ΚΑΡΔΙΑ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΑΝΘΙΣΜΕΝΟ

Στην αρχή ήρθαν τα φιλέτα. Μετά σπαράγγια με σος. Τα κηροπήγια ήταν χρυσά. Τα μαχαιροπήρουνα ασημένια. Οι πολυέλαιοι σκόρπιζαν κρυστάλλινες λάμψεις, η σαμπάνια έρρεε, το μαύρο χαβιάρι περίσσευε κι οι αστακοί κείτονταν ξεκοιλιασμένοι με μια υποψία απειλής στις ανίσχυρες πλέον δαγκάνες τους.
Ωστόσο το λουκούλειο γεύμα συνεχιζόταν ακάθεκτο στο Περιβόλι τ΄ Ουρανού, απομεσήμερο στην Πλάκα. Οι οκτώ συνδαιτημόνες είχαμε προχωρήσει στα εξωτικά φρούτα, τα γλυκά και τα τυριά, που είχαν έρθει με ειδικές πτήσεις από την Κωνσταντινούπολη, την Αφρική και τη Γαλλία. Προσφέρονταν επίσης πούρα Αβάνας παχιά παχιά.
Όλα αυτά δεν τα πρόσεξα ιδιαίτερα. Όχι γιατί είμαι μπλαζέ, εξάλλου δε μ΄άρεσε ποτέ ο αστακός, τι του βρίσκουνε, αλλά διότι καπνίζοντας ένα από τα ομολογουμένως ολόφρεσκα πούρα, χαμένη στους ηδονικούς καπνούς, αισθανόμουν σαν ουρί του παραδείσου υπό τους ήχους λαϊκών αγγέλων, που έπαιζαν μπουζούκια και βιολιά και τραγουδούσαν να πεθάνει ο χάρος ο καρατερίστας.
Η θεϊκή παρέα βγήκε στα στενά της Πλάκας κατά τις έξι, καινούργια ώρα. Στο σκληρό φως του απογεύματος συνειδητοποίησαν, ότι εξερχόμενοι του παραδείσου, όπου απερίσκεπτα έφαγαν μήλα, ήπιαν νέκταρ, χόρεψαν καρσιλαμάδες και γέλασαν από καρδιάς, ήσαν πλέον κυριολεκτικά γυμνοί. Έπρεπε να πληρώσουν τον λογαριασμό του διαβόλου: ακριβώς 6. Και δύο μηδενικά. Ολοστρόγγυλα.
Μην ήταν το χαβιάρι; Μην ήταν τα ανθοδοχεία με τις ορχιδέες; Μην ήταν η σαμπάνια; Ή μήπως ήταν οι αραπίνες λάγνες ερωτιάρες θεραπαινίδες με τ΄αραχνοΰφαντα, που μας έρραιναν μύρα και τα μελαχροινά γυμνασμένα αγόρια της Ανατολής, που παρουσίαζαν ακροβατικά και ταμπλό βιβάν εμπνευσμένα από τις τοιχογραφίες της Πομπιήας; Μια θεά πήγε στον μάστορα να καθαρίσει. Διατί μας γαμείτε στεγνά; Ω, παρντόν, θα σας κόψωμεν ένα από τα έξι και χρωστάτε τα πέντε!
Υστερόγαμον: Μας αποδόμησαν! (όπου μια λιγότερο (;) σουρρεαλιστική περιγραφή καθώς και άλλα απαραίτητα λινκς για μια πλήρη εικόνα του παραδείσου!).

ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΣ

το θέλω τόσο ν΄ ακολουθήσω την συμβουλή σας, κύριε,
και μες στα πράγματα να καθρεφτίζομαι κάθε στιγμή
όπως το φέγγισμα του φεγγαριού ολόγιομο πέφτει στη λίμνη
μα σαν δοκίμασα, έφαγα τα μούτρα μου καθόλου ποιητικά!
πρώτα πρώτα δεν βρίσκω λίμνη εδώ. χώρια που από φεγγάρι
ζήτημα να ΄μαι μια φλούδα μόνο. το υπόλοιπο ακόμη σκοτεινό.
κι έπειτα πρέπει ν΄ανεβώ εκεί πάνω. αυτό είναι βέβαια
προνόμιο του φεγγαριού και των ποιητών μονάχα.

αφού όμως διάβασα το ποιήμα σας, δεν ησυχάζω.
λοιπόν προτείνω έναν συμβιβασμό. δεχθείτε αντί για λίμνη,
κύματα που σκορπίζονται στα βράχια. μου είναι πιο οικείο.
δεν θα ΄χω ανάγκη τότε τον τέλειο κύκλο.

ΣΚΛΗΘΡΕΣ

Χθες το βράδυ είχα πάθει κρίση εσωτερικού χώρου. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούσα να καθήσω ήσυχα σε κλειστό χώρο με τίποτα. Ανέβηκα λοιπόν στο λασπωμένο ποδηλατάκι μου και κατέβηκα στο Θησείο κατά τις δέκα για μια ομαδική "πολυπολιτισμική βόλτα", δηλαδή με περάσματα από περιοχές της Αθήνας με διάφορες φυλές και χρώματα.
Οι σαρανταεννέα ποδηλάτες και ποδηλάτισσες με όλων των ειδών τα ποδήλατα καθώς και σπαστά περάσαμε από Ψυρρή, Ομόνοια, Εξάρχεια, με κατεύθυνση προς Κυψέλη. Ο Καμικάζι, γνώστης της περιοχής Πατησίων και Μεταξουργείου έδινε οδηγίες πλοήγησης και ξεναγούσε στ΄αξιοθέατα, εδώ έχει καλό αραβικό φαγητό, εκεί είναι για ναργιλέ, παραπέρα περούκες και περουκίνια, ουζερί, ταπισερί, συνεργεία, ηλεκτρονικά, παντόφλες, φέσια, όλα τα καλά.
Λίγο πριν τη Σόλωνος εγώ είχα ένα μικροεπεισόδιο μ΄έναν επιεικώς βρομόγερο, πεζό, ο οποίος έξω από ένα σκυλάδικο ήθελε να περάσει το δρόμο, να πάει προς το μαγαζί, αλλά τι έκανε, τον βλέπω μπροστά μου, από δεξιά, να περνάει σιγά σιγά επίτηδες και προκλητικά, και σκεφτόμουν, να σταματήσω ή να τον προσπεράσω, κι εκείνος έπεσε επί τούτου πάνω μου από το πλάι, αργά πήγαινα και τον προσπέρασα τελικά, αφού κινδύνεψα να πέσω, ή να τον χτυπήσω, ή να σταματήσω απότομα και να κόψω τους άλλους πίσω, μα σαν πέρασε από δίπλα μου, είπε σιγά να τον ακούσω εγώ, ουστ, στ΄διαλλ.., σα νά΄φτυνε.
Τώρα εμένα, μου ανάψανε κι άλλα λαμπάκια στο ποδήλατο και φιτίλια στο κεφάλι. Σταματάω στο ρείθρο αριστερά, γυρίζω, τον βλέπω με το μαύρο του κουστούμι μπροστά στην πόρτα του μαγαζιού έτοιμο να μπει με μια παρέα, αλλά είχε κοντοσταθεί και κοίταζε, του φωνάζω, να πας αλλού να βρίζεις άμα θες, δεν το περίμενε να του φωνάξω, κάτι είπε, που δεν άκουσα, κάτι του απάντησα, αλλά ακούστηκε ένας ποδηλάτης, άντε, νονοί της νύχτας, και τέτοια, τελοσπάντων ο γελοίος μπήκε μέσα κι όπως και να΄χει φύγαμε.
Ένας ποδηλάτης πιο μεγάλος, που έχει ασχοληθεί με αθλητισμό και καράτε, μου είπε, ότι πρέπει να΄μαι ψύχραιμη, να κάνω την πάπια σ΄αυτές τις περιπτώσεις, κι αν τράβαγε κάνα πιστόλι; Του απάντησα ότι σε τέτοιες περιπτώσεις άλλοτε δεν δίνω σημασία κι άλλοτε παίρνω ανάποδες, ότι δεν γύρευα τσαμπουκά μέσα σε τίποτε ερημιές, εδώ ζω και δεν δέχομαι να με βρίζει ο καθένας κερατάς στο δρόμο, πόσο μάλλον που είδα κι έπαθα να μην πέσω εξαιτίας του. Αν μπορούσε να τραβήξει πιστόλι, ας το τράβαγε, που ούτε άντε μην πω δεν μπορούσε να τραβήξει. Κι όχι πως είχα πλάτες τόσους ποδηλάτες, κάτι τέτοιοι είναι θρασύδειλοι και κρύβονται, μου΄χει ξανατύχει πολλές φορές, κι εξάλλου γιατί την έπεσε σε μένα και μίλησε χαμηλά και δεν κόλλησε σε κανέναν άντρα ποδηλάτη, να δω και γω τι είχε να γίνει.
Αυτά με τον κωλόγερο, αλλά μετά χαλάρωσα και στην Κυψέλη φάγαμε και ήπιαμε επί του ποδηλάτου, εγώ ήπια μισή μπύρα, τρεις μικροί κάνανε ακροβατικά εκστασιασμένοι, γιατί θυμήθηκαν τη γειτονιά τους, που πηγαίνανε σχολείο, ο ένας έχει μια πιπίλα κρεμασμένη στη σέλα, άλλοι δοκιμάζανε τα ποδήλατα άλλων, τελικά επιστρέψαμε μέσω Μεταξουργείου στο Θησείο, και τότε έπεσε μια ιδέα για ρακόμελα, δεκαεφτά ποδηλάτες κάναμε μια διψασμένη έφοδο στον πεζόδρομο, και ζεσταθήκαμε με ρακόμελα, μπύρες και συζητήσεις για ηλεκτρονικές πατέντες αυτόνομης φόρτισης κινητού και θερμοσυσσωρευτές, ενόσω εγώ προσπαθούσα να βγάλω τέσσερις πέντε σκλήθρες που μπήκαν στο κολάν μου από την ψάθινη καρέκλα!

ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΑΚΡΗ ΑΚΡΗ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ

Το απόγευμα πήγα στην κουζίνα να φτιάξω έναν καφέ και κοιτάζοντας έξω από το τζάμι να δω αν έχει σταματήσει η βροχή, βλέπω ένα μεγαλειώδες ουράνιο τόξο, το οποίο σχημάτιζε μια κανονική παραβολή, το εμβαδόν της οποίας δεν θα μπορούσα να υπολογίσω, όμως διαπίστωσα, ότι οι άκρες του όριζαν τα σημεία του βορρά και του νότου, τα οποία οριοθέτησαν την χθεσινή ολονύχτια ποδηλατική βόλτα, από το ένα άκρο της Αθήνας ως το άλλο!
Είχα ξεκινήσει τελευταία στιγμή κι έφτασα μόνη μου σε μισή ώρα καρφωτά στο σταθμό Αμαρουσίου, το σημείο εκκίνησης. Απέφυγα να πάω με τον ηλεκτρικό, γιατί βαριέμαι να κουβαλάω το ποδήλατο εκειμέσα, χώρια που θα έκανα περισσότερη ώρα κι είχα ήδη αργήσει. Ευτυχώς ήταν όλοι ακόμη εκεί και περιμέναμε κι άλλους, σύνολο κάπου 35 ποδηλάτες και ποδηλάτισσες. Ο καιρός ήταν ωραίος, λίγη ψύχρα και ξαστεριά. Ό, τι έπρεπε για νυχτερινή ποδηλατοαλητεία!
Κατά τις 11 παρά κατηφορίσαμε σιωπηλά με τα φωτάκια αναμμένα τους δρόμους πίσω από τον ηλεκτρικό και περάσαμε το Στάδιο, το Νέο Ηράκλειο, Νέα Ιωνία και λοιπά ως την Πατησίων, ύστερα Σταθμό Λαρίσης, όπου πληροφορήσαμε 5 ζητάδες για τις εγκληματικές προθέσεις μας, και κατόπιν Αιγάλεω, Νίκαια, Κορυδαλλό, κι εκεί σταματήσαμε λίγο στην πλατεία, γιατί ακούγονταν παρατεταμένα νιαουρίσματα πείνας και δίψας από αρκετούς.
Στη συνέχεια κατεβήκαμε Πειραιά, τον οποίο γυρίσαμε παραλιακά, ανεβήκαμε τις ανηφόρες του Προφήτη Ηλία και της Καστέλλας, φτάσαμε ΣΕΦ και Άλιμο, και καταλήξαμε στις πέντε το πρωί στη Γλυφάδα. Στην επιστροφή ξημέρωνε πια, και διασχίζοντας την έρημη πρωινή Αθήνα περάσαμε το Θησείο και μπήκαμε στου Ψυρρή, όπου ρημάξαμε μια λαμαρίνα μπουγάτσα!
Οι περισσότεροι καλύψαμε με λύσσα όλη τη διαδρομή, μερικοί έφυγαν σε διάφορα σημεία για να επιστρέψουν μόνοι τους ή παρέες, υπήρχε συνοχή και δεν είχαμε απρόοπτα, εκτός από ένα λάστιχο προς το τέλος, το οποίο αλλάχτηκε επί τόπου. Το αστείο είναι πως η κοπέλα που το ΄παθε, είχε τρία λάστιχα σε τρεις μέρες στη σειρά, και τρίτωσε!
Όσο για μένα, φαίνεται πως είχα ξεχάσει κάπου το μυαλό μου, αν το είχα ποτέ, γιατί λίγο μετά τον Άλιμο, όπου κάναμε μια δεκάλεπτη στάση, ακούμε να φωνάζουν πιο πίσω, παιδιά, παιδιά, τι να έγινε, μια τσάντα λέει, γυναικεία βρέθηκε, τελικά ήταν το σακίδιό μου, το οποίο μου έφερε ένας ποδηλάτης σαν τρόπαιο, ευτυχώς που εκείνος είχε καθυστερήσει ή γυρίσει πίσω για κάποιο λόγο και το βρήκε. Το είχα αφήσει μπροστά μου σε ένα καθισματάκι του σταθμού του τραμ, αλλά το έβγαλα από κει για να καθήσει κάποιος και αντί να το κρεμάσω στο ποδήλατο, το άφησα παραδίπλα και το ξέχασα όταν φύγαμε. Ωραιότατα!
Η βόλτα είχε και ανηφόρες και κατηφόρες και ίσιωμα, και άσφαλτο και πεζοδρόμιο, και χαλικόχωμα δίπλα στις ράγες του τραμ και μονοπάτι ανάμεσα στα χόρτα, όπου έκοψε ο μπροστινός μου σε κάτι κλαδιά που κρέμονταν, σταματάω και γω απότομα και πέφτει πάνω μου ο επόμενος, χωρίς άλλες συνέπειες στιλ ντόμινο. Ο θαλασσινός αέρας ήταν υπέροχος, γενικά η νυχτερινή βόλτα είναι υπέροχη κι απόκοσμη. Ούτε ξέρω από πότε έχω να κατεβώ νότια και είχα επιθυμήσει την αλμύρα, την οποία χόρτασα με το πετάλι!
Κατά την έκφραση ενός "κατάπιαμε χιλιόμετρα και φτύσαμε ακτίνες"! Ποδηλατήσαμε συνολικά έξι ώρες καθαρά και καλύψαμε 80 χλμ, συν τα 30 περίπου, που είχα κάνει μόνη μου μέσα στην ημέρα, έσπασα το φράγμα των 100 χλμ. μέσα σ΄ένα 24ωρο, από τότε που άρχισα να κάνω καθημερινά ποδήλατο. Για μια χαλαρή αστική ποδηλάτισσα σαν και μένα είναι ένα ρεκόρ και το γιορτάζω! Σήμερα που ήταν αργία, βγήκα μια μικρή θριαμβευτική βόλτα αργά το απόγευμα για την τιμή των όπλων και για να ελέγξω την κατάσταση του ποδηλάτου. Το έρημο έχει γράψει το λιγότερο 4.500 χλμ. από τον Σεπτέμβρη με τους πιο μέτριους υπολογισμούς. Όλα καλά, μόνο η σχάρα είχε χαλαρώσει λίγο από τα τραντάγματα και την έσφιξα. Όσο για μένα, είμαι μια χαρά και έτοιμη για χειρότερες αλητείες! Ήδη έχει πέσει μια ιδέα για 24ωρη γατοβόλτα!

ΝΑΪΤΕΣ ΚΑΙ ΟΣΤΕΟΜΑΧΙΕΣ

Δεν έχω ομπρέλα. Επειδή την χρησιμοποιώ πολύ σπάνια, την ξέχασα πριν μερικές μέρες σ΄ένα ταξί. Είναι αστείο, που δεν έχω ομπρέλα, γιατί είχα κάποτε κουβαλήσει ένα υπέρβαρο ομπρέλες διαφόρων τύπων και χρωμάτων από τη Ρόδο, τις οποίες χάρισα δεξιά αριστερά, μα απόψε δεν είχα ομπρέλα, κι επειδή απαγορεύεται η κουκούλα, άφησα την κουκούλα του φούτερ να κρέμεται χαλαρή με χάρη στην πλάτη, φόρεσα την καφίγια που μού έφερε η Sulpice απ΄το Paris, δανείστηκα μια μαύρη μικρή ομπρέλα του πατέρα μου κι έκανα ηρωική έξοδο.
Δεν πήγα μακριά. Χώθηκα στην είσοδο μιας πολυκατοικίας, απ΄όπου βγήκε μια γριά, απελπισμένη, αχ, ποτάμια, δεν ταξιδεύεται αυτό! Κόβει κάποια στιγμή, αρχίζω τις περιπλανήσεις, για ν΄αποφύγω τους παφλάζοντες χειμάρρους, κι έκανα μισή ώρα κυριολεκτικά για τέσσερα τετράγωνα. Ευτυχώς βρέθηκε ένα ταξί. Ο τύπος θα με πήγαινε και μετά σχόλαγε. Του λέω τις οδούς, μου λέει δεν ξέρω ούτε τη μια ούτε την άλλη. Λογικό, κανείς δεν τις ξέρει, γι΄αυτό πάω με ποδήλατο, αλλ΄απόψε χρειαζόταν πλωτό ποδήλατο με αδιάβροχη τέντα. Τον καθησυχάζω, να μην ψαχνόμαστε με τα GPS, θα τον οδηγούσα εγώ από ένα σημείο και μετά.
Τρόπος του λέγειν θα τον οδηγούσα. Δεν έβλεπα μπροστά μου. Το ταξί έμοιαζε σαν να μπήκε στο πλυντήριο. Έρριχνε μπαούλα με γεωμετρικά σχέδια από ένθετο φίλντισι, τραπεζαρίες δώδεκα ατόμων ξύλο μασίφ με σκαλίσματα, σουπιέρες πορσελάνη Σεβρών με ζωγραφιστούς γαλάζιους σάτυρους να κυνηγούν νύμφες, επίσης πιάνα με ουρά μαζί με τα σκαμνάκια τους επενδεδυμένα με κόκκινο βελούδο. Συμπλήρωμα της επίπλωσης, μια κίνηση απίστευτη για Τετάρτη βράδυ, κι ο ταξιτζής άρχισε να βρίζει τους τετραμαλάκες (sic), που ποιος ξέρει πού πήγαιναν με τέτοιο καιρό, και για τον πολίτη που δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί, την ανισόρροπη σχέση του με το κράτος, κι ότι αυτό το κακό ξεκίνησε απ΄ τους ...Ναΐτες και την Αναγέννηση! Νόμισα πως παράκουσα λόγω του ορυμαγδού πάνω στον ουρανό του οχήματος, αλλά όχι, είχα ακούσει σωστά, όμως ο μονόλογος έμεινε μετέωρος, έτσι δεν έμαθα πού κολλάνε οι Ναΐτες με την τροχαία, κι ούτε τόλμησα να ρωτήσω.
Φτάνοντας, ανοίγω την πόρτα να κατεβώ, βγάζω το δεξί πόδι, προσέχω πού θα πατήσω, μα και να μην πρόσεχα το ίδιο θα έκανε, γιατί ένας χείμαρρος πέρασε μέσα από το μποτάκι κι έμεινα Ιάσονας. Εξωτερικά βέβαια δεν φαινόταν τίποτα, γιατί το μποτάκι το΄χα καλά δεμένο και δεν το πήρε το ρέμα. Μέσα όμως έπλεαν γυρίνοι και πλαγκτόν. Κι επειδή δεν θα ΄ταν σικ να βγάλω την κάλτσα και το μποτάκι, να τ΄αφήσω πάνω στο καλοριφέρ μαζί με το μπουφάν, και να γυρίζω πράγματι σαν τον Ιάσονα, αποφάσισα ν΄αγνοήσω το θέμα και μιας κι είχα λίγο χρόνο, να πιω έναν καφέ και να διαβάσω.
Ένα περίεργο πράγμα. Ενώ τις τελευταίες δυο βδομάδες μ΄έχει ψήσει αυτή η ίωση, ή τι τελοσπάντων είναι αυτό, που παρότι δεν έχω πυρετό νιώθω μια ακεφιά, ωστόσο, έχω βυθιστεί ολόκληρη στη μπανιέρα του Αρχιμήδη και την ιστορία του παλίμψηστου κώδικα με τη Μέθοδο και το Στομάχιον, και μετά από μια σύντομη έρευνα στο διαδίκτυο, βρήκα, ότι το αρχαίο αυτό παιχνίδι που μοιάζει με το τάνγκραμ, δεν λεγόταν "στομάχιον", διότι τάχα μέχρι να βρεις τον αριθμό των πιθανών συνδυασμών σου γυρίζει το στομάχι, όπως αστειεύτηκε ένας μαθηματικός σ΄ένα φόρουμ, αλλά λεγόταν Οστομάχιον, γιατί παιζόταν με οστά ζώων. Κοιτάζοντας λοιπόν τα αρχιμήδεια προβλήματα, λησμόνησα τελείως την άβολη κατάστασή μου και κατάλαβα επίσης το περίφημο, "μη μου τους κύκλους τάραττε"!

ZI XING CHE!




Επειδή η γάτα μου δεν θα καθόταν και πολύ φρόνιμη, ώστε να χρησιμοποιήσω επιτυχώς την ουρά της για πινέλο, και με το που θα ένιωθε την άκρη της τρίχας της μες τη σινική το πιθανότερο θα εκτινασσόταν με καθόλου καλλιγραφική πλην ακροβατική διάθεση, αποφάσισα τελικά να μην μιμηθώ τον βουδιστή μοναχό που είχα δει να γράφει δεκάδες ιδεογράμματα με την ουρά της άσπρης του γάτας γύρω γύρω απ΄ την καλύβα του σε μια ταινία στο σινεμά, και να αρκεστώ σ΄ένα συμβατικό πινέλο, αφού ούτε βουδιστής μοναχός είμαι, ούτε σε ταινία παίζω, ούτε άσπρη γάτα έχω, παρά μαύρη, ούτε σε ξύλινη καλύβα στη μέση λίμνης μένω, και το κυριώτερο δεν ξέρω κινέζικη καλλιγραφία ούτε καν κινέζικα.
Φρόντισα όμως να μάθω μια βασική λέξη, και να τη σχεδιάσω όσο μπορώ καλύτερα, και πώς δεν τό΄χα σκεφτεί τι τραγική παράλειψη ήταν να λείπει από το μπλογκ μου ετούτη δω η λέξη στα κινέζικα: ποδήλατο!!! Κινεζιστί: τσί-ζινκ-τς! Δεν έχω βγάλει ακόμη άκρη τι να σημαίνουν τα ιδεογράμματα, γιατί καθένα σημαίνει κάτι και ο συνδυασμός τους δίνει την κινέζικη ιδέα για το τι εστί ποδήλατο. Αλλ΄αυτά είναι ανώτερες μανδαρίνικες σπουδές και θα μεριμνήσω αργότερα. Προς το παρόν, ιδού πώς έμαθα τα βασικά, τη γραφή της λέξης και την προφορά, που ακούγεται κάπως σαν τον ήχο αλλαγής ταχύτητας!
Το Σάββατο έφαγα κινέζικο, μάλιστα ζήτησα και ξυλάκια, μεγάλα, μακριά, σωστά, με τα οποία τρώγοντας έκανα ορισμένες σκέψεις πάνω στη διαφορά του να τρως με μαχαιροπήρουνο και του να τρως με ξυλάκια. Έβλεπα το μαχαιροπήρουνο μπροστά μου κι άρχισε να μου φαίνεται βίαιο. Να τρυπάς με το πηρούνι και να κόβεις με το μαχαίρι. Ενώ με τα ξυλάκια πιάνεις ευγενικά το φαγητό, που είναι ούτως ή άλλως κομμένο από πριν περίπου σε μπουκιές χωρίς να καταφεύγεις σε επιθετικές κινήσεις. Όμως με το ελεύθερο χέρι δεν κρατούσα το μπολ όπως οι κινέζοι, γιατί δεν υπήρχε μπολ αλλά ένα πιάτο χωρισμένο κυματοειδώς σε δύο μέρη, το ένα για το κοτόπουλο και το άλλο για τα νουντλς με τα λαχανικά και τις ρίζες μπαμπού. Μιας λοιπόν και είχα ένα χέρι ελεύθερο έπινα ταυτόχρονα μπύρα Τζιντάο.
Στο τέλος ήρθαν με το λογαριασμό τα μπισκοτάκια της τύχης. Διάλεξα το δικό μου, το έσπασα και διάβασα: "Σήμερα ξεχάστε τις κακές αναμνήσεις και θα έχετε σπουδαία επιτυχία"! Τότε ρώτησα την κινεζούλα που σέρβιρε, πώς λένε το ποδήλατο στα κινέζικα, και της έδειξα το κράνος μου. Εκείνη ακούγοντας "bike" τρέχει και μου φέρνει μια μεγάλη χάρτινη σακκούλα γιατί κατάλαβε "bag", και νόμισε πώς θέλω μια σακκούλα να βάλω μέσα το κράνος! Της εξηγώ πάλι, και μου απάντησε, ότι δεν μπορούν να φέρουν ένα μόνο ποδήλατο από την Κίνα αλλά εκατό τη φορά. Με την τρίτη προσπάθεια, κατάλαβε και μου λέει, "Α, ποδήλατο! Zi xing che!", το οποίο εγώ άκουσα κάπως σαν τσινζτ, ή τσιν ζιν τ! Τότε έβγαλε ένα στιλό και έγραψε πίσω από την απόδειξη, πρώτα αγγλικά, bike, μετά την προφορά και κατόπιν τα ιδεογράμματα, πολύ καθαρά και στρωτά.
Αφού όμως έγραψα τη λέξη στα κινέζικα, κάτι μ΄έτρωγε. Πώς θα μπορούσε να παριστάνει το ποδήλατο μαζί με τον ποδηλάτη ένα μόνο ιδεόγραμμα. Μια ιδέα θα ήταν ο συνδυασμός των τριών παραπάνω. Όχι δύσκολο αλλά δεν μοιάζει με την εικόνα. Έτσι κατέληξα σ΄ ένα μάλλον άσχετο ψευδοϊδεόγραμμα:

Προσοχή: Αν το παραπάνω σας θυμίζει ποδήλατο, πάσχετε από μια σοβαρής μορφής ασθένεια που ονομάζεται Zi Xing Che!

NO RAIN RIDE!


Επειδή το έχω ρίξει στη γιαπωνέζικη λογοτεχνία το έπαιξα γιαπωνέζα και δεν έγραψα δύο μέρες ποστ. Από την άλλη πλευρά η θεματολογία του μπλογκ πού το πάει πού το φέρνει στο ποδήλατο καταλήγει. Αν ζούσα ας πούμε στο Τόκιο ή το Βερολίνο, τη Λυών, το Λονδίνο, το Άμστερνταμ ή το Σαν Φρανσίσκο υπήρχε περίπτωση να μιλούσα τόσο για το ποδήλατο; Μπορεί, διότι υπάρχουν πολλά ξένα ποδηλατικά μπλογκς, αλλά μάλλον θεωρούν το ποδήλατο ως κάτι δεδομένο, όχι αξιοπερίεργο. Κι εγώ πάλι δεδομένο το θεωρώ κι όχι αξιοπερίεργο, αν και καμιά φορά νιώθω ότι στο μπλογκ φαίνομαι και προφανώς είμαι ένα otaku, biku otaku! Otaku είναι οι κολλημένοι με τα manga και τα βιντεοπαιχνίδια, ίσως το ποδηλατομανής να μην είναι δόκιμο και μάλιστα στην Ιαπωνία, αλλά εδώ, ο ποδηλάτης φαίνεται ότι ζει σ΄ένα παράλληλο σύμπαν, εξού και οι αφορισμοί τρελός, μανιακός, πού πας ρε με το ποδήλατο, χίπης, οικολόγος, κινέζος, αλλού, αναρχικός και άλλα.

Κάποτε το παράλληλο σύμπαν εισβάλλει δυναμικά στην αθηναϊκή χαοτική σκηνή. Την Κυριακή το απομεσήμερο είχε κανονιστεί από τους Αλητόγατους βόλτα με τα ποδήλατα, η οποία υπό την προοπτική της βροχής είχε χαρακτηριστεί τελικά ...Rain Ride και ορισμένοι είχαν φορέσει ολόσωμα αδιάβροχα ενώ άλλοι είχαν πάρει μια αλλαξιά ρούχα. Όμως η βροχή κράτησε λίγο και η βόλτα εξελίχθηκε περίφημα. Ξεκινήσαμε από τον σταθμό Λαρίσης γύρω στα τριάντα άτομα, περάσαμε από Αιγάλεω και Νίκαια και κάναμε μια στάση για καφέ στου Καραϊσκάκη, κατόπιν περάσαμε τη γέφυρα στο ποτάμι με τα ποδήλατα στον ώμο, πήραμε παράλληλα τις γραμμές του ηλεκτρικού και καταλήξαμε Θησείο, όπου ακολούθησε πάρτι στο Loop και οι γυναίκες ακούσαμε τα χρόνια πολλά για τη μέρα της γυναίκας απ΄τους άντρες και κάποιος θαυμαστής μας χαρακτήρισε στο μπλογκ bike models!

Τα πράγματα για μένα δεν είχαν αρχίσει καλά. Πηγαίνοντας στη συνάντηση, ο δρόμος ήταν βρεγμένος, το ψιλόβροχο σταματούσε και ξανάρχιζε, αλλά έκανα την απόπειρα υποθέτοντας ότι δεν θα εξελιχθεί σε μπόρα. Πράγματι η βροχή σταμάτησε κι έβγαλε και ήλιο. Όμως στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας έπεσα σε κάτι λάδια, το κατάλαβα μετά διότι υπήρχε βενζινάδικο εκεί. Πήγαινα αργά μα έτυχε να πατήσω λίγο φρένο και αυτό ήταν. Αίφνης βρέθηκα χωρίς ποδήλατο κάτω από τα πόδια μου και μετά από μια σύντομη χαμηλή πτήση προσγειώθηκα ανάσκελα στο οδόστρωμα. Με τον κώλο. Ίσον μώλωπες στα ψαχνά και στη λεκάνη. Καλά που δεν ερχόταν και το τρόλει. Μαζεύω το ποδήλατο και πάω και κάθομαι σε μια είσοδο να μαζευτώ κι εγώ. Έρχεται μια κοπέλα μετά από λίγο, ανάστατη, σας έκοψα; Νόμιζε ότι με προσπέρασε με το αυτοκίνητο να στρίψει και γι΄αυτό έπεσα. Όπως και να΄χει στα λάδια δεν την γλιτώνεις.

Τελικά με βρεγμένο και πονεμένο κώλο, λες κι έπεσα με παγοπέδιλα, συν τρεις τρύπες στη φόρμα, διαπίστωσα παραταύτα, ότι μπορώ να συνεχίσω και πήγα στο Σταθμό Λαρίσης. Εκεί είχαν μαζευτεί ήδη αρκετοί ποδηλάτες. Ενθουσιώδης υποδοχή επιφυλάχθηκε στην Royaloak και το μαύρο ποδήλατό της με καλαθάκι, τη μάνα του στρατού, διότι είχε φροντίσει να μεταφερθούν δυο βουνά σαντουιτσάκια και τυροπιτάκια στο Loop. Εντωμεταξύ εγώ έπινα έναν καφέ να ισιώσω χαιρετώντας γνωστούς και χαζολογώντας τα ποδήλατα, να ξεχάσω τον πόνο μου και την καταραμένη ατυχία μου, όταν ακούστηκε μια ακατανόητη λογομαχία, από δύο τύπους που έβγαιναν απ΄το μετρό.

Ταυτόχρονα ένα πλαστικό μπουκάλι του λίτρου με κρασί μέσα σε μιά σακούλα εκσφενδονίστηκε προς τα σκαλιά. Ήταν δυο Πολωνοί στουπί, ο ένας νέος, ο άλλος μεγαλύτερος. Ο τελευταίος ήρθε προς το μέρος μας να πει διάφορα και να κάνει μια επίδειξη πολεμικών τεχνών στο αέρα μπροστά σ΄έναν ποδηλάτη. Απ΄ ό, τι κατάλαβα, το νόημα ήτανε, για κοιτάχτε, εγώ τα πίνω, αλλά ήμουν βετεράνος αλεξιπτωτιστής στο Αφγανιστάν και τη Γιουγκοσλαβία, είστε μικροί και κάνετε ποδήλατο, πού να καταλάβετε!

Φυσικά ο βετεράνος απευθύνθηκε εμπιστευτικά σε ...μένα! Αυτό είναι κατανοητό κι αναμενόμενο σε όσους διαβάζουν αυτό το cult μπλογκ! Είχε αρχίσει να πίνει από το μπουκάλι, μου πρόσφερε τσιγάρο αλλά δεν πήρα γιατί ήδη είχα καπνίσει ένα, εντωμεταξύ ήρθε κι ο νεαρός και μου είπε, όλοι φεύγουν και μας φοβούνται, του λέω κοίτα να δεις, το ξέρω ότι οι Πολωνοί πίνετε στο ρεπό τις Κυριακές άσπρο κρασί με σόδα, τότε ο άλλος ο Λούτσεκ εκστασιάστηκε και έλαμψε το μάτι του, λέγοντας διάφορα έπιασε το χέρι μου και γονάτισε, αν είναι δυνατόν, κι ένας ποδηλάτης με κάμερα έκανε ζουμ!

Τώρα, ο Λούτσεκ έλεγε του Πολ να μη μιλάει, γιατί λέγαμε για τον Λυκαβηττό και τους Πολωνούς γύρω γύρω, κι ο Πολ του απαντούσε ότι δεν φτάνει που κάνει φασαρία είναι και ζηλιάρης. Ο Λούτσεκ συνέχισε απτόητος κι αφού έβρισε καλά καλά την Αμερική είπε ότι η γυναίκα του είναι στο Λας Βέγκας, όπου πήγε κι ένας φίλος του αλεξιπτωτιστής να κάνει εγχείρηση στη μέση ενώ ο ίδιος είχε καθήσει στο ΚΑΤ, όπου τσακώθηκε με έναν άλλον τρέχα γύρευε, και τώρα πίνει καφέ σ΄ένα καφενείο που συχνάζουν αεροπόροι. Αλλά δεν σκοπεύει να πάει να βρει την γυναίκα του γιατί είναι 56 ετών, και τί του λέω, θες μικρές; Όχι μου λέει, τα έχω με μια γυναίκα πάνω από 60 ετών από την Καλαμάτα, και την βοηθάω και με βοηθάει! Δίνουμε βοήθεια ο ένας στον άλλον... στο σεξ! Εκεί δεν άντεξα, ψόφησα στα γέλια, κοίταζαν τώρα οι άλλοι ποδηλάτες, τη χάση του κόσμου, γιατί μετά μου αναπαρέστησε πώς έρριξε ένα πορτοκάλι σ΄έναν Πακιστανό κι έγινε μύλος στην Ομόνοια, και κατόπιν πήρε τον Πόλτσεκ και φύγανε, φύγαμε κι εμείς.

Η βόλτα ήταν υπέροχη, ήσυχη, χαρακτηρίστηκε No rain Ride, στο Αιγάλεω σταματήσαμε λίγο να βγάλουμε περιττά ρούχα γιατί ζεσταθήκαμε, οι ζητάδες που είχαν αρχίσει να μας ακολουθούν περίμεναν λίγο πιο κάτω και νομίζω μας πήγαν σχεδόν ως το γήπεδο. Από τα σχόλια που ακούσαμε τα καλύτερα ήταν ενός οδηγού "Σας είδα από τον καθρέφτη και μού φάνηκε ότι ήμουν σουρωμένος!" και μιας γιαγιάς, "Σας αμολύσανε;". Κατά τη διάρκεια του ride υπήρχε βιντεοσκόπιση, και όταν γίνει το μοντάζ, η ταινία ποδηλατικού μήκους με όλα τα highlights, ακροβατικά, πτώσεις, λάστιχο, πέρασμα γέφυρας, συν συνέντευξη στο μπαρ, θα αναρτηθεί στους Αλητόγατους!

Υστερόγαμον: το αφισάκι με τη γάτα καταπληκτική έμπνευση του αλητόγατου Extra! Το σημαδάκι στο πίσω πόδι της γάτας είναι ένα αστεράκι!
Update: Ήδη στους Αλητόγατους έχει ανεβεί το trailer και φωτογραφίες, αναμένεται και το βιντεάκι!

ΑΠΟ ΤΑ ΣΚΛΗΡΑ ΣΤΑ ΜΑΛΑΚΑ

Χθες το πρωί πολύ πουρνό, έχοντας ξυπνήσει από τις πεντέμισι, μάλλον έχοντας με ξυπνήσει το πουρναρόγατο η Φουφού από τις πεντέμισι, έκανα την συνηθισμένη πρωινή ποδηλατική διαδρομή και πήγα ν΄αφήσω το ποδήλατο στο μάστορα για τακάκια και ρύθμιση, ώστε να το πάρω το μεσημέρι μετά τη δουλειά. Στις οχτώ παρά τέταρτο όμως που έφτασα, το ποδηλατάδικο δεν είχε ανοίξει, κανονικά ανοίγει στις οχτώ, οπότε έκανα μια παραπάνω βόλτα, με κίνδυνο να καταλήξω στον Άλιμο, ωραία θα ήταν, αλλά έκανα μια θλιμμένη στροφή και πήγα και στήθηκα έξω από το μαγαζί στην ερημιά. Ψυχή! Οχτώ και δύο λεπτά ο γέρος μάστορας, που έρχεται συνήθως νωρίς και βγάζει τα ποδήλατα έξω δεν φαινόταν, κι εγώ έπρεπε πια να φύγω.
Τότε θυμήθηκα το Γραφείον! Ο μάστορας είναι φίλος με τον τελετάρχη παραδίπλα στο Γραφείον Τελετών! Κόκκινο και μαύρο είπαμε, πηγαίνω στήνω το ποδήλατο μπροστά στο Γραφείον, ήταν ένας παππούς εκεί απέξω κι έπινε καφέ να σκάσει ο χάρος. Βλέπω την επιγραφή "είμαι εντός, χτυπήστε το κουδούνι", αλλά δεν ξέρω ποιος ήταν εντός και πού εντός, ο τελετάρχης βρισκόταν δίπλα σ΄ένα γραφειάκι εν είδει θυρωρείου κι έπινε κι αυτός καφέ μαζί με τον μελλοντικό πελάτη, που μπορεί και να ήταν ποδηλάτης στα νιάτα του, ποιος ξέρει!
Καλημέρα σας, ν΄αφήσω το ...ποδήλατο εδώ και θα τηλεφωνήσω του μάστορα να το πάρει; Βεβαίως, και φέρτε το εδώ μπροστά να το προσέχουμε! Μάλιστα, το έβαλα δίπλα στην βέσπα του επαγγέλματος, χρώματος φυμέ, ευχαρίστησα και έφυγα. Σε καμιά ώρα παίρνω τηλέφωνο τον ποδηλατά. Ακούγεται ο νεαρός νυσταγμένος, μμμ, νααι; Κοίτα, του λέω να πάρεις το ποδήλατο από το Γραφείο Κηδειών να τ΄αλλάξεις τακάκια γιατί αυτά που είχες βάλει ήταν θάνατος, μού΄βγαλαν την ψυχή!
Έτσι λοιπόν τ΄απομεσήμερο είχα το ποδηλατάκι μου με μαλακά φρένα, γιατί πρέπει να γνωρίζετε κι αν δεν το γνωρίζετε λυπάμαι πολύ, ότι τα τακάκια των φρένων διακρίνονται σε μαλακά και σκληρά, κι εγώ είχα πέσει στα σκληρά, εκ των οποίων το ένα βγήκε ελαττωματικό και πέταξε γρέζι, δηλαδή φάνηκε το σιδεράκι από μέσα, που έξυνε τη ζάντα, ώστε ν΄ακούγεται ένας ήχος χειρότερος από του τόρνου μετάλλων, πολύ ψαρωτικός είναι η αλήθεια, ν΄ανατριχιάζουν οι ταξιτζήδες σε ακτίνα δύο διασταυρώσεων.
Βέβαια για να πετάξει το φρένο γρέζι πρέπει να κάνεις ταρζανιές στα βουνά, γι΄αυτό δεν το΄χα φανταστεί, μάλιστα με ολοκαίνουργια τακάκια, δυο τριών ημερών. Από την άλλη ο ποδηλατάς είδε, ότι στο μήνα πάνω τα έλιωνα, και σκέφτηκε να βάλει σκληρά, που κάνουν για MTB. Τελικά στήριξε τα παλιά τακάκια πάνω στο λαστιχάκι της σχάρας, μήπως χρειαστώ τουλάχιστον το ένα σε περίπτωση ανάγκης, αλλά εγώ τα ξέχασα εκεί πάνω, με αποτέλεσμα να χαθούν κάπου στο δρόμο. Ήταν η μοίρα τους!

ΓΥΜΝΗ!

Σήμερα κυκλοφόρησα στην Αθήνα και τα προάστεια γυμνή! Ήταν μια βροχερή μέρα χωρίς ποδήλατο! Μια σαρδόνια μέρα! Τη νύχτα είχε βρέξει αλλά το πρωί δεν έβρεχε. Φεύγοντας όμως άρχισε μια ψιλοβροχή... τα σύννεφα ήταν μαύρα και απειλητικά πάνω από το καυσαέριο... Πηγαίνω στο ταχυδρομείο, αφού πέρασα από ένα βιβλιοπωλείο να πάρω έναν φάκελο ενισχυμένο με φουσκαλίτσες μεγάλο όσο μια ακτινογραφία θώρακος, και τον κρατούσα στο στήθος να βραχεί τουλάχιστον μόνο η μία πλευρά, διότι το ψιλόβροχο είχε εξελιχθεί σε μπόρα.

Μπαίνω στο ταχυδρομείο, με το κράνος να στάζει και άπλωσα τον φάκελο να τον σκουπίσω με ένα χαρτομάντιλο. Γράφω διεύθυνση, βολεύω μέσα τα πρεπούμενα, τον κολλάω και στήνομαι στην ουρά. Το μηχάνημα που δίνει τα χαρτάκια με τους αριθμούς προτεραιότητας είχε χαλάσει και φαίνεται πως ο κόσμος δεν μπορεί να κάνει πλέον δίχως το μηχάνημα. Δέκα άνθρωποι ήτανε, μισή ώρα περίμενα και να γίνεται της Παλαιστίνης εκειμέσα.

Μια γριά πήγαινε σε όλα τα ταμεία και κουνούσε ένα φάκελο στα μούτρα των υπαλλήλων, ακριβώς κάτω από τη μύτη τους. Οι υπάλληλοι είχαν φρικάρει. Γιατί δεν τα κάνετε αυτά στην τράπεζα, δηλαδή θέλετε διαχωριστικό τζάμι; Η γριά το βιολί της. Ίσως στην τράπεζα έχει άλλο ρεπερτόριο. Έπειτα δυο τσακώθηκαν για τη σειρά, μια άλλη μπήκε και μου είπε κάτι, εγώ δεν κατάλαβα, κοίταζα από το τζάμι πέρα, τα σύννεφα πέρα από το όρος Φούτζι...εδώ ήμουν! μου έλεγε, εδώ είστε; της έλεγα, ναι, έλεγε, πήγα έξω ένα μισάωρο και ξαναγύρισα αλλά είμαι πριν από σας, και τί μου το λέτε, της λέω, ο ταχυδρόμος χτυπάει πάντα δυο φορές! Ένας καβγάς ήταν σε εξέλιξη, η κυρία στήθηκε μπροστά μου και πάνω από τον ώμο μου ένιωσα μια βαριά σκιά, δεν ήταν ο χάρος αλλά ο αδελφός του, ένας ογκώδης γέρος θρασύς.

Ο απίστευτος. Κατ΄αρχήν με άγχωνε. Κάνε λίγο πιο κει βρε χριστιανέ, ή μουσουλμάνε, τι είσαι, τον καταλάβαινες να κρατιέται από μια τρίχα να μην ορμήξει στα ταμεία. Τελικά όρμησε για να ρωτήσει κάτι. Μετά βγήκε λίγο έξω ένα δευτερόλεπτο, αφού πληροφόρησε δυνατά όλους ότι είναι πίσω από μένα, μην το ξεχάσει κανείς. Κάπου όμως καταλάβαινα, ότι δεν βιαζόταν ιδιαίτερα για πρακτικούς λόγους, ας το έλεγε αν είχε πιάσει το σπίτι του φωτιά, απλά του την έδινε να περιμένει πέντε λεπτά, γιατί τόσο περίμενε. Στο μεταξύ κι άλλος καβγάς δίπλα μου. Το αποκορύφωμα είναι πως όταν ήρθε η σειρά μου, τον άκουσα να μου δίνει δυνατά κι επιτακτικά οδηγίες: εσύ θα πας εδώ (το ταμείο μπροστά που δεν είχε αδειάσει ακόμα) κι εγώ θα πάω εκεί (ένα ταμείο πιο πέρα που θα άδειαζε πρώτο). Η υπάλληλος τον είχε τρομάξει το μάτι της και κόλλησε, να πει, ελάτε. Σ΄αυτό το σημείο, τον έγραψα, ούτε που τον κοίταξα, πηγαίνω στο άδειο ταμείο, κάνω τη δουλειά μου σε μισό λεπτό και φεύγω.

Θυμήθηκα επ΄αυτού έναν παρόμοιο στο αυτόματο μηχάνημα της τράπεζας, είχα περιμένει ένα τέταρτο, γινόταν χαμός, μετά πέρασαν δυο τρεις πριν από μένα για να μη μαλώσουμε, το βλέπανε ότι ήμουν εκεί μια αιωνιότητα και μία μέρα, έπρεπε δηλαδή να χιμήξω στο ΑΤΜ και να πω, πίσω, σας έφαγα, γενικά φιλότιμο μηδέν, κι εκείνος που είχε έρθει τελευταίος, πήγε με θράσος να περάσει κι αυτός πριν από μένα, και του λέει ένας πίσω του, ότι είχα σειρά εγώ από ώρα, τότε έρχεται, κολλάει τα μούτρα του και μου λέει μάγκικα με ειρωνία, μπα, από πότε είσαι εδώ, σήμερα ή χθες; αύριο, του λέω, άι πέρνα, γιατί έπεσε η μέρα και ... με κοιτάει... τα γίδια θέλουν μάζεμα, και ψόφησε ο σκύλος! Μιλιά, και περνάει μη χάσει!

Βγαίνω από το ταχυδρομείο, ή μάλλον από το πεδίο βολής, και γυρίζω σπίτι με το ποδήλατο στα χέρια κάτω απ΄τη μπόρα. Δέκα λεπτά δρόμος έγινα παπί, και γλιστρούσε δραματικά και το ποδήλατο πάνω στις πλάκες του πεζοδρομίου, αυτές που υποτίθεται ότι βοηθούν τους τυφλούς, αλλά γλιστρούν του θανατά, κι εκτός αυτού οδηγούν συστηματικά πάνω σε διάφορα εμπόδια, μια γραμμή πάνω σε κολώνα, άλλη σε τοίχο, κι άλλη σε κουτί του ΟΤΕ , καλά θα κάνουν οι τυφλοί να τις αγνοούν.
Ο χρόνος μου εξανεμίστηκε. Αλλάζω ρούχα, στεγνώνω μαλλιά, και ξαναφεύγω να πάω στη δουλειά αναγκαστικά πλέον με ταξί. Κάναμε τον διπλάσιο χρόνο απ΄όσο κάνω με το ποδήλατο. Και μέχρι να βρω το ταξί, και να πάμε δυο στενά παρακάτω, η βροχή είχε σταματήσει κι έβγαινε ο ήλιος! Είδα δυο τρεις ποδηλάτες στο δρόμο και ένιωσα ηλίθια. Ξέχασα και την ομπρέλα στο ταξί... κι ήταν ενθύμιο από το Παρίσι!




Υστερόγαμον: οι φωτό από την απόπειρα γυμνής ή σχεδόν γυμνής ποδηλατοπορείας στη Θεσσαλονίκη τον περασμένο Ιούνιο! Δεν ήμουν εκεί με bodypainting και γιρλάντες! Εγώ νιώθω γυμνή χωρίς το ποδήλατο! (στο link σχετικό ρεπορτάζ, αλλά τις φωτό τις είχα κατεβάσει από τη σελίδα της οργάνωσης της πορείας, όμως τώρα δεν βρίσκω τη σελίδα!)

ΚΙ ΑΛΛΑ ΠΟΥΛΙΑ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΙ

Μέσα στο σπίτι ακουγόταν ανά διαστήματα ένα γουργουρητό. Γουρ γουρ από δω, γουρ γουρ από κει... κάπου προς την κουζίνα. Βρε, σκέφτηκα, το στομάχι μου θα είναι. Ίσως οι γάτες. Μήπως πάλι ξέχασε κανένας καμιά χύτρα με νερό και βράζει; Μήπως τα καλοριφέρ, που είδα μια ανακοίνωση στο ασανσέρ να τα εξαερώσουμε πάλι λόγω βλάβης σε κάποιο διαμέρισμα;
Τελικά έχουμε κι άλλα κατοικίδια. Στην αρχή δεν κατάλαβα. Όμως είναι δεδομένο. Στο πατάρι έχουν κάνει φωλιά τα περιστέρια και κλωσσάνε αβγά. Πάνε κι έρχονται και γουργουρίζουν. Αποκάτω βολτάρουν οι γάτες ανύποπτες. Όταν σκάσουν τ΄αβγά θα γίνει ο τέλειος περιστερώνας ή δεκαοχτουρώνας, διότι δεν έχω κάνει ακόμη αυτοψία να δω τι πουλιά είναι. Κάποιος μου πρότεινε γι΄αστείο την ασεβή ιδέα να φτιάξω ομελέτα. Η μάνα μου λέει, πως πρέπει κάποτε να μπει μια σίτα. Της είπα ότι το να μπαίνουν περιστέρια στο σπίτι και να λερώνουν θεωρείται γούρι στο Μεξικό. Μου απάντησε, ότι στο Μεξικό οπλοφορούν επίσης για ν΄αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά τις εξυπνάδες. Όπως και νά ΄χει οι Μεξικάνοι βαριούνται ν΄ασχοληθούν κι εμείς περιμένουμε τα γεννητούρια.
Δεν έφτανε το γουρ γουρ μέσα στο σπίτι, το ποδήλατό μου έκανε ένα γρατ γρατ στον πίσω τροχό. Καινούριος τροχός και ακόμη πιο καινούργια τακάκια φρένων, ωστόσο κάτι έγδερνε τη ζάντα. Πλένομαι, ντύνομαι, στολίζομαι και κατεβαίνω στην είσοδο της πολυκατοικίας να φύγω, βγάζω το ποδήλατο και κοιτάω το φρένο. Το ρυθμίζω, τίποτα. Λύνω το θορυβώδες τακάκι, κατρακυλάνε έξι παξιμαδάκια παντού στο μωσαϊκό, ένα το κυνηγούσα στο υπόγειο, μυστήριο αυτά τα παξιμαδάκια, φεύγουν πάντα εδώ κι εκεί.
Ελέγχω το τακάκι, μήπως είχε καρφωθεί πάνω κάτι, κανένα γυαλί ή συρματάκι, πράγματι βλέπω στην επιφάνεια προς τη μια άκρη μια μυτούλα μεταλλική. Το σκαλίζω λίγο, δεν έβγαινε. Κόντεψα να κόψω το τακάκι και δεν είχα άλλο. Όσο σκάλιζα, η ακίδα μεγάλωνε. Προφανώς κάποιο μεταλλικό κομμάτι ήταν ενσωματωμένο στο λαστιχένιο τακάκι από κατασκευής και έτυχε σε μένα. Τοποθέτησα πάλι το τακάκι, ρύθμισα το φρένο, ανέβηκα σπίτι να πλύνω χέρια και ν΄αλλάξω γάντια, και μετά έφυγα.
Τώρα δεν ακουγόταν γδάρσιμο, αλλά κόλλαγε λίγο. Αργότερα αποφάσισα να το ρυθμίσω καλύτερα. Βγάζω τα άλεν, κάτι έγινε κάτι δεν έγινε, και κατόπιν μπαίνω σ΄ένα σουπερμάρκετ πέντε ορόφων, ανεβαίνω στον τρίτο, κατεβαίνω και παρουσιάζομαι στο ταμείο, όπου υπήρχαν φριχτές ουρές με καρότσια, κρατώντας ένα πακετάκι υγρά μαντιλάκια. Εκεί πρόσθεσα στα ψώνια μου και μπαταρίες ΑΑΑ, ν΄ακούω μουσική μέχρι να βγω αποκειμέσα!

CMR!

Φέτος το CMR Μαρτίου συνέπεσε με την Καθαρά Δευτέρα, επομένως δεν είχε την τρελή συμμετοχή, ωστόσο μαζεύτηκε ένας αξιοπρεπής αριθμός ποδηλατών, καμιά 35αριά άτομα, αρκετός για ν΄ανησυχήσουν οι ζητάδες και να γυρεύουνε να δούνε τι γίνεται πάλι. Μια φορά που είχα πάει παλιά σε CMR μας είχαν περάσει για ξένους αθλητές ή κάτι τέτοιο. Όμως όλα εντάξει, και ο καιρός μας έκανε τη χάρη να κόψει το ψιλόβροχο και μετά ήταν υπέροχα.
Το Critical Mass Ride είναι μια οργανωμένη βόλτα με ποδήλατα στο κέντρο πόλεων, που γίνεται στην Αθήνα κάθε πρώτη Δευτέρα του μήνα το απόγευμα για να βολτάρουν οι ποδηλάτες μαζί to know us better και να κάνουν αισθητή την ύπαρξή τους πανηγυρικά, για να εξοικειωθούν νέοι ποδηλάτες με το ποδήλατο ή να έχουν την ευκαιρία να ποδηλατήσουν στην πόλη, όσοι δεν το κάνουν συχνά, αφού πρόκειται για μια πολύ χαλαρή βόλτα, στην οποία συμετέχουν και γονείς με τα παιδιά τους, κι ακόμη η κίνηση αυτή είναι συνδεδεμένη με τις διεκδικήσεις των ποδηλατών.
Ξεκινήσαμε λοιπόν από το Σύνταγμα και κατεβήκαμε την Πανεπιστημίου, με κουδουνίσματα, τρομπέτες, κόρνες, σφυρίχτρες κι ένα αετόνι σε σχήμα χελιδονιού να ίπταται ανά διαστήματα. Ανεβήκαμε την Πατησίων ως τα Άνω Πατήσια, περνώντας από τα πρωτοπόρα δεντροκοφτικά έργα στην Κύπρου, κατεβήκαμε την Αχαρνών και καταλήξαμε στο Θησείο ... (συγγνώμη, πείνασα μέσα στη νύχτα, πήγα στην κουζίνα και έφαγα ένα παστέλι με φυστίκια, συνεχίζω!), απ΄όπου διάφορες παρέες ποδηλατών γύρισαν στα σπίτια τους νωρίς, διότι δυστυχώς η Καθαρή Τρίτη δεν είναι αργία!
Όμως εγώ βαριόμουν να επιστρέψω νωρίς. Κανόνισα λοιπόν για σινεμά, και πάνω εκεί έρχεται ένας ποδηλάτης μόνος του και μου λέει με περίλυπο ύφος, φύγανε; Κρίμα, άργησα. Δεν πειράζει, άλλη φορά, και πιάσαμε την κουβέντα αρκετή ώρα για καφτά ποδηλατικά θέματα, όπως η βαφή του σκελετού, οι ταχύτητες, τα μοντέλα, τα λάστιχα, και η κατάσταση της Πατησίων, η οποία είναι αδιάβατη τις καθημερινές, έπρεπε να πάω στο CMR για να διαπιστώσω την αλήθεια της ρήσης "στα Πατήσια που πάει ο δρόμος ίσια", πράγματι είναι ίσιωμα, αλλά με το μποτιλιάρισμα φαίνεται ζιγκ ζαγκ.
Μιλήσαμε και για το αποκριάτικο ποδηλατικό μασκέ πάρτι την προηγούμενη Κυριακή, που δεν είχα μπορέσει να πάω και έχασα, γιατί ήταν λέει πολύ ωραία κι είχε έρθει πολύς κόσμος παρά το κρύο. Αρκετοί ποδηλάτες είχαν μασκαρευτεί και έκαναν έναν διαγωνισμό, καλύπτοντας μια διαδρομή περνώντας υποχρεωτικά από ορισμένα σημεία. Λέγοντας για την ομάδα που το οργάνωσε, τους Local, (στο link τρελές φωτό και η γενική κατάταξη των ποδηλατομασκαράδων), αν θα κάνουν καμιά βόλτα, μου είπε, α, είναι τρεχάτοι, κόβουν πάνω την Κηφισίας, και φτάνουν Κηφισιά στην πλατεία σε χρόνο dt! Δηλαδή, τον ρώτησα, σε πόσο χρόνο; Τρία τέταρτα! Ε, του λέω, το έχω κάνει! (Μάλιστα το είχα περιγράψει και σε προηγούμενο ποστ). Με κοιτούσε άναυδος, αλλά του λέω, είναι παράξενο, εγώ δεν τρέχω ποτέ, χαλαρά πάω, μήπως επειδή έτρεχαν τ΄αυτοκίνητα, έτρεχα κι εγώ και δεν το κατάλαβα;
Το έργο ήταν αρκετά καλό, οι Μέρες Θυμού, με ιστορικό θέμα δυο ήρωες της αντίστασης στη Δανία, τον Flammen και τον Citronen, τους οποίους πρόδωσε στο τέλος μια διπλή πράκτορας για να πάρει χρήματα από τον Ναζί διοικητή και να την κοπανήσει στη Στοκχόλμη. Ο νεαρός όμως, ο Flammen είχε συνδεθεί ερωτικά με την πράκτορα και τό΄φαγε το κεφάλι του, οπότε ακούω το σχόλιο στο σκοτάδι από πίσω: "Σκύλα! Το΄φαγες το παλληκάρι"! και δεν άντεξα, ξεράθηκα στα γέλια την πιο δραματική στιγμή! Στην ταινία τρέχανε και ρετρό ποδηλατάκια στην παλιά Κοπεγχάγη, δίνοντας την αίσθηση της εποχής και ζωντάνια σε κάποια κρίσιμα σημεία. Επίσης υπήρχε ενσωματωμένο αρχειακό υλικό από την εισβολή των Ναζί στην πόλη και μια λαϊκή εξέγερση.
Φωτογραφίες από το CMR δεν τράβηξα, ίσως αναρτηθούν από άλλους στους Ποδηλάτες. Επέλεξα όμως ένα άλλο στιγμιότυπο, που βρήκα στο διαδίκτυο από το Λονδίνο, όπου οι Times έχουν ζητήσει φωτογραφίες από ποδηλατόδρομους, που οδηγούν στο πουθενά. Ο συγκεκριμένος ποδηλατόδρομος οδηγεί τον ποδηλάτη στις σκάλες και κατόπιν σε ένα αδιέξοδο δρομάκι! Ένας καταστηματάρχης εκεί λέει, ότι βλέπει τουλάχιστον ένα-δυο ποδηλάτες την ώρα κάθε μέρα, ν΄ανεβαίνουν τα σκαλιά με το ποδήλατο στον ώμο! Και μετά; Μάλλον ξανακατεβαίνουν. Ή ίσως περνάνε μέσα από κανένα σπίτι!

Ο ΑΡΤΥΡ ΣΤΟ ΑΣΑΝΣΕΡ

- Πέμπτο!

- Ε;

- Πέμπτο πάω!

- Δεν είμαστε καλά!

- Εσύ μπορεί να μην είσαι καλά, εγώ μια χαρά είμαι!

- Ποιος είσαι εσύ;

- Τα μαλλιά του Ρεμπώ!

- Χριστός κι απόστολος!

- Βγες, φτάσαμε!

- Μα δεν πήγαινα πέμπτο!

- Και πού πήγαινες;

- Στην καφετέρια!

- Πιφ, δεν μ΄αρέσει ο καφές εδώ! Στο Χαρράρ...

- Ποιος σε ρώτησε;

- Εσύ! Με κοίταξες στον καθρέφτη!

- Ορίστε, μπελάς...

- Να ρωτήσω κάτι και γω, τι βιβλία πήρες;

- Μιλούν οι τρίχες;

- Οι αναμαλλιασμένες... λέγε λοιπόν.

- Ε, καλά, ψυχολογία και αστρονομία.

- Χαχαχα!

- Ε, άι παράτα μας.

- Καλέ, θίχτηκε! Τι θα τα θες αυτά;

- Θα τα διαβάσω, εσύ τι λες;

- Εγώ λέω να τα πετάξεις.

- Τρίχας είσαι, τρίχες θα λες.

- Διάβασέ τα και μετά να τεντωθείς καλά καλά να ξεπιαστείς!

- Τι ν΄αυτό σήμερα!

- Εγώ είμαι αυτό! Σε βαρέθηκα. Γι΄αυτό σου είπα να βγούμε στον πέμπτο!

- Τι να κάνουμε στον πέμπτο;

- Έχει ταξιδιωτικούς χάρτες, είδα ένα όνειρο χθες και θέλω να σημειώσω τη διαδρομή!

- Δεν είσαι σοβαρός...

- Η σοβαρότητα γλύφει τα παπούτσια μου σαν το νερό στο ρείθρο των πεζοδρομίων λίγο πριν καταλήξει στον υπόνομο λίγο πριν φύγω κι από κει...

- Έναν καφέ!

- Έχεις ένα μολύβι;

- Πένα σου κάνει;

- Μμμ... τώρα έχετε κι αεροπλάνα, αλλά εμένα μ΄αρέσουν τα καράβια!

- Μη σημειώνεις πάνω! Πρέπει να τ΄αγοράσουμε τώρα!

- Δώσε κι ένα σπίρτο!

- Όχι πίπα εδωμέσα! Πάμε στην καφετέρια!

- Με τέτοιο σφίξιμο δεν θα φτάσεις πουθενά!

- Μάλλον πρέπει να πάω στο κομμωτήριο! Εκεί θα δεις!

- Μα πριν από όλα πρέπει να ελέγξω τις μηλιές - μήλα, όσο πιο κόκκινα είστε τόσο θα σας πετροβολήσω
με μικρές μικρές λέξεις απ΄τη σφεντόνα της γλώσσας μου περίπου μιαν αυγή ένα σμήνος πουλιά φεύγει στο νότο επιτέλους...

- Τα μαλλιά μου!

- Δε με βολεύει ο αναπτήρας... σπίρτο δεν έχεις;