Βγαίνω με σιρόκο κόντρα και πάω να πιάσω τον ήλιο αλλά βέβαια μ΄έπιασε
αυτός. Μπαίνοντας στον κεντρικό του
São Sebastião περνάω μια σειρά φυτώρια. Στην ανάγκη θα χωνόμουν σ΄ένα από αυτά
αλλά κατάφερα να πάω λίγο παρακάτω και βλέπω την "αγορά των
παραγωγών". Η μικρή τοπική λαχαναγορά. Εδώ είμαστε. Νερό και γκουαρανά.
Κόντεψα να ψοφήσω στην ανηφόρα, λέω στη δόνα. Ο ήλιος γδέρνει, μου λέει.
|
προσοχή στο φίδουλα! |
Συνεχίζω. Νεόκτιστα διόρωφα, τετραόρωφα, τα περισσότερα
ακατοίκητα ακόμα. Mangeiral ονόμασαν έναν από αυτούς τους οικισμούς σε στιλ ολυμπιακού χωριού. Σημαίνει τον ποταμό που περνάει μέσα από τα
μάνγκα. Πού ΄ντος; Πριν τις γιορτές φάνηκε σαν λασποχείμαρρος και πήρε και
σήκωσε και κατέβασε.
|
πυροβολίδια |
Στην είσοδο του οικισμού ένας γύψινος Χριστός στο μοντέλο του Ρίο. Προσπαθώ
να περάσω το δρόμο απέναντι για να μην ξεραθώ εκεί σαν ανάποδη πιετά. Πίσω από
τη στάση είναι μέσα σε δέντρα καμουφλαρισμένη η καλύβα ενός κοκέιρου. Σε καίριο
σημείο πουλάει καρύδες. Κάθομαι στον ξύλινο πάγκο και τα κύτταρά μου
πίνουν την καρύδα.
Ο δρόμος που πάει στο Unaί είναι μια ισιάδα. Στο
πλάι έχει ένα περιθώριο που χρησιμοποιείται σαν ποδηλατόδρομος. Από ένα
αυτοκίνητο με ρωτάνε αν ξέρω πού είναι η βίλα τάδε. Μακάρι νά΄ξερα. Αΐ, βγήκες
για ρολέ. Ναι, ρολέ, και τώρα αναστροφή κάτω στη λίμνη γιατί έγινα μπρυλέ.
Υστερόγαμον: Καμιά 70 χλμ. βγήκε το ρολέ. Το ότι κάποιοι έκαναν 300 στο μπρεβέ της Κρισταλίνα και μ΄αυτή την κάψα ούτε να το διανοηθώ.