Ο ΦΟΒΟΣ, Ο ΜΠΑΤΣΟΣ ΚΙ Ο ΚΑΒΒΟΥΡΑΣ
καλύτερα
αλίμονο αν τα γνωρίζαμε όλα
αλίμονο αν τα λέγαμε όλα
τι θα ΄μασταν, φύλλα πεσμένα
νεκροί από καιρό
καλύτερα να σε κοιτάζω
καλύτερα μια βόλτα στον ήλιο
προτιμώ να με νιώθεις
μ΄ αρέσει το νερό που κυλάει
μία στιγμή δεν λέγεται
μία στιγμή δεν φτάνουν
όλα του κόσμου τα βιβλία
μήπως γελάστηκα και πάλι;
ήταν αέρας ή μήπως ψίθυρος;
καλύτερα ν΄ ανατριχιάζω
όταν ο ήλιος πέφτει
ΔΙΑΣΗΜΟΤΗΤΕΣ
Όσον αφορά στην αφεντιά μου πρέπει να γνωρίζει κανείς, ότι είμαι πλέον μια διασημότης, εφόσον το ιστολόγιό μου παρουσιάστηκε την περασμένη Κυριακή στο Έθνος Άουτ, και θα δίνω αυτόγραφα εκάστη Τρίτη στις 3μμ, να έχω πιει και καφέ, διότι οι ντίβες ξυπνάνε αργά! Ευχαριστώ την κυρία Ελένη Γκίκα / Alef , υπεύθυνη της στήλης βιβλιοκριτικής, η οποία μου ζήτησε να παρουσιάσω το μπλογκ μου, έγραψα ένα κείμενο 250 λέξεων περίπου, ό, τι μου κατέβηκε, το έστειλα με μέιλ, και ...ξέχασα το θέμα. Εντωμεταξύ οι κυριακάτικες εφημερίδες μου κείτονταν σε μια στίβα και δεν είχα μπορέσει καν να τις ανοίξω, τόσο καλά. Χθες το βράδυ πάλι καταταλαιπωρήθηκα, μήπως και διορθώσω το feed μου. Αυτό κατόπιν ειδοποίησης του αγαπητού καμηλιέρη Darthiir, τον οποίο επίσης ευχαριστώ για τις επισημάνσεις και το λινκ. Κατάφερα να διορθώσω τρία από τα πέντε λάθη, τα άλλα ψάχνομαι, τι κινέζικα είναι αυτά, έστειλα αναφορά και στον blogger, που συνεχίζει να μη μου βγάζει ολόκληρο το παράθυρο της επεξεργασίας των στοιχείων των αναρτήσεων, διέγραψα φωτογραφίες, cookies... Κάποια στιγμή έγραψα την διεύθυνση του μπλογκ στο google και τότε βλέπω τη δημοσίευση στο Έθνος. Έπαθα σοκ, είναι αυτούσιο το ψωνισμένο κείμενο αδίσταχτα, αυτολεξεί...
Μετά από κάτι κόκκινες ιρλανδέζικες μπύρες απόψε πήγα να πάρω το ποδήλατο (θυμήθηκα που το είχα παρκάρει) και το βρήκα πλυμένο αυτόματα ν΄ αστράφτει. Το είχα δέσει ψηλά σ΄ένα μαρμάρινο πεζούλι δίπλα σε γκαζόν με μεταμεσονύκτιο αυτόματο πότισμα!
ΕΝΕΝΗΝΤΑ ΕΝΑ
ΣΤΗ LOGGIA ΤΗΣ ΑΝΘΙΣΜΕΝΗΣ ΠΑΣΧΑΛΙΑΣ
Στο Λυκαβηττό μπερδεύτηκα με τους Πολωνούς. Δυο οικογένειες Πολωνών, που είχαν ρεπό, εννοούσαν ν΄αφήσω τα βιβλία και να πιω μαζί τους λευκό κρασί με σόδα! Αλλά όταν πίνουν οι Πολωνοί δε σταματάνε, παρά μόνον άμα τελειώσει το καύσιμο. Κι όταν σε κερνάνε, δεν γίνεται να πεις όχι, προσβάλλονται! Το αναμενόμενο αποτέλεσμα ήταν να τραγουδάμε φάλτσα πολωνέζικα τραγούδια και να μας κοιτάνε οι νηφάλιοι που πέρναγαν κάνοντας τζόκινγκ. Κι αφού πια άδειασαν οι νταμιτζάνες, γυρίσαμε σπίτια μας στουπί όλο χαρά στις πέντε τ΄απόγευμα!
LUSY AT THE SQUARE WITH DIAMONDS
Έπειτα ήρθε μια νεαρή κινέζα και κάθησε δίπλα μου στο παγκάκι, κρατώντας δυο τσάντες κι ένα καροτσάκι πάνινο. Δεν κοίταζα, αλλά μια στριγκλιά μες τ΄αφτί μου με τίναξε με κίνδυνο να συνεπαρθεί το ποτηράκι με τον καφέ - Λοοούσιιι!! Η Λούσι δεν ήμουν εγώ, ήταν η κινέζα. Δεν γνωρίζω αν λέγεται πράγματι έτσι, ή πρόκειται για επαγγελματικό ψευδώνυμο, ας πούμε η Σου Λι να έγινε Λούσι... Την γηραιά κυρία που στρίγγλιζε δεν ξέρω πως τη λένε, γιατί η Λούσυ δεν μιλούσε πολύ, παραταύτα η συνεννόηση γινόταν θαυμάσια. Η Λούσυ έχει την σταθερή πελατεία της! Η κυρία της έδωσε κατά πρώτον δύο ρολόγια να αλλαχτεί η μπαταρία, αυτό είναι μια επιπλέον εξυπηρέτηση λόγω φιλίας. Γιατί η κυρία λυπήθηκε, που την προηγούμενη βδομάδα δεν είχε μπορέσει να συναντήσει τη Λούσυ. Το θέμα ήταν, πως ό, τι έλεγε η κυρία, το άκουγε όλη η πλατεία και η Λούσυ χαμογελούσε.
Μετά η Λούσυ έβγαλε απ΄την τσάντα της διάφορα θαύματα, αν μάλιστα κρίνω απ΄τα επιφωνήματα. Σκουλαρίκια, δαχτυλίδια, βραχιόλια πολύχρωμα, σε διάφορα σχήματα διακοσμημένα με φο διαμαντάκια όλα. Η κυρία ήδη φορούσε ένα κόκκινο βραχιόλι κι ένα ρομβοειδές τεράστιο δαχτυλίδι στο τεντωμένο χέρι της που κουνούσε πέρα δώθε και φώναζε τη φίλη της από απέναντι. Η φίλη της με πορτοκαλί κραγιόν, πορτοκαλόχρυση τσάντα και κολάν ήρθε να δώσει τη γνώμη της για τα σκουλαρίκια. Όχι, χρειαζόταν κάτι πιο έντονο... εκείνο, το άλλο... τελικά η Λούσυ έβαλε τα σκουλαρίκια στ΄αφτιά της για δοκιμή, και για να δουν αν κλείνουν καλά... και κατά τη διάρκεια της κουβέντας να καμπανίζει το όνομα Λούσυ, Λούσυ!
Φεύγοντας προσπέρασα δυο συνταξιούχους, ο ένας έπαιζε ένα πλαστικό μοβ κομπολόι και έλεγε, γιατί τα πλούσια μοναστήρια να μην ενισχύουν τις χαμηλές συντάξεις, τα φάρμακα ... αχ, Λούσυ, από την Κίνα!
Δεν βγαίνει ο σύνδεσμος για τα σχόλια...αφήνετε στο προηγούμενο ποστ, δεν βγαίνει άκρη προς το παρόν!
ATHENS BY NIGHT
ΜΑΡΜΕΛΑΔΑ ΚΕΡΑΣΙ
ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΧΑΜΕΝΗ ΣΦΕΝΤΟΝΑ
ΑΕΡΑ..!
Φούσκωσα λοιπόν το λάστιχο, χρειαζόταν όμως να περάσω κι από κανένα βενζινάδικο να συμπληρώσω τα bar. Όλο χαρά, λοιπόν, γιατί ήμουν πάλι επί πετάλου, σταματάω σ΄ένα βενζινάδικο, κοίταζα να μην έχει και δουλειά, να βάλω αέρα; Όχι! Πάω στο δεύτερο, όχι! Περνάω από ένα πάρκινγκ, βλέπω την τρόμπα μπροστά, καθόντουσαν δυο, τα ξύνανε, ρωτάω, να βάλω αέρα; Όχι!
Το άκουσα το "όχι" τρις πριν την εθνική εορτή. Σημειωτέον, στους τέσσερις περίπου μήνες, τρεις φορές έχω ζητήσει αέρα απέξω, κι όχι σ΄αυτούς. Δηλαδή, τί νομίζανε; Ότι μόλις έβαζα εγώ αέρα, θα σφύριζα να καταφτάσουν άλλοι σαράντα κρυμμένοι ποδηλάτες, να βάλουν κι αυτοί; Κι αν πάλι πολλοί ποδηλάτες, πόσοι αλήθεια, τους ζητάνε αέρα, τί έγινε; Ή μήπως φοβήθηκαν, ότι αν έλεγαν ναι, θα πήγαινα μετά οχτώ φορές τη μέρα;
Αυτήν την τσιφουτιά δεν την καταλαβαίνω, γιατί αντίθετα, έχει τύχει να ντραπώ από την προθυμία να μ΄εξυπηρετήσουν, σε άλλα βενζινάδικα, και μια φορά σ΄ένα γκαράζ που ζήτησα ένα κλειδάκι. Τώρα ξέρω, το ποδήλατο είναι αμελητέα ποσότης, δεν αφήνει χρήματα, αλλά θα μού τη δώσει καμμιά φορά, και αν ακούσω όχι, θα βγάλω κανένα καλό ποσόν και θα πω, θέλω αέρα, verstanden? Σιχαμένοι βρωμοτσιγκούνηδες, απόγονοι μαυραγοριτών!!!
Αφήνουμε τους ξινούς σπαγγοραμμένους, που δε μ΄εμπόδισαν να χαρώ τη βόλτα μου και προχωράμε σε πιο ποιητικά κι αλαμπουρνέζικα θέματα!
μια ημέρα
μισοκλείνοντας τα μάτια του
ΠΛΕΖΟΝΙΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΡΟΥΓΥΑΛΙΑ
ΜΙΑ ΣΤΟ ΚΑΡΦΙ ΚΑΙ ΜΙΑ ΣΤΟ ΛΑΣΤΙΧΟ
ΠΑΙΖΩ, ΠΑΙΖΕΙΣ...
1. Δεν φροντίζω ποτέ να έχω ένα ρούχο υποφερτό και σιδερωμένο να βάλω το πρωί να φύγω.
2. Είμαι ένα αυτάρεσκο ρεμάλι τελειωμένο, που όλο λέει, έχουμε καιρό!
3. Συνήθως είμαι σε αφασία, αλλά μπορεί να αγχωθώ για το τίποτα, να πνιγώ σε μια κουταλιά νερό και να στείλω τους φίλους μου στο Δαφνί απ΄τη γκρίνια.
4. Θέλω απέραντο χρόνο για τον εαυτό μου, όμως αφιερώνω άλλη μια αιωνιότητα στους φίλους μου.
5. Δεν βλέπω καθόλου τηλεόραση. Καθόλου. Αν δεν έρθει κάποιος να την ανοίξει, αγνοώ την ενοχλητική της ύπαρξη.
6. Μιλάω πολύ, φωνάζω, γελάω και χειρονομώ έντονα. Αν στενοχωρηθώ ή συγκινηθώ, μου κόβεται η φωνή και θέλω φροντίδα και προδέρμ. Αν θυμώσω, σπάω φαρμακεία.
7. Μ΄ αρέσουν υπερβολικά οι ψηλοτάκουνες μαύρες και κόκκινες γόβες, διακοσμητικές επάνω σε μια στοίβα βιβλία. Μια ζωή κυκλοφορώ σαν λεγεωνάριος.
Αχ, τέλειωσαν! Είχα να γράψω κι άλλα! Όποιος θέλει συμμετέχει, δεν τα πάω καλά με τις προσκλήσεις γι΄αυτό και δεν παντρεύομαι!
ΓΥΑΛΙΑ ΚΑΡΦΙΑ ΚΑΙ ΛΑΣΤΙΧΑ
ΦΕΤΙΧ
ΤΥΡΙ ΣΤΑ ΜΑΚΑΡΟΝΙΑ

ΜΥΑΛΑ


Δουλεύω δυο βάρδιες. Τρεις πρωί, δυο βράδυ. Ένας πρωινός σήμερα με ρώτησε, ποιος με κάλεσε στη βραδυνή βάρδια. Χωρίς να σκεφτώ το λόγο της ερώτησης του λέω, ε, λογικά, παρουσιάστηκε εκεί ανάγκη, τηλεφώνησαν και τους έστειλαν εμένα.
Αργότερα άναψε στο μυαλό μου (βλ. φωτό) ένα φλασάκι. Γιατί ρωτάει ο τύπος; Ο οποίος επιπρόσθετα δεν έχει λόγο συμφέροντος σε σχέση με μένα. Διότι έχω δείξει αρκετά ευχαριστημένη και χαλαρή με την βραδυνή δουλειά. Πέραν από το προφανές, ότι αυτό που αρέσει σε έναν μπορεί να μην αρέσει στον άλλον ή να μην τον βολεύει, υπάρχει και κάτι ακόμη. Ποτέ δεν πείθει να είσαι ευχαριστημένος έτσι απλά με αυτό που σού τυχαίνει. Για να μ΄αρέσει, ή τουλάχιστον να μην έχω πει τίποτα, να μην έχω γκρινιάξει, θα πει πως το επεδίωξα και το πέτυχα. Άρα έβαλα λυτούς και δεμένους να πιάσω τη θέση που μ΄αρέσει.
ΤΟ ΕΞΑΙΣΙΟ ΠΤΩΜΑ ΘΑ ΠΙΕΙ ΑΚΟΜΗ ΕΝΑΝ ΚΑΦΕ

Έχω τη βάσιμη υποψία ότι το μόνο πράγμα της προκοπής που κάνω τώρα τελευταία είναι ποδήλατο. Ούτε να διαβάσω σαν άνθρωπος. Σήμερα κατάφερα να διαβάσω ένα ωραίο άρθρο του Paul Ricoeur περί ιστορίας, κι αυτό με κόπο.
Με τους αριθμούς τί κάνουμε; Όχι τους γαλλικούς, τους ελληνικούς. Δίπλα στον Ricoeur μέσα στο σακκίδιό μου αναπαύονται καμμιά δεκαπενταριά φύλλα με αριθμούς, που θα με ταλαιπωρήσουν το Σαββατοκύριακο σαν τον Χορν. Τί δουλειά έχουν αυτά τα νούμερα στο σακκίδιό μου; Είχα σχέση εγώ ποτέ με προσθαφαιρέσεις και λογαριασμούς; Γι ΄αυτό λύθηκε δύο φορές το σακ και πήγε να πέσει από τη σχάρα μες την Αρδηττού και δεν χάρηκα την κατηφόρα; Ο Paul σ΄αυτό απαντά πως η ιστορία έχει ένα νόημα, αλλά κρυμμένο, μυστηριώδες...
Αυτό το κρυμμένο νόημα έψαχναν τα σκαπτικά μηχανήματα στην Μαυρομιχάλη... κι όποιος με πήρε μυρωδιά από κει και ύστερα δεν είχε την πολυτέλεια ν΄αναρωτιέται για την πρόσφατη ιστορία μου και το νόημά της. Όλα πια ήταν φανερά! Μεθάνιο, λάσπη και ψάρι αποπάνω! Δηλαδή ψαρόνερα απ΄τον καθαρισμό με το λάστιχο του ιχθυοπωλείου!
Τώρα θυμήθηκα ότι το μεσημέρι έφαγα γαύρο στο φούρνο! Κάποια σχέση πρέπει νά ΄χουν όλα αυτά τα ψάρια... αλλά είμαι πτώμα εξαίσιον και θα σιωπήσω ως ιχθύς...ΑΓΡΙΑΔΕΣ

ΤΑ ΨΕΜΜΑΤΑ

μια εξαίρετη θα κάμω πανοπλία...
Α, ψέμματα. Δεν έχω καμμιά πανοπλία.
Έχω βέβαια ένα κράνος αλλά είναι τρύπιο, του ποδηλάτου.
Κι από όπλα, ούτε σουγιαδάκι.
Την πόζα και τα ψέμματα οι πολλοί τα κατακρίνουν μα και τα σέβονται.
Ε, ναι, το image.
Το θέλουμε το παραμύθι.
Τώρα, εμένα με βαραίνουν οι πανοπλίες, κακά τα ψέμματα.
Συγχωρήστε με, νιώθω στενάχωρα και σκέφτομαι να γίνω αστροναύτης.
Άλλου είδους πανοπλία, διαστημική...
ΤΟ ΠΟΡΤΡΕΤΟ ΤΟΥ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗ

ΤΙΠΟΤΑ

Πρέπει πάντοτε να κάνεις κάτι επιδιώκοντας κάτι άλλο.
Αυτό είναι ένα αξίωμα που θέλω πολλές σόδες να χωνέψω.
Αλλά και πάλι αχώνευτο μού είναι.
Πρέπει να βάζεις στόχους!
Κι άμα δεν βάλω;
Αυτό σημαίνει πως δεν ξέρεις τί θέλεις και θα αποτύχεις.
Σε τί;
Άντε βγάλε άκρη.
Μια γιαγιά μ΄έβλεπε εφτά χρόνια να διαβάζω στο μπαλκόνι.
Τί γίνεται παιδάκι μου ακόμη δεν τέλειωσες;
Ακόμη δεν άρχισα, της έλεγα.
Μα τόσο δύσκολες αυτές οι εξετάσεις... Εμένα ο γιος μου τέλειωσε και παντρεύτηκε και δουλεύει, και...
Έχω μια εσωτερική γεωγραφία. Τα περισσότερα μέρη της είναι αχαρτογράφητα και πηγαίνω ψαχουλευτά. Η πυξίδα είναι μια διαίσθηση, που ποτέ δε με γέλασε, παρά την ταλαιπωρία. Με τις εξηγήσεις όμως δεν τά΄χω καλά. Δυσκολεύομαι.
Ας πούμε, κάποιος μού λέει, τί έκανες σήμερα, και του απαντώ, τίποτα.
Τίποτα, πώς τίποτα;
Ε, να, ξέρω γω, διάβασα ένα βιβλίο!
Α, μπράβο, και τί άλλο;
Τίποτα!
Αν του πω ότι είμαι χαρούμενη, θα με ρωτήσει γιατί.
Αν του πω ότι διάβασα μια ιδέα που μού έφερε μια άλλη, θα χασμουρηθεί.
Α, έτσι... και σε τί χρησιμεύει;
Μα... σε τίποτα!
Η ΜΑΓΙΣΣΑ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΣΜΥΡΝΗΣ

ΣΠΥΡΙ ΣΤΟ ΣΒΕΡΚΟ

Μέχρι που πέρασε μια βολτίτσα με το ποδήλατό του από κει τυχαία ο Ηρακλής. Νέος, ωραίος, στάθηκε ν΄αποτελειώσει ένα ζουμερό μήλο Εσπερίδων, τον πιάνει στην κουβέντα ο Άτλας, μιας και ήξερε γεωγραφία καλή, να τού συστήσει, λέει, εναλλακτικές ποδηλατικές διαδρομές.
Βρε παλληκάρι μου, κλάφτηκε ο Άτλας, ψωμωμένο σε βλέπω, δε βαστάς μια στιγμούλα τούτο το μπελά, να πάω δω παρακάτω στην κυρά Σουλτάνα που μού κάνει κάτι ενέσεις για την μέση μου, κι έρχομαι γρήγορα, δε θ' αργήσω..
Ε, ψυχοπονιάρης και φιλότιμος ο Ηρακλής, δένει το ποδήλατο με δύο γερά πέταλα, γιατί ο Ερμής με την παρέα του τά΄χανε ρημάξει τα ποδηλατάκια και τα μεταπουλάγανε φτηνά στου Πλούτωνα, κι έπειτα μια δυο βόλεψε τον κόσμον όλον πάνω στο σβέρκο του χωρίς πολλούς κραδασμούς, μα βέβαια, παρά πού΄χε καλό τραπεζοειδή και μπράτσα, τα χρειάστηκε να κάτσει όσο έπρεπε κάτω απ΄τη μπάρα, μην πάνε χαμένα τα γυμναστήρια κι οι προπονήσεις αλλά και το νταβραντισμένο του όνομα!
Μωρέ θείε, άργησες, έφερες τουλάχιστον κανένα τσιγάρο..
Όχι παιδί μου, δεν καπνίζω, δεν μένει χέρι ελεύθερο.. πήγαινε πάνω κάτω ο Άτλας χαρούμενος ξαλαφρωμένος!
Ε, τότε, θείε μου, κράτησέ το λίγο πάλι αυτό το άχθος, γιατί και κατούρημα μ΄έπιασε απ΄τις μπύρες με τον Ιόλα και τηλέφωνο πρέπει να πάρω κείνη τη ζηλιάρα την Ντάνι, πού γύριζες, θα μού γκρινιάζει πάλι, και δεν το σήκωνες το κινητό.. πού να της εξηγώ τί σήκωνα ...και δεν μπορώ τη γκρίνια της...
Καλά, Ηρακλή μου, μα με πονάει ακόμη η ένεση, μην ξεχαστείς...
Εκεί στους Στύλους του Ολυμπίου Διός, σταμάτησε πια το γρήγορο πετάλι ο Ηρακλής, να πιει ένα τσάι παγωμένο, γιατί έσκασε από τις εξατμίσεις των πούλμαν με τους τουρίστες, τον ζέσταινε με την κουφόβραση κι η λιονταροπροβιά...
ΕΠΙΜΥΘΙΟ
Το ποστ είναι αλληγορικό της κατάστασής μου σήμερα, οπότε, αφού βέβαια είχα αντιδράσει, ακούω και το εξής καταπληκτικό περί του ατόμου μου:
Εντάξει, δεν γίνεται, τί δηλαδή, βρήκαμε έναν μαλάκα, να του τα φορτώσουμε όλα;;;!!!
Νιώθω περήφανη!
ΒΡΑΔΥ ΒΡΑΔΥ ΑΡΓΑ

νυχτερινός χορός
το βράδυ θα έρχομαι να σού λέω παραμύθια σαν τον Χανς
την ιστορία της χορεύτριας και του φοιτητή και του κακού
γέρου, που θα γκρινιάζει γιατί το τραπεζάκι θα πηγαίνει μόνο του
στην κουζίνα να γεμίσει νερό το ποτήρι του και το βάζο του.
είναι σατανικά όλα αυτά, θα λέει, απαίσια, μια τρύπα ηφαιστίου!
κοιμηθείτε όλοι! προπάντων τα λουλούδια που με ζαλίζουν
όπως χορεύει το άρωμά τους! όσο για σένα παλιοτράπεζο
σύντομα θα χρειαστείς μαραγκό να σού στερεώσει τα πόδια
είναι πια φανερές οι συνέπειες απ΄ τις νυχτερινές βόλτες!
το τραπεζάκι όμως θα στέκεται σταθερά και θα επιμένει
στα τέσσερα πόδια του σιωπώντας κάπως πεισματάρικα
(25.11.2003)
λοιπόν, νανάκια... λέμε τώρα...