Η ΜΥΓΑ

μίας μυγούλας κάποτε
χωρίς ντροπή μια στάλα
της άρεσε να κάνει σκι
μες του καφέ το γάλα
σε καφετέριες σύχναζε
πάντα πολυτελείας
προς αναζήτηση γλυκιάς
κι αφροκρεμώδους λείας
βούιζε τάχα αδιάφορα
γύρω απ΄τα τραπεζάκια
περιφρονώντας με τουπέ
άλλα γνωστά μυγάκια
που ακροπετούσαν πονηρά
τριγύρω απ΄ τον φραπέ
ή γλύφανε μ΄απόλαυση
τη φράουλα σορμπέ
όχι, εκείνη γύρευε
πίστα αφροδρομίου
να εφορμήσει κάθετα
στου ώριμου κυρίου
τον φραπουτσίνο τον γλυκό
το δευτερόλεπτο ακριβώς
της πρώτης του γουλιάς
κι έτσι όπως ήταν νευρικός
το χέρι του απότομα
κι απρόσεκτα τινάζει
να διώξει το παράσιτο
μα τον καφέ του στάζει
στης νεαρής το ασημί
και ξώπλατο φουστάνι
μυγιάστηκε το ραντεβού
κι η μύγα ποιος την πιάνει..

Π.Ο.Π.

Αν τρέχεις μες την κάψα του ιστορικού τριγώνου στις δύο το μεσημέρι, το πιθανότερο να είσαι τουρίστας. Ο Αθηναίος ο σωστός δεν τραβολογιέται ντάλα μεσημέρι στ΄αρχαία, άρα κάτι δεν πάει καλά με μένα. Βεβαίως επιβεβαιώθηκε. Διότι αργότερα, δίπλα στο τραπέζι που καθόμουν, ήρθε να καθήσει μια παρέα, οι δύο ηθοποιοί, και μου λέει ο ένας για να περάσει, excuse me, it's O.K., πετάω εγώ την αμερικανιά, στο αδιάφορο, διάβαζα και δεν τον είχα κοιτάξει, μα τι της λες της κοπέλας, ελληνίδα είναι, του λέει ο άλλος, που είδε ότι διάβαζα ελληνικό βιβλίο, και γελάει, όμως απαντά ο πρώτος, αφού δείχνει πιο ξένη από τις κοπέλες εκεί, εκείνες μοιάζουν με ελληνίδες! Πήγε να το σώσει, εγώ έμεινα άναυδη με στρογγυλά μάτια στο κενό, κοιτάω τις ισπανίδες, μια παρέα που γελάγανε και τσιρίζανε και άρχισα ν΄αναρωτιέμαι.
Μην ειν΄οι κόκκινες τιράντες; Μην είναι το ποδήλατο; Μην είναι το σανδάλι; Μην είναι το βιβλίο;
Παλιότερα είχα πάθει τα ίδια, μ΄ένα ψάθινο καπέλο που κυκλοφορούσα, μου μιλούσαν σ΄όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες κι εγώ για πλάκα απαντούσα με καμμιά λέξη τούρκικη ή πάλι σ΄έναν εστιάτορα που μου τα΄πρηξε, τον ρώτησα στ΄αγγλικά, αν έχει χωριάτικη σαλάτα, ναι, με ντομάτα, ναι, ναι, και αγγούρι, και κρεμμύδι, και ελιές, και φε- φέ-, Φέτα! λέει θριαμβευτικά, φέιττα, προφέρω, κι έχει και όλιβ όιλ; ρωτάω, μα ναι, περάστε, καθίστε, Καλά, μωρέ πατριώτη, μην την κόψεις ακόμη τη ντομάτα, να κάνω μια βόλτα πρώτα, και μετά τα ούζα...

BLASEE ET FATALE


Πάντα σιχαινόμουν την έκφραση "εξωσχολικά βιβλία" όπως και τα σχολικά βιβλία. Τα οποία παρατούσα στην άκρη και διάβαζα τα κατηραμένα "εξωσχολικά", δηλαδή πραγματικά βιβλία, που έπαιρνα από τα βιβλιοπωλεία, ή μου χάριζαν ή δανειζόμουν από φίλους και συγγενείς, και μην ακούσω για δανειστικές βιβλιοθήκες, ο Τοτό έχει πέσει ανάσκελα από τα γέλια.
Τα βιβλιοφαγικά μου ελαττώματα είναι να διαβάζω πολλά κι άσχετα μεταξύ τους βιβλία ταυτόχρονα, να παρατάω κάποια δέκα-είκοσι σελίδες πριν το τέλος και να τα τελειώνω μετά από μήνες, να ξενυχτάω δραματικά, να τρώω τα νύχια μου με τα αστυνομικά, να κουβαλάω βιβλία στην τσάντα μου σαν φετίχ μην πάει και ξεμείνω πουθενά και δεν έχω βιβλίο μαζί (!), να παίρνω μισή βαλίτσα βιβλία στις διακοπές για τον ίδιο λόγο και να ξεκινάω ν΄αγοράσω παπούτσια ή ρούχα και τελικά να παίρνω, τι άλλο, βιβλία, που σχηματίζουν στοίβες να κάθονται τα γατιά μου ν΄ατενίζουν αφ΄υψηλού.
Καθόμουν λοιπόν στην είσοδο της πολυκατοικίας μου με μια σακκούλα του σουπερμάρκετ γεμάτη βιβλία και περίμενα να περάσει η Sulpice με τ΄αυτοκίνητο να της επιστρέψω τα δανεισμένα, μαζί με κάτι δικά μου, και να μου δώσει κάτι άλλα, κι εκεί που περίμενα έξω, καθισμένη χάμω στα σκαλιά, άρχισα να διαβάζω ένα που είχα θεωρήσει ότι δεν θα το διάβαζα, κόλλησα, κι αποφάσισα να το κρατήσω. Πάνω εκεί περνάει ένας γέρος και λέει, πωπω βιβλία! Τι κάνεις, θα τα διαβάσεις όλα αυτά; Δανεικά είναι, του λέω, και περιμένω την κινητή βιβλιοθήκη να περάσει να τα επιστρέψω!
Στα επόμενα βιβλία που η Sulpice θεώρησε απαραίτητο να μου δανείσει, ή μάλλον να με βομβαρδίσει, πάρε κι αυτό πάρε κι εκείνο, περιλαμβάνεται και το τελευταίο του Τζούμα, Complete Unknown, μόνο που αυτό μού το χάρισε με αφιέρωση, που λέει ότι είμαι μπλαζέ και φατάλ, οπότε έρχεται, σε λίγο την ψωνίζω πια, πόσο ν΄αντέξει κανείς.
Είχα διαβάσει το πρώτο της αυτοβιογραφίας του, στο δεύτερο πάει περιοδεία στην Αμερική, χοροί, έρωτες, εγώ πάλι δε έχω πάει στην Αμερική, ούτε χορεύω, κάνω μόνο ποδήλατο κι από έρωτες, σπάνιο πράγμα το καλό το πράγμα, πιο πολύ φάσεις ξενέρωτες, γιατί το κλίμα έχει χαλάσει, τα μεταλλαγμένα μας έχουν πειράξει ανεπανόρθωτα και τα βιβλία, τα ποδήλατα και ο ξένοιαστος χρόνος είναι είδη μπλαζέ πολυτελείας.
Όμως κι αυτή η νοοτροπία, του πρέπει να κάνεις αυτό και να προγραμματίσεις εκείνο, να πάρεις πέντε δάνεια και σε τριάντα χρόνια ίσως σύνταξη... πεθαίνω από αηδία! Χρειάζεται προσοχή μ΄αυτήν την αγχωμένη αφυδάτωση, πυρώνει και θείος Ιούλιος μήνας! Όπου τα διάφορα υστερικά υπερεγώ και τα τουπέ μπορούν να πεταχτούν από πάνω μας και να χαθούμε μέσα σε κανένα beach party like a complete unknown!
Υστερόγαμον: αφιερωμένο στο Νατασσάκι!