Ο ΧΟΡΟΣ ΤΗΣ ΒΡΟΧΗΣ

Δύσκολοι καιροί για πρίγκηπες αλλά εμένα δεν με κόβει, διότι έχω προ πολλού μεταμορφωθεί σε βατράχι και κινούμαι στο φυσικό μου περιβάλλον. Βρήκα τη φύση μου την υδροχαρή και λασπολάγνα, βρήκα και την τρύπα του συστήματος και την βούλωσα! Έχω εθιστεί αμετάκλητα στο τροπικό σπα, μια βροχή θα μας σώσει, κι άλλη μια, να σβήσουν οι φωτιές στο Χίου, πόλεμος εκεί κάτω, ή θα πνίγονται ή θα σκοτώνονται, αλλά εδώ στο ύψος μας, μόνο που βγάλαμε πτερύγια.


Έχουμε μπει για τα καλά στην περίοδο των βροχών, σπάνια να μη ρίξει καρύδες μια μέρα, ο καιρός έχει σύστημα, πρώτα οργώνει καλά καλά το κοκκινόχωμα, μετά ποτίζει, ύστερα κάνει μια κουφόβραση θερμοκηπίου, κατόπιν ψεκάζει, ύστερα λιάζει κι ο κύκλος επαναλαμβάνεται ανά μία δύο μέρες προκαλώντας φυτικές πυρηνικές εκρήξεις.

Περνάω την έξοδο, ψιλοβρέχει, μια γραία βραζιλιάνα μουρμουράει, δεν μας έφτανε η βροχή, έχουμε και τους τρελούς ποδηλάτες, αλλά ήμουν σχετικά μακριά για να της απαντήσω, ότι αν δε βρέξει, δεν θα θρέψει το μαμάου κι η γκοϊάμπα, και θα μας πιάσει όλους γκρίνια από την αναπόφευκτη δυσκοιλιότητα, ρίζα όλων των κακών της ανθρωπότητος. Τα ανέλυσε αυτά ο γερο-Φρόυδ, αλλά ποιός τον άκουγε, και ιδού τα ολέθρια αποτελέσματα, όμως εγώ εφαρμόζω την διδασκαλία στην πράξη, άρα δεν πειράζει που έγινε το μισό βιβλίο χαρτοπολτός απ΄το πολύ νερό κι ας το είχα δέσει σε μια σακκούλα μες το σακκίδιο.


Άφθονο λοιπόν το ινδιάνικο φάρμακο, για όποιον δεν ακολουθεί αποπροσανατολιστικές προφυλάξεις του νευρωτικού πολιτισμού μας, μα βέβαια δεν τον χορεύανε αδαώς τον χορό της βροχής οι Ίντζιους, κάτι ξέρανε οπωσδήποτε, και γω δεν ξέρω πότε θα βγω έξω φορώντας μόνο το κόκκινο κολιέ από ασαΐ, αφού τα ρούχα πια κατήντησαν περιττά και ενοχλητικά, βρέξε-στέγνωνε, αυτή τη δουλειά θα κάνουμε;


Το μόνο πρόβλημα, ότι νυχτώνει σχετικά νωρίς ακόμη, όμως όσο προχωράει, καλοκαιριάζει και θα φωτίζει περισσότερο, γιατί συμβαίνουν και απρόοπτα, χθες έπεσα στην τρύπα του συστήματος, την οποία προανέφερα, κανονικά, μαζί με το ποδήλατο με κατάπιε η γη, κι όλα αυτά σε χωμάτινη έκταση δίπλα στο πεζοδρόμιο, στο κέντρο της πόλης, διότι ο λάκκος δεν φαινόταν, καλυμμένος όπως ήταν από το θεριεμένο γρασίδι. Ευτυχώς έπεσα στα μαλακά και η μπόρα που ακολούθησε με φρεσκάρισε.


Απόψε πάλι βρέθηκα στην χαμένη Ατλαντίδα των ποδηλατών, ποδηλάτησα στον βυθό της στολισμένης χριστουγεννιάτικα πόλης, διέσχισα υποθαλάσσια ποτάμια και καταρράχτες, πέρασα φράχτες αφιονισμένων νυχτολούλουδων, το χώμα ήταν μυρωδικό κι αφράτο, οι αστραπές χταπόδιζαν στ΄ανοιχτά, κι όταν επέστρεψα, αφήνοντας λίμνες στους διαδρόμους, ένοιωθα μιαν ευεξία σαν να βγήκα από καλοκαιρινή παράξενη θάλασσα με γλυκό νερό.

Υστερόγαμον: στις φωτογραφίες το υδρόφιλο και πολεμοχαρές Batuki! Ειδικά στην τελευταία, που τράβηξα κοντά στο σπίτι μου, δεν φαντάζεστε τί ρίχνει! Μασάαζζζ! Και "βρέξε βροχή"!

ΟΤΑΝ ΕΙΜΑΙ ΣΤΟ ΒΟΛΑΝ ΜΕ ΒΟΛΕΥΕΙ ΤΟ ΚΟΛΑΝ!

Από την χώρα της λασπωμένης βερμούδας μαθαίνω τα νέα της χώρας της φαιδράς πορτοκαλέας και θέλω να πετάξω το ποδήλατό μου απ΄το παράθυρο αλλά μετά θα έχω ένα πρόβλημα να εξηγήσω στους βραζιλιάνους φύλακες, που θα με μαζέψουν, ότι ήταν μια ελάχιστη κίνηση διαμαρτυρίας ενάντια στην πολιτική ορθότης.

Έπειτα σκέφτηκα ότι θα πρέπει να κουβαλήσω το ποδήλατο μέχρι τον μάστορα να το σιώσει, κι αν μού πει ότι τα πράμματα είναι στραβά κι ανεπανόρθωτα, πώς θα πορευτώ του λοιπού; Επικράτησε λοιπόν η ψύχραιμη σκέψη στα πλαίσια της ποδηλατικής ορθοπεταλότητος. Ούτως ή άλλως ο μάστορας έχει μπόλικη δουλειά, να σφίξει να ρυθμίσει να προσαρμόσει, κι αυτά από Δευτέρα, ας μην δημιουργώ επιπλέον ζητήματα, χώρια που και ούτε σ΄αυτόν θα μπορέσω να εξηγήσω επαρκώς τους λόγους και θα μπλέξω, γιατί οι βραζιλιάνοι είναι μυστήρια πετάλια, ψοφάνε για αναλύσεις, κι αν δεν ικανοποιηθεί το επεξηγηματικό μέρος, δεν θα δω επισκευή ποτέ μου και θ΄ αναγκαστώ να κυκλοφορώ με δανεικό πατίνι.
Μια δεύτερη σκέψη που με συγκράτησε είναι ότι ρίχνει έναν κατακλυσμό και τώρα βρέχει και πριν έβρεχε και εδώ μέσα μοιάζει με κατασκήνωση που στεγνώνουν ένα γύρω τα βρεμμένα, γράφω περιμένοντας να στεγνώσει το ποδηλατικό βρακί, δεν είναι λοιπόν κόσμιο να με τραβολογάνε στις πολιτσίες αξημέρωτα και sans culotte.



Ce n' est pas un vélo!

Ένας ξαφνικός πόνος! Για όσους δεν γνωρίζουν, να αποκαλύψω ένα απλό πλήν απολύτως βασικό μυστικό του επαγγέλματος, ότι ο πόνος στον καβάλο από την σέλα κρατάει πολύ λίγο και μόνο στην αρχή, εάν είσαι αγύμναστος ποδηλατικώς, μετά εξαφανίζεται. Εκτός κι αν είναι ακατάλληλη η σέλα ή οι ρυθμίσεις, οπότε πάμε για ανασχηματισμό ή εκλογή άλλης σέλας.
Ένας πόνος αίφνης έπιασε τους άρχοντες! Αποδώ ποδήλατο αποκεί ποδήλατο παραπέρα πετάλι, στρώθηκε το οικολογικό ντεκόρ, ο ένας στήνει τελευταία στιγμή έξι όμοια καινούρια κι έρημα ποδήλατα άνευ αναβάτη μπροστά στο προεκλογικό του περίπτερο και οικειοποιείται την εξαγγελία ή την δημιουργία ποδηλατόδρομων ενώ στο μεταξύ αρνήθηκε οποιαδήποτε σχετική συζήτηση κι ο άλλος προσεγγίζει τον παράλλον για καμμιά σταγόνα λάδι από το μπουκαλάκι του προηγούμενου γύρου στην αλυσίδα της κούρσας του αρχηγού.

Κι ακόμη πάρκα διαρρυθμίζονται και ποδήλατα διατίθενται στην τούρλα του Σαββάτου, νεολαίες παρελαύνουν πάνω σε ποδήλατα χωρίς να ιδρώνουν, αφίσες μπήκαν και ξαναβγήκαν απ΄τα τυπογραφεία, για να στολιστούν επιπλέον μ΄ένα ποδήλατο, όπου χωρέσει, μόνο οι χοντροκέφαλοι με τα ρόπαλα δεν σκέφτηκαν καθόλου επί του ποδηλατικού επικοινωνιακού θέματος, επειδή το ποδήλατο, όπως και να το κάνουμε, δεν είναι τόσο εργονομικό όσο το ρόπαλο.
Όμως όλα αυτά σβήνουν μπροστά στον Ιππέα του Βορρά, τον θαύμασα τόσο πολύ, ώστε τον έβαλα στην επιφάνεια εργασίας να τον καμαρώνω, όποτε ανοίγω τον υπολογιστή, αλλά κατόπιν τον έβγαλα, γιατί χάζευα και δεν έκανα τίποτα άλλο μετά. Περήφανα πηγαίνει πάνω στο ραντισμένο με αγιασμό ασημένιο υποζύγιο, περνάει την παραλία, καβάλα πάει στην εκκλησιά, μιλιούνια ιπποκόμοι με ποδήλατα, ίδια όλα, καβάλα προσκυνάει!
Ορίστε, έχασα τα λόγια μου, δυσκολεύομαι να συνεχίσω, θαυμασμός κι έκσταση! Αν τέτοια συγκίνηση με κυριεύει από την πληροφόρηση και μόνο, τότε τί χάνω, τί χάνω, τί μού ήρθε να πάρω το ποδήλατό μου και να περάσω άσκεφτα τον Ατλαντικό, πού θα τα βρω αυτά στις σατραπείες, τα ανεκτίμητα, με ή άνευ κράνους! Και τί ποδήλατο χωρίς αυτά θα κάμω!

Υστερόγαμον: Ε, από αύριο!

HASTA A RASTA !

Μετά το χιλιόμετρο φυσικά χρειαζόμουν θερμίδα. Η τορτερία δεν είχε τη συνηθισμένη μου καμπανούλα από μαντζιοκάλευρο, κοτόπουλο και κατουπιρί, τυρί λιωμένο, και κόλλησα την ελληνοπρεπή μου μύτη στην βιτρίνα με τα γλυκά. Όχι πως χρειαζόταν να διαλέξω, για τους τύπους το έκανα, και βέβαια μια μοουγκαντόου, σοκολάτα με μόκα, φράουλα και ρούμι, ένα κολασμένο γλυκό, πολύ ταιριαστό με το ποδήλατο και ό, τι δεν ξεχνιέται, μα έχει κατασυκοφαντηθεί πια αυτή η έρημη η σοκολάτα, επιτέλους, έλλειψη εννοείται η συνεπαγόμενη, της θερμίδας! Να σημειώσω, ότι στη χώρα αυτή το άρωμα του κακάο έχει εμποτίσει ανεξίτηλα το χώμα, όλα μυρίζουν σοκολάτα, η μαύρη ζάχαρη μυρίζει σοκολάτα και την προτιμώ από την άσπρη γιατί δεν καταπιέζει παρά αναδεικνύει την γεύση του καφέ, που κι αυτός, όποια ποικιλία, μυρίζει σοκολάτα και δένει με τον καπνό, σκέτο υποτίθεται αλλά με έντονο άρωμα σοκολάτας και όλα μαζί συνοδεύουν το σοκολατένιο γλυκό, που μυρίζει πιο σοκολάτα κι από σοκολάτα!

Απ΄τα γλυκά στα αλμυρά και βρέθηκα στην απλάδα με τις ρέγγες, οι οποίες βγαίνουν κοπάδια μετά τη βροχή, αλλά για να μην λείψει το υγρό στοιχείο, τα καινούργια συντριβάνια των πρόσφατων εκλογών ψέκαζαν τα ράστα να διατηρούνται ακμαία. Κι επίσης ποτίζονταν με μπύρες και διάφορα αλκοολούχα από πλανόδιους, δεν υπάρχουν μπόμπες γιατί μπόμπα είναι η ίδια η κασάσα αν πρόκειται για μέτριας ποιότητας, μα αν είναι καλή σβήνει την βότκα και παρακαλώ να γίνω πιστευτή, διότι πάντα ομιλώ σοβαρώς. Κι όχι σαν αυτούς τους απίστευτους τους χασταφαχιάνους - και πάλι σοβαρολογώ, έτσι λέγονται - που ονειρεύονται την Ελλάδα ως όλως μυθική χώρα, η αλήθεια είναι ότι και γω δυσκολεύομαι να πιστέψω τα όσα συμβαίνουν στη χώρα του μύθου.



Στη συναυλία πάντως απίστευτα πολλά ποδηλατάκια ένα γύρω, απίστευτο κέφι, ο τρομπετίστας απίστευτος κι αυτός, όταν τέλειωσε το πρόγραμμα, τα πολύχρωμα κουρέλια τραγουδούσαν ακόμα και χόρευαν στο γρασίδι και τους τσιμεντένιους πάγκους στον απόηχο του Βάλε Φωτιά ν΄ανάψουμε!





Υστερόγαμον: Τα κουτσομπολίστικα περιοδικά που μελετάω να μορφωθώ στην τορτερία με επηρρεάζουν άσχημα και γίνομαι παπαράτσο...
Στην τελευταία φωτογραφία ο Αλεμί, η Κάρλα κι ο Μπάμπης ο Φλου! Μπορεί να τους πετύχετε σε καμιά Γαύδο το καλοκαίρι!

CAPIM!

Όταν ο Αλβέρτος Καμύς επισκέφτηκε την Βραζιλία πριν εξήντα χρόνια, την χαρακτήρισε "γη χωρίς ανθρώπους", διότι θεώρησε ότι η φύση εδώ πνίγει το ανθρώπινο στοιχείο κι οι τερμίτες θα φάνε τους ουρανοξύστες του São Paulo. Ο Κλαύδιος Λεβιστρώσσιος με τον οποίο συναντήθηκε κατόπιν ο Καμύς στη Νέα Υόρκη μάλλον είχε αντίθετη άποψη. Δεν γνωρίζουμε τί ειπώθηκε μεταξύ τους, παρά μόνο πως ο εθνολόγος ήταν σιωπηλός και συμμαζεμένος. Από την άλλη ο Καμύς δεν βρισκόταν σε καλή φυσική και συναισθηματική κατάσταση στο ταξίδι του εκείνο στην Λατινική Αμερική και το πρόγραμμά του ήταν παραφορτωμένο. Επιπλέον ένα βιβλίο του απαγορεύτηκε μόλις τότε από το καθεστώς της Αργεντινής, ενώ στην Χιλή ξεσπούσαν πολιτικές ταραχές. Την διάθεση τού έφτιαξε σε μια διάλεξή του στο Ρίο ένας ισπανός δημοκρατικός που είχε γνωρίσει στο Παρίσι και ο οποίος διένυσε εκατό χιλιόμετρα χωματόδρομο από την φαζέντα που δούλευε για να τον ακούσει και του πρόσφερε ένα πακέτο τσιγάρα, ελπίζοντας ότι βρίσκονται κοντά στο gosto français.


Ο συγγραφέας ήρθε την εποχή της ξηρασίας, όπου για μήνες δεν πέφτει σταγόνα, δεν πήγε στη ζούγκλα στα βορειοδυτικά αλλά είδε κάμποσο από τις νοτιοκεντρικές αχανείς εκτάσεις , σουρρεαλιστικές τις αποκάλεσε, και αν στην Ευρώπη ένοιωσε τον Ξένο, εδώ προφανώς αντίκρυσε τον Απόξενο. Η Brasília τότε δεν είχε χτιστεί ακόμα και αυτό έγινε σε μια προσπάθεια εποίκησης του εσωτερικού και αποσυμφόρησης των παραλιακών πόλεων. Παραταύτα διασχίζοντας σήμερα ένα τμήμα του Planalto Brasileiro, έστω και σε άσφαλτο, ανάμεσα σε απέραντες φυτείες, μπορεί να σκεφτείς ότι η γη κατάπιε τους ανθρώπους.
Η διαδρομή με ποδήλατο είναι καλύτερη για να νιώσεις το περιβάλλον. Άνθρωποι διακρίνονται πού και πού να ρεμβάζουν στην μεσημεριανή σιέστα, αλλά για να τους δεις πρέπει να ΄χει συνηθίσει το μάτι, επειδή είναι ελάχιστοι και καμουφλαρισμένοι στην ώχρα και το κεραμιδί του τοπίου. Τέλη Σεπτεμβρίου η ξηρασία είναι απελπιστική, η ατμόσφαιρα καίγεται μες το κοκκινόχωμα κι ο μοναδικός ήχος, ένα αδιανόητα συνεχές τρίξιμο, προέρχεται από τα σιγκάρας, τα τερατώδη βραζιλιάνικα τζιτζίκια. Εκατέρωθεν του αυτοκινητόδρομου ακολουθεί για εκατοντάδες χιλιόμετρα μια φαρδιά σκαμμένη και πυρπολημένη επίτηδες ζώνη με μαύρα δέντρα, που ωστόσο με το τεχνητό πότισμα έχουν βγάλει καινούργια πράσινα κλαδιά πάνω από μια σειρά ψοφίμια όλων των ειδών άτυχων ζώων και πουλιών που μπούχτισαν τα κοράκια.
Μετά από τόση ξηρασία και αρρώστια ο κόσμος περιμένει σαν τρελός την εποχή των βροχών, παρότι οι βροχές κάθε φορά πνίγουν ολόκληρες περιοχές, μόνο που αυτό οφείλεται περισσότερο σε κοινωνικούς λόγους, την άναρχη και πρόχειρη δόμηση σε επισφαλή κομμάτια γης, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η τροπική νεροποντή δεν είναι πράγματι επικίνδυνη, μπορεί να κρατήσει ώρες με αμείωτη ένταση και πριν λίγα χρόνια μια τέτοια κατεδάφισε το Nilson Nelson, το στάδιο της Brasília, ευτυχώς νύχτα και άδειο, το οποίο χτίστηκε εκ νέου.
Ήμουν στο κέντρο της πόλης, όταν έπεσε η πρώτη σταγόνα. Δεν ήταν τίποτα ακόμα, μια μικροψιχάλα, όμως ο κόσμος πετάχτηκε έξω από τα καταστήματα εκστασιασμένος, στους δρόμους όλοι ηδονίζονταν κοιτώντας τον ουρανό και ξεφωνίζοντας, ta chuvendo, karaaaa, a chuva! Βρέχει!!! Από μέρες ένοιωθες μια χαρούμενη αδημονία στην διάθεση των ανθρώπων, άκουγες παντού κουβέντες, ότι η βροχή έρχεται επιτέλους και μετρούσαν τα συννεφάκια. Τις επόμενες μέρες ο καιρός πήρε δυναμική απόφαση κι έσκασε σε καταιγίδες με οργιώδεις βροντές και αστραπές ευφάνταστες, που θρυψάλιαζαν τον ουρανό πάνω στο κεφάλι των κατοίκων του οροπεδίου, που μοιάζει τέτοιες ώρες με κουβέρτα πλοίου σε θύελλα.
Η τρικάταρτη padaria χτυπιόταν απ΄το δρολάπι, σκοτεινιά κι ανεμοσούρι μέρα μεσημέρι, ιστία θυέλλης! ούρλιαξε ο φούρναρης, μπαρδόν, ο πρώτος, και έπιασα να καργάρω με το νερό κόντρα στα μούτρα ενώ ο μούτσος πέταξε τον κουβά να πιάσει την άλλη πάντα. Μια φρεγάτα μαύρη με μαύρα πανιά, καταβρεγμένη μα απτόητη, κρατώντας μιαν άχρηστη σε τέτοιες περιπτώσεις μαύρη ομπρέλα εμφανίστηκε για μια στιγμή και χάθηκε στην ομίχλη. Η padaria μάζεψε μερικούς παρδαλούς ναυαγούς με ποδήλατα, σαγιονάρες, βρεγμένα σκυλάκια λουλού κι ένα καφέ άλογο, ο καμαρότος όλη αυτήν την ώρα διαφωνούσε με τον μάγειρα για την τακτική των Corinthians, κι ο μούτσος τράβαγε τα λασπόνερα απ΄ τη μια για να μπουν απ΄ την άλλη. Κάποτε κάλμαρε και το γύρισε σε σταθερό πότισμα που κράτησε όλη τη νύχτα.
Την άλλη μέρα δεν πίστευα στα μάτια μου. Αίφνης τα πάντα είχαν γίνει πράσινα. Το γρασίδι λυσσασμένο είχε καλύψει διαμιάς όλες τις πρώην κίτρινες εκτάσεις, ένα γρασίδι πυκνό, ύψους δέκα πόντων με φύλλα πλατιά λες και ποτίστηκε με ραδιενέργεια. Η πόλη πήρε την ευφορική όψη της, τα δέντρα άνοιξαν με φούξια και άσπρα λουλούδια, η ατμόσφαιρα δροσίστηκε, οι πυρετοί κι οι πονοκέφαλοι εξαφανίστηκαν. Κι επιτέλους γλύκαναν οι μπανάνες!

Υστερόγαμον: άλλο ένα γκράφιτι από την περιοχή της Asa Norte, και μια ...βαρκαρόλα: Barco Negro, το fado που έκανε διάσημη την Αμάλια με την ομώνυμη ταινία του 1955.

ΕΠΕΣΤΡΕΦΕ!

Dia os Finados σήμερα, των Νεκρών και βέβαια των τελειωμένων μπλόγκερς, σαν εμένα, και ναι, επιτέλους άνοιξαν οι ένατες πύλες και σκαρφάλωσα από τα καταχθόνια στην ιντερνετική επιφάνεια με το λάπτοπ στα δόντια!

Woooooowagrrrrrrrrrrrrrrrr!!!!!!!








(τα γκράφιτι από Brasília DF, ενταύθα!)