BOM TEMPO!

Χθες βρέθηκα σε κατάσταση πολιορκίας. Πρώτα κόπηκε η σύνδεση του ίντερνετ πουρνό πουρνό. Αφού φρόντισα να έχω φάει, πιει και κατουρήσει, ταΐσει και ποτίσει το γατί, να έχω καφέ, καπνό, σημειώσεις, αποδείξεις, μολύβια και χαρτιά κοντά μου, επεχείρησα να πάρω τηλέφωνο την εταιρεία. Ποτέ δεν ξέρεις αν το τηλεφώνημα θα κρατήσει τρία λεπτά ή δυο ώρες, αν θα είναι ένα ή πολλά, αν θα χρειαστείς εσπευσμένα αιθέρα, χάπια, ενέσεις, νευρολόγο ή γυναικολόγο, λεξικό, χάρτη ή το διαβατήριο να φύγεις. 

αυτοπροσωποφωτογραφία

Ευτυχώς μετά από μια βαρετή περιπλάνηση στα τηλεφωνικά αλληλοπεριχωρούμενα κατόρθωσα να μιλήσω με μια κοπέλα. Αφού με ρώτησε αν χάλασε το μόντεμ και αν λειτουργεί το τηλέφωνο, κι αφού την διαβεβαίωσα ότι το μόντεμ χαίρει άκρας υγείας και επιθυμεί το αυτό και για εμάς, όσο για το τηλέφωνο είναι το ίδιο, που είχαμε την τιμή να μιλάμε, κι αφού έκανα μορφασμούς στο γατί, τύπου, τί μου λένε, εφόσον καταγράφεται και το νούμερο και η συνομιλία, δύο απαντήσεις έλαβα, ένα χασμουρητό και την διαπίστωση ότι έχει πρόβλημα η περιοχή μου και η σύνδεση θα αποκατασταθεί στο "τέλος της ημέρας". 


το ιμπρεσσιονιστικό μου αναγνωστήριο

Το χασμουρητό είχε προέλθει από το γατί. Το "τέλος της μέρας" ήταν μια αόριστη έννοια. Επέμενα λίγο, ζητώντας διευκρίνηση, δηλαδή, τα μεσάνυχτα; αύριο; μετά το μεσημέρι; Τέλος της ημέρας, και τέλος! Δεν ήταν ότι είχα ιδιαίτερη ανάγκη την σύνδεση για μερικές ώρες. Αλλά είχα ξεκινήσει να γράφω μια βαθυστόχαστη ανάρτηση, που την έφαγε το σκοτάδι, και κρίμα για την παγκόσμια διανόηση, διότι γενικά εδώ γράφω μια κι έξω. Το άλλο θέμα ήταν πως είχα όρεξη για υπαίθριο διάβασμα στο ιμπρεσσιονιστικό μου αναγνωστήριο, αλλά ο καιρός είχε κι εκείνος όρεξη. Δυο φορές έκανα να βγω, τουλάχιστον για χαλαρή αλητεία, αλλά με πισωγύρισε ένας σίφουνας βροχής και αέρα. Το απόγευμα πια, είχα σύνδεση. Δεν πρόλαβα να το χαρώ, όταν μαύρισε ο ουρανός, απαίσια μπουμπουνητά τάραξαν τα σύρματα, ακούστηκε ένα πουφ και έπεσαν τα φώτα, δεν είχα προλάβει καν να βγάλω ως συνήθως τον υπολογιστή από το ρεύμα, ευτυχώς δεν κάηκε. 


                                        πελάντα

Πανικός στο κοντομίνιου! Κόσμος έτρεχε πάνω κάτω, κλείνανε παράθυρα, ανοίγανε πίνακες του ηλεκτρικού, έκλεισα κι εγώ τα δικά μου φινιστρίνια, σε σημείο σκασμού, αλλά τα νερά βρήκαν κάτι κενά μεταξύ αλουμινίου και περβαζιού και μπήκαν, σφουγγαρόπανα και σκέψεις για στόκους και σιλικόνες, τόση βροχή έχει ρίξει, αυτό το πράγμα ποτέ, κάθησα σε απόσταση ασφαλείας, πού ξέρεις, μπορεί να έρθουν τα παραθυρόφυλλα μάσκα προσώπου, ας φτιάξουμε έναν καφέ. Ακολούθησε μύηση των γειτόνων στον φραπέ, τους χτύπησε κατακέφαλα, έξω βροντοχτυπιόταν το χαλάζι, αποπάνω βροντοχτυπιόταν ένα ζευγάρι, είναι μια που φωνάζει ίου ίου, τα ρεμάλια αποκάτω είχαμε διπλωθεί στα γέλια, τα πιτσιρίκια κάνανε πατινάζ στους διαδρόμους, σε καναδυό ώρες ήρθε το ρεύμα, η θύελλα ηρέμησε και αποκαταστάθηκε η τάξη του σύμπαντος. 

