EΛΙΚΟΦΟΡΟΣ ΑΠΕΡΓΙΑ


Ετοιμάζω βαλίτσες... δυο σκισμένα σακ δηλαδή. Πάντα στ΄ αεροδρόμια χάζευα κάτι ατσαλάκωτους με μια βαλιτσούλα με ροδάκια και χαντσφρί... κάτι αεροδυναμικές με 8ποντες, άψογο μακιγιάζ στις 5 το πρωί και στρογγυλά ροζ βαλιτσάκια για τα καλλυντικά... κι εγώ να τρέχω στην ίδια μου τη χώρα σα λέτσος τουρίστας, με σακ, σακκούλια, γατούλια και να ψάχνω πού μπορώ ν΄ανάψω τσιγάρο μες το Βενιζέλο... Αλλά μια φορά σας λέω άναψα ένα πούρο...κουβανέζικο, έτσι για το άχτι...γινόταν ο χαμός, όλοι πελαργοί, με τό΄να πόδι να στέκονται, γκρούπ Αφρικανών αποδώ, γκρούπ Ιθπανών αποκεί...χαμένες πτήσεις και ουρές... βίβα λος σιγκάρος... περιμένουμε....

Τί περιμένουμε...έχουν λέει απεργία οι πιλότοι των ελικοφόρων. Και τί πειράζει, λέω στη Sulpice. Kαλέ ξέχασες, πού είσαι πια, το δεύτερο αεροπλάνο, το μικρό είναι ελικοφόρο, μού λέει. Και το πρώτο το καβουρδιστήρι δηλαδή τί είναι; Α, μού λέει, δε θά΄ναι μικρό, θά΄ναι μπόινγκ. Καταλαβαίνω, να πάρω τα πούρα μου...

Αυτό ωστόσο που δεν έχω καταλάβει είναι γιατί δεν ενώνουμε τις δυνάμεις ορισμένοι ενδιαφερόμενοι των άγονων γραμμών (άκου άγονων!). Να πάρουμε κότερα, βρε αδελφέ. Θα μας στοιχίσει κάτι παραπάνω αλλά κερδίζουμε σε περιπέτεια με στιλ.

Η ΞΥΠΟΛΗΤΗ ΑΝΑΓΝΩΣΤΡΙΑ



Ναι, αμάρτησα, το ομολογώ, ροβόλησα το δρόμο, μπήκα σ΄ένα βιβλιοπωλείο, όμορφα και άνετα, σα να χόρευα βαλς, παίρνω βιβλία και βιβλία, έτσι νά΄χουμε, πληρώνω ανάλαφρα και βγαίνω. Προχωρώ, κοιτώ δεξά κοιτώ ζερβά, βιτρίνες, ρούχα...μα κάτι ήθελα, γιατί βγήκα, α, ναι, παπούτσια, μμ, μάλιστα...κάτι με βάραινε, κάνω μια, τί να δω, μια σακκούλα βαριά βαριά...αχ, οι λογοτεχνίες και τα γράμματα και τα βάσανα... συνειδητοποίησα τί έκανα... ψώνισα πάλι βιβλία.


Κουβαλάω το λοιπόν την παγκόσμια λογοτεχνία και βλέπω βιτρίνες. Γόβες μπλε, γοβίτσες κόκκινες, τσόκαρα παρδαλά...ας πάρω λέω κάνα παπουτσάκι της προκοπής ανοιξιάτικο, να κυκλοφορώ σαν άνθρωπος...το γύρο της Αθήνας, δεν πήρα ούτε γόβα ούτε γοβίτσα, σκατά, merde, bok, scheische, shit, kaka, όλες οι γυναίκες νούμερο 39 ως 41 φοράμε; Ό,τι μ΄άρεσε, έλειπε. Τελοσπάντων, δοκιμάζω ένα άσπρο πασούμι. Φρικ. Το δεξί ζόριζε, τ΄αριστερό έμενε στο δρόμο. Δυό δάχτυλα μεγάλα έχετε στο δεξί πόδι... είναι λεπτά κιόλας και μακριά... τα πόδια σας... λέει ο πωλητής. Τί να κάνω τώρα εγώ, κάτι συμβαίνει με το DNA, ε; Τερατογένεσις! Χμ, μια σαγιονάρα για την παραλία έστω; Κι ας μην έχω γιαπωνέζικα ποδαράκια! Διαλέγω μια, βρίσκουμε το 40, και...είναι μεγάλο!!! Καλά, άστηνα τη σαγιονάρα, βαρέθηκα. Sayonara!


Έφταιγε κι η λογοτεχνική σακκούλα. Αφού έκανα την πρώτη μεγάλη επίπονη γύρα, αποφάσισα να μην ψάξω άλλο. Διότι σκέφτηκα: πόσο μωρή θα το βάλεις το κλειστό, που ήδη έσκασες και το μόνο που θέλεις είναι να βάλεις το ρόζ μαγιό και να βουτήξεις; Κι επειδή από βδομάδα θά΄μαι στη νήσο των μυστηρίων (ανθρώπων), ε, θα διαβάζω στο βραχάκι και τα πόδια πλιτς πλατς στο νερό. Λέμε δηλαδή...


Πήρα μια κόλλα! Κολλάει τα πάντα. Ο Παντοκολλητής!! Διότι έχει ξεκολλήσει λίγο το αρχαίο μου σανδάλι το δεξί...




Υ.Γ. 1. Κι άμα δεν έχεις παπούτσια, κάθεσαι και διαβάζεις τα βιβλία...
2. Tο ψηλοτάκουνο δημιουργία του maitre Louboutin...