολύχρωμα, σε διάφορα σχήματα διακοσμημένα με φο διαμαντάκια όλα. Η κυρία ήδη φορούσε ένα κόκκινο βραχιόλι κι ένα ρομβοειδές τεράστιο δαχτυλίδι στο τεντωμένο χέρι της που κουνούσε πέρα δώθε και φώναζε τη φίλη της από απέναντι. Η φίλη της με πορτοκαλί κραγιόν, πορτοκαλόχρυση τσάντα και κολάν ήρθε να δώσει τη γνώμη της για τα σκουλαρίκια. Όχι, χρειαζόταν κάτι πιο έντονο... εκείνο, το άλλο... τελικά η Λούσυ έβαλε τα σκουλαρίκια στ΄αφτιά της για δοκιμή, και για να δουν αν κλείνουν καλά... και κατά τη διάρκεια της κουβέντας να καμπανίζει το όνομα Λούσυ, Λούσυ!
Φεύγοντας προσπέρασα δυο συνταξιούχους, ο ένας έπαιζε ένα πλαστικό μοβ κομπολόι και έλεγε, γιατί τα πλούσια μοναστήρια να μην ενισχύουν τις χαμηλές συντάξεις, τα φάρμακα ... αχ, Λούσυ, από την Κίνα!
Δεν βγαίνει ο σύνδεσμος για τα σχόλια...αφήνετε στο προηγούμενο ποστ, δεν βγαίνει άκρη προς το παρόν!