καποέιρα
Υστερόγαμον: ... αραχτά, όπως προστάζει η φύση!

ΟΙ ΦΟΒΙΤΣΙΑΡΕΣ ΒΙΔΕΣ ΚΙ ΑΛΛΑ ΝΕΥΡΙΚΑ ΕΞΑΡΤΗΜΑΤΑ

Να πω τη μαύρη αλήθεια, περίμενα  να επαναστατήσουν πρώτα τα λάστιχα. Θά΄ταν απολύτως αναμενόμενο με τόση ταλαιπωρία που τραβάνε,  η χιλιομπαλωμένη τους ψυχή δεν θ΄άντεχε πια  και  θά ΄σκαγε σ΄ ανύποπτο χρόνο σαν δεχόταν ακόμα μια βιαστικά υπολογισμένη πίεση ή πάλι, χειρότερα, θα παρέδιδαν το πνεύμα υποκύπτοντας στην πολύχρονη φθορά.  Αλλά με βολεύουν και τα κρατάω,  γιατί τα συγκεκριμένα,  όχι μόνο είναι φτηνά αλλά και αξιόπιστα σε απαιτητικές  και  ποικίλες συνθήκες, δεν είναι δα εποχή να συντηρείς δυο και τρία ποδήλατα, φτάνει ένα για όλες τις δουλειές. 'Η σχεδόν. 

Επιπλέον οι σαμπρέλες είχαν δεχτεί αδιαμαρτύρητα και με απόδοση που με εξέπληξε, τουλάχιστον δυο τρία μπαλώματα στο πόδι η καθεμιά, και βολεύτηκαν χωρίς τσιριμόνιες μες τη φωλιά τους, ξεθάρρεψα και γω και δεν τις έπαιρνα πια στα σοβαρά, ακόμα κι όταν η μία, αυτή με την πιο κοντή βαλβίδα διαπραγματευόταν τον αέρα, δεν αγχώθηκα, απλά δοκίμασα άλλη τρόμπα πιο αποφασιστική κι έκλεισε το θέμα. Ούτε εμφανισιακά με εκθέτουν, γιατί  βέβαια τις καλύπτουν τα λάστιχα κι έτσι, εξοικονομώντας χρήματα απ΄ τις σαμπρέλες, που σιγά μην τις άλλαζα κάθε που σφύριζαν και τραγουδούσαν, αγόρασα μια σέλα πολύ αεροδυναμική. 

Αυτή η σέλα αναβάθμισε τον χαρακτήρα του ποδηλάτου.  Μάλιστα έριξα πιο χαμηλά το τιμόνι γυρισμένο ανάποδα, ώστε ν΄αποκτήσει το σύνολο άγριο ύφος και δυναμική ανάπτυξη.  Μ΄αυτές τις βελτιώσεις ανοίχτηκα κάμποσο, τί σε χιλιόμετρο, τί σε κακοτράχαλα μονοπάτια, μέχρι και  άλματα ριψοκινδύνεψα, μη παραλείποντας τις αναγκαίες καθημερινές διαδρομές, οι οποίες λόγω της φόρας που είχα πάρει, διεκπεραιώνονταν με νευρικό και αποφασιστικό τρόπο.  

Ούτε πλέον έδινα σημασία στους μικροθορύβους, μερικοί σταμάταγαν μόνοι τους, σ΄άλλους πιο επίμονους ανέβαλα την εξέταση ρίχνοντας λίγο λάδι στους συνδέσμους και τα γρανάζια, κι αν είχε μαζευτεί κάποια βρομιά, φτάνει που τσούλαγε έστω με λίγο ζόρι στις ανηφόρες, δεν είχα χρόνο ν΄ανοίγω ιστορίες και να λερώνω τα χέρια μου.  Μόνο τη σέλα, που έτριζε η βάση της, έλυσα και περιποιήθηκα, μετά την έσφιξα καλά καλά, γιατί είναι πολύ εκνευριστικό πράγμα να τρίζει συνέχεια εκεί που κάθεσαι, επιπλέον γίνεσαι ρεζίλι, γυρίζει ο κόσμος και σε κοιτάζει, παραταύτα το τρίξιμο συνεχιζόταν και ψάχνοντας καλύτερα διαπίστωσα, ότι ερχόταν από πιο κάτω, που πιάνει στο σκελετό, μπήκα λοιπόν στον κόπο, καθάρισα και λάδωσα το σημείο εκείνο κι απέκτησα σταθερότητα και ησυχία. 

Το βάσανο προέκυψε αναπάντεχα κι από το τίποτα μιαν αίθρια βραδιά. Οι τροχοί, ιδίως ο  πίσω, άρχισαν να κολλάνε δραματικά.  Επειδή βρισκόμουν μες την κίνηση, το παίδεψα λίγο, αναγκάστηκα όμως να σταματήσω σύντομα στην άκρη να ελέγξω το πρόβλημα.  Αρχικά δεν ανησύχησα, το ίδιο πράγμα είχε συμβεί δύο τρεις φορές παλιότερα, κι έφτανε μόνο μια απλή ρύθμιση επιτόπου.  Τώρα, ωστόσο, πραγματικά κάτι δεν πήγαινε  καλά.  Τα φρένα είχαν σφίξει πάνω στις ρόδες γιατί είχαν βγει λίγο απ΄ τη θέση τους οι ντίζες στο τιμόνι, τα συρματόσχοινα παρατεντώθηκαν και κρατούσαν τα φρένα, αλλά συγκρατιόνταν από τις βίδες,  μην τινάξουν όλο το σύστημα στον αέρα.  

Οι βίδες πράγματι ήταν καλά σφιγμένες στον τόπο τους, αλλά αυτό δεν έσωζε  απολύτως τίποτα, γιατί με κολλημένους τροχούς, ούτε στα χέρια πήγαινε πια το ποδήλατο. Η μόνη λύση ήταν να τοποθετηθούν οι βίδες λίγο πιο πέρα και να χαλαρώσουν τα συρματόσχοινα, μόνο που τότε δεν θα έπιαναν καθόλου τα φρένα γιατί, αλίμονο, είχαν λιώσει από καιρό τα τακάκια και βρήκαν την ώρα ν΄αποσυρθούν μαζικά.  Αν δεν ήθελα να συνεχίσω πεζή σπρώχνοντας και βρίζοντας, έπρεπε να διακινδυνέψω μια πρωτόπειρη διαδρομή χωρίς φρένα.  Όσο για τις βίδες, σ΄αυτήν την περίπτωση, είναι αδιάφορη η θέση  τους.  Τα φρένα λύνονται με μια απλή σύσπαση. 


Υστερόγαμον: Κάθε σύμπτωση με το ποδήλατό σας και τα λειτουργικά του μέρη είναι μάλλον απίθανη. 


 Το ποστ αυτό έχει γραφτεί στα πλαίσια της "Ημέρας ενάντια στο Φόβο".  
 Δείτε περισσότερα εδώ:   Φόβος.  Ο Δούρειος Ίππος της Εξουσίας.

ΦΩΣ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΦΩΣ!

Σκοτεινό το μέλλον και θέλει προσοχή με τις λακκούβες και τους βόθρους, πάει και το μπροστινό φωτάκι μου, τό΄φαγε η βροχή και πολύ άντεξε, όλες οι βασιλείες έχουν ένα τέλος. Όμως ήταν σπάνιας ομορφιάς νύχτα με after ride για ηδονοθήρες ποδηλάτες α λά μπραζιλιέν, διασχίσαμε το πάρκο ολομούσκεμα μετά την μπόρα, με τα ποδήλατα στα χέρια και τα πόδια γυμνά πάνω στο γρασίδι, ακολούθησε ένα πάρτι μπαλώματος λάστιχου στο βενζινάδικο και θριαμβική επιστροφή με πεσίματα και κορναρίσματα από νεαρούς, που κάτι το κράνος κάτι τα βρακιά, με περνούν συχνά για αγόρι, κι εδώ πειράζουν στο δρόμο όχι τόσο τις γυναίκες αλλά τους άντρες, όοι, βάι μουλέεεκι, άιντε, μαυρούλη, νεαρέ, κωλοπαίδι, και τους απαντώ, άι, μουλέεεκι, και διαπιστώνουν την βλακεία και καρπαζώνει ο ένας τον άλλον, ιντζιότα, έσσα ε μουλιέρ, γυναίκα είναι, ηλίθιε, και λύνομαι στα γέλια, όχι μόνο αγόρι αλλά και αραπάκι.

Μια παραπάνω με τέτοια τύφλα, να χρειάζομαι φωτάκια, σαν στροβιλανηφορίζω τα μπαλόις, δεν είναι η Μπραζίλια επίπεδη, είναι σε τρία επίπεδα, ρεπλίκα της αρχαίας Ηλιουπόλεως με πυραμίδες και λαβύρινθους, ο δορυφόρος απατά, τα φαινόμενα απατούν, κι εγώ γυρεύω μια κωλοφωτιά να βάλω στο ποδήλατο να διαλύσω για μερικά αστροδευτερόλεπτα το έρεβος, να΄χω ένα πρόσχημα να τρέχω στα γύφτικα. Μα με τέτοια κάψα καλύτερα να είχα μια γκαμήλα, αλλά τις μπλέξανε κι αυτές, τις κάνανε πολεμικά άρματα και δεν περισσεύουν, να πήγαινα αργά, λικνιστικά και θεωρητικά, κι άμα την παραζορίζω να γυρίζει να με φτύνει γεμάτα μες τα μούτρα, να φεύγει η ίωση που νόμισα πώς θά ΄φευγε, σβερκώθηκε σαν τον Γκουμούζα, δεν φεύγουν οι ιώσεις, μεταλλάσσονται και παίζουν, πότε ναυτία, πότε κράμπες, πότε κόψιμο, τζου μπρε, σιχτίρ, τίποτα, επιδημία, αλλά έτσι είναι, αχάριστοι αυτοί οι ξεβράκωτοι, εμίρη μου, μυαλό δεν βάζουνε κι όλο μες τους δρόμους να μην βλέπουμε μια στάλα προκοπή.


Δεν βλέπω και πυγολαμπίδες αυτήν την εποχή, διότι είχα μια επαναστατική ιδέα να μαζέψω μερικές να τις χρησιμοποιήσω για οικολογικό φωτισμό, αλλά πάλι πώς θα το έκανα εγώ αυτό στα αθώα τα έντομα, δεν ντρέπομαι πια καθόλου; Πάντως να πω με την ευκαιρία, ότι ο βραζιλιάνικες πυγολαμπίδες έχουν μια διαφορά από τις ελληνικές στην συχνότητα και την ένταση του φθορισμού.

Πήγα λοιπόν μοιραία στο ποδηλατάδικο ρουφώντας μια καρύδα. Αλλά δεν είδα φως, είχε κάτι ακατάλληλα, και έφυγα ρουφώντας την καρύδα μου. Στο δρόμο μου ήταν ένα κατάστημα με είδη αναρρίχησης, loja de escalada, και επειδή είχα δει κάτι ποδηλατάκια να συχνάζουν εκεί, σκέφτηκα μήπως βρω κάτι σχετικό. Μπαίνω στη σπηλιά, είναι διαμορφωμένο σαν σπηλιά με κατάλληλες εξοχές στους κοίλους τοίχους να κάνουν προπόνηση οι αραχνοειδείς, δεν πρόλαβα να συνηθίσω απ΄τον ντάλα ήλιο στο μισοσκόταδο, βγαίνει ένας θεός μισόγυμνος, παθαίνω χάση, δεν είναι αυτή κατάσταση, όλα απότομα πια, έτσι πετάμε τα φανελάκια δηλαδή να παίρνουμε κόσμο στο λαιμό μας μέρα μεσημέρι με καύσωνα; Ένα φωτάκι να ψάχνω και να χάνω το φως μου;


Ευτυχώς ήταν ξανθός και αυτοκυριαρχήθηκα, γιατί αν έβγαινε πρώτος ο μελαχρινός με το μαγιώ που ήταν απασχολημένος να έρπεται γατζωμένος ανάποδα στα ενδότερα, θα με τρέχανε με αποπληξία στο Santa Elena. Ο εγκληματίας διέθετε φωτάκι. Μάλιστα διπλής χρήσης, για ποδήλατο και κεφάλι, όχι δεν θα το δέσω στο κεφάλι μου να πηγαίνω σαν σπηλαιολόγος που ξεστράτισε από τα καταχθόνια, αλλά είναι χρήσιμο το λάστιχο, δένει κι αυτό μια χαρά πάνω στο τιμόνι, κάνει και για σφεντόνα, αιμοστατικό επίδεσμο, και δίχτυ για τα ψώνια. Ο φακός δεν χρειάζεται μπαταρίες, είναι οικολογικός, το κουρδίζεις ένα λεπτό με μια μανιβελίτσα στην κοιλιά του και φωτίζει μια, μιάμισι ώρα. Οπότε δεν θα τρώω τα νύχια μου ούτε θα ξύνομαι, θα κουρδίζω το φωτάκι.

Υστερόγαμον: Ya salam, moleque!
Οι φωτογραφίες αρχαίες από Λούβρο.


ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ ΕΠΙ ΣΥΝΔΕΣΜΩΝ